Εν τη απουσία των ξένων διαχειριστών αλλά και μερίδας εγχώριων, το Χρηματιστήριο Αθηνών συντηρήθηκε πέριξ των 1.455 μοναδων, με μία συνεδρίαση να απέχει για το κλείσιμο μιας ακόμη θετικής χρονιάς.
Η αγορά επιδόθηκε περισσότερο στο να «παίξει άμυνα», μέσω stock picking, υπό το πρίσμα του κόκκινου διημέρου της Wall Street (σωρευτικές απώλειες άνω του 2,5%, με χαμηλή ωστόσο συναλλακτική δραστηριότητα) αν και στις δημοπρασίες υπήρξαν κάποιες πιέσεις, εξού και το αρνητικό κλείσιμο.
Ευρύτερα, όπως ανέφερε το insider.gr, ο συνδυασμός ενός μετριοπαθούς μονοψήφιου, ως επί το πλείστον, «growth» για την πλειονότητα των μετοχών της υψηλής κεφαλαιοποίησης και η απεύθυνση στην ίδια δεξαμενή κεφαλαίων που παίρνει πλέον τη μορφή εξάντλησης, φαίνεται να αποτελούν τα κύρια σημεία προβληματισμού μερίδας διαχειριστών ως προς τις προοπτικές της εγχώριας αγοράς.
Εφόσον το φετινό έτος, αποτέλεσε ένα έτος συσσώρευσης και υποαπόδοσης (έναντι των μεγάλων διεθνών αγορών), με τις αποδόσεις να βγαίνουν κατά βάση στο πρώτο μισό και εν συνεχεία να κυριαρχεί ένα μοτίβο, κατ' ελάχιστον, μονοτονίας - γκρίνιας, εύλογα μπορεί κάποιος να υποστηρίξει «γιατί να κάνει τη διαφορά το Χρηματιστήριο το 2025;». Από τη στιγμή μάλιστα που οι αναδυόμενες αγορές μόνο εύκολα δε θα περάσουν ελέω της εμπορικής πολιτικής που θα υιοθετήσει ο Ντόναλντ Τραμπ και με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί σε επίπεδο πολιτικοοικονομικού περιβάλλοντος στην Ευρώπη, φαίνεται πως προκρίνονται μεγαλύτερες δόσεις «άμυνας» μέσω... των χρηματικών διανομών.
Ένα εκ των βασικών προβληματικών σημείων της ρηχής εγχώριας αγοράς είναι η αδυναμία προσέλευση νέων επενδυτικών κεφαλαίων, κάτι που αποτυπώνεται στα roadshows στα οποία συμμετέχουν οι ίδιοι διαχειριστές που κατά βάση έχουν «υπέρ - αγοράσει Ελλάδα» ειδικά μετά τα αλλεπάλληλα placements που έλαβαν χώρα τη φετινή χρονιά, προκαλώντας «stock digestion» (πλημμύρισε η ρηχή εγχώρια αγορά με χαρτιά που αδυνατούνταν να απορροφηθούν εύκολα). Γίνεται έτσι περισσότερο ορατή η ανάγκη ανοίγματος σε νέους διαχειριστές μετά τα όρια εξάντλησης του πελατολογίου των υφιστάμενων brokers - «καλωδίων».
Τράπεζες, blue chips και μετοχές της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας διαπραγματεύονται μεν σε ελκυστικά επίπεδα και με υψηλά discounts σε όρους ενσώματης λογιστικής αξίας και κερδοφορίας έναντι των αντίστοιχων γκρουπ σε ευρωπαϊκές και αναδυόμενες αγορές αλλά παραμένουν «εγκλωβισμένες» στην ίδια δεξαμενή κεφαλαίων. Τα discounts και τα «stories αποτελούν το «τυράκι», το χρήμα όμως είναι αυτό που μπορεί να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού και των αποτιμήσεων.
Στις παθογένειες της εγχώριας αγοράς αναφέρεται ο Πέτρος Στεριώτης, πιστοποιημένος από τις κεφαλαιαγορές Ελλάδος και Κύπρου και τέως CEO ευρωπαϊκών ΕΠΕΥ. Όπως αναφέρει, «τα ισχυρά εταιρικά θεμελιώδη, η σταδιακή ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και η βελτίωση του δημοσιονομικού προφίλ της Χώρας είναι κάποιοι από τους παράγοντες που οδήγησαν πρόσφατα το ελληνικό Χρηματιστήριο σε υψηλά 13 ετών.
Παρά τις συνολικά ευνοϊκές προϋποθέσεις συνέχισης του δομικού ράλι, το Χρηματιστήριο Αθηνών συνεχίζει να ταλανίζεται από παθογένειες τις οποίες καλείται (επιτέλους) να υπερβεί ώστε να πορευθεί με επιτυχία προς το μέλλον. Συνοπτικά, τα σημαντικότερα ζητήματα που καλείται να επιλύσει η ελληνική Κεφαλαιαγορά είναι:
1. Ο μικρός αριθμός ενεργών κωδικών ιδιωτών επενδυτών, παρ’ όλο το προηγηθέν bull market. Αναγνωρίζουμε βεβαίως ότι η «φούσκα» του 1999 και η καταστροφική πορεία των δεικτοβαρών τραπεζικών και άλλων τίτλων την προηγούμενη δεκαετία έχουν δημιουργήσει «πληγές» που συνεχίζουν να αποστρέφουν πολλούς ιδιώτες από το Χρηματιστήριο. Την ίδια στιγμή, πολλοί από τους εν δυνάμει εγχώριους επενδυτές λιανικής έχουν τοποθετηθεί σε έντοκες επενδύσεις, οι οποίες όμως προσφέρουν αποδόσεις χαμηλότερες από τις τρέχουσες μερισματικές διανομές κερδοφόρων εταιριών.
2. Δεδομένου του «ιστορικού» και της… ψυχοσύνθεσης του μέσου Έλληνα επενδυτή