Πολλοί αναλυτές το ονόμασαν το «παράδοξο του χρυσού» και αναφέρονται στο αμείωτο ράλι του πολύτιμου μετάλλου που συμπορεύεται με την εκρηκτική άνοδο του ριψοκίνδυνου ενεργητικού. Ο χρυσός έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια περισσότερο από 10 φορές, από τα περίπου 200 δολάρια το 1970 έχει εκτιναχθεί πάνω από τα 2.200 σήμερα και οι αναλυτές το βλέπουν να ξεπερνά και το φράγμα των 2.300 δολ. στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Μόνο το Μάρτιο η τιμή του έχει ενισχυθεί μέχρι στιγμής 6%, αγγίζοντας μέσα στην εβδομάδα που πέρασε ιστορικό υψηλό, στα 2.222,39 δολάρια η ουγγιά, παρότι εν συνεχεία διόρθωσε πτωτικά. Το 2023 παρουσίασε κέρδη 16%.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Γιατί θα συνεχίσει να ανεβαίνει ο χρυσός
Οι παραδοσιακοί λόγοι ανόδου του χρυσού
Ως γνωστόν, η τιμή του χρυσού ανεβαίνει σε περιόδους γεωπολιτικών εντάσεων και χρηματοοικονομικών κρίσεων, καθώς οι επενδυτές σπεύδουν σε ασφαλή καταφύγια, ενώ θεωρείται και αντιστάθμισμα στον υψηλό πληθωρισμό. Επίσης, όταν υπάρχουν μηδενικά επιτόκια, οι επενδυτές προτιμούν να επενδύουν σε χρυσό για να διατηρηθεί ο πλούτος τους και όχι για να αυξηθεί, καθώς παίζει ρόλο προστασίας του πλούτου, αφού άλλες κατηγορίες ενεργητικού, όπως τα ομόλογα, δεν είναι πλέον ελκυστικές επειδή δεν προσφέρουν υψηλές αποδόσεις. Τα δύο τελευταία χρόνια ωστόσο βλέπουμε τον χρυσό να εκτοξεύεται, παρά την άνοδο των επιτοκίων και τη συνεπακόλουθη άνοδο του δολαρίου, καθότι επειδή αποτιμάται σε δολάρια, η αξία του μειώνεται όταν το νόμισμα ενισχύεται. Τους τελευταίους μήνες δε, σημειώνονται αλλεπάλληλα ρεκόρ παρότι ο πληθωρισμός έχει περιοριστεί.
Οι αυξημένες αγορές σε χρυσό μπορούν να δικαιολογηθούν εν μέρει από τις γεωπολιτικές ανησυχίες που έχουν δημιουργήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία που μετρά δύο χρόνια και οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες ετοιμάζονται να κάνουν το πολυαναμενόμενο βήμα στην αλλαγή της νομισματικής πολιτικής τους προχωρώντας στις πρώτες επιτοκιακές μειώσεις τον Ιούνιο με την προοπτική αυτή να ωθεί τους επενδυτές να συσσωρεύουν χρυσό με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού, η αύξηση της ζήτησης στις εξωχρηματιστηριακές αγορές έφτασε το 753% πέρυσι, η μεγαλύτερη από τουλάχιστον το 2011. Υπάρχουν όμως συγχρόνως και μία σειρά από ερωτήματα: Το παγκόσμιο γεωπολιτικό περιβάλλον είναι ασταθές, αλλά υπό τη σημερινή του μορφή δεν κρίνεται επαρκής εξήγηση, η Κίνα δεν έδωσε κάποια απρόσμενη εξέλιξη ή επιδείνωση, η επενδυτική ζήτηση για ETFs (διαπραγματεύσιμα αμοιβαία) χρυσού δεν δίδει απάντηση, ούτε επίσης και η μεγάλη ζήτηση για χρυσό από τους πλούσιους της Ινδίας ή άλλων μεγάλων αναπτυσσόμενων οικονομιών.
Τι βλέπουν οι κεντρικές τράπεζες;
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν επιδοθεί το τελευταίο διάστημα σε μαζικές αγορές χρυσού αυξάνοντας τα αποθέματά τους, ειδικά αφότου οι ΗΠΑ και η ΕΕ. κατάσχεσαν ρωσικά αποθεματικά σε ξένο συνάλλαγμα αξίας 300 δισ. δολαρίων μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία. «Μπορεί κάποιος να φανταστεί τι θα μπορούσε να συμβεί εάν η Κίνα, η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου έθεταν το εξής ερώτημα: θέλουμε να έχουμε όλο το ενεργητικό μας επενδεδυμένο σε αμερικανικά χρεόγραφα;», αναφέρει ο Πήτερ Μπουκβαρ, επικεφαλής επενδύσεων της Bleakley Financial Group.
Υπό αυτή την έννοια, ο χρυσός θεωρείται και ως αντιστάθμισμα έναντι μίας αναμενόμενης ή φημολογούμενης υποβάθμισης νομισμάτων, όταν δηλαδή μειώνεται η αξία ενός δεδομένου νομίσματος, συχνά μέσω της εκτύπωσης χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες. Σε περιόδους υπερβολικού χρέους (όπως το 2021 μετά την κρίση της πανδημίας), νομίσματα, όπως το δολάριο, υποβαθμίζονται και υπό αυτή την έννοια τα πολύτιμα μέταλλα, όπως ο χρυσός, μπορούν να προσφέρουν προστασία. Να θυμίσουμε ότι σήμερα το χρέος των ΗΠΑ έχει ξεπεράσει τα 34 τρισ. δολάρια, αυξανόμενο κατά 1 τρισ. δολάρια κάθε 100 ημέρες.
Το σενάριο της «απο-δολαριοποίησης» αρχίζει λοιπόν να κάνει την εμφάνισή του. Η Κίνα αγόρασε το 2023 περισσότερους από 223 τόνους χρυσού και συνεχίζει με αμείωτο ρυθμό ως ένα μέσο διαφοροποίησης των αποθεμάτων της από αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ρωσία και με άλλες αναπτυσσόμενες χώρες. Οι χώρες αυτές αρχίζουν να βλέπουν τον χρυσό ως έναν από τους καλύτερους τρόπους αποθήκευσης αξίας έξω από ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο πλέον δεν εμπιστεύονται. Αντίστοιχα, η Σαουδική Αραβία ξεκίνησε πρόσφατα μία «γραμμή ανταλλαγής» του νομίσματός της με κινεζικό γουάν μέσω των κεντρικών τραπεζών τους. Εάν η Μέση Ανατολή απομακρυνθεί από το αμερικανικό δολάριο, όπως αναφέρει ο Λουίς-Βίνσεντ Γκέιβ της Gavekal, αυτό θα επιτείνει «την αβεβαιότητα του νόμισματος».
Πολλοί είναι αυτοί, βεβαίως, που κάνουν λόγο για το «θάνατο» του αμερικανικού δολαρίου εδώ και χρόνια χωρίς, ωστόσο να συμβαίνει αυτό. Υπάρχει όμως, και η άλλη θεωρία. Δεν χρειάζεται ο ολοκληρωτικός «θάνατος» του δολαρίου, αρκεί απλώς να είναι λίγο λιγότερο κυρίαρχο για τους επενδυτές σε όλα τα επίπεδα για να αρχίσουν να αισθάνονται ότι είναι λογικό να υπάρχει περισσότερη διαφοροποίηση. Και σε αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει η τεχνολογία και ενδεχομένως τα ψηφιακά νομίσματα και όχι αυτά των κεντρικών τραπεζών.
Οι αγορές χρυσού
Η Κίνα έχει επιδοθεί σε αγοραστικό πυρετό χρυσού, αγοράζοντας από ράβδους έως λίρες. Το συνολικό ποσό της ζήτησης περιλαμβάνει χρυσό για επενδύσεις, κοσμήματα, νομίσματα, αγορές από την κεντρική τράπεζα, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια και εξωχρηματιστηριακή δραστηριότητα, σύμφωνα με τον Γιόσεφ Καβαρόνι, επικεφαλής στρατηγικής αγοράς στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσου.
Οι κεντρικές τράπεζες των αναπτυσσόμενων χωρών αποτελούν την κινητήρια δύναμη τόσο στις αγορές όσο και στις πωλήσεις, με αυτή της Κίνας να παραμένει ο μεγαλύτερος αγοραστής χρυσού το 2023. Οι κεντρικές τράπεζες αγόρασαν συνολικά πέρυσι 1.037 τόνους, μόλις 45 τόνους λιγότερο από το ρεκόρ που σημειώθηκε το 2022, όταν αγόρασαν 1.136 τόνους, αξίας 70 δισ. δολαρίων.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση των αποθεμάτων χρυσού τα τελευταία 70 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι η κεντρική τράπεζα της Κίνας έχει ανεβάσει το συνολικό της απόθεμα σε χρυσό πάνω από τους 2.000 τόνους για πρώτη φορά και αυτό φυσικά συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια μείωσης της εξάρτησής της από το δολάριο ΗΠΑ.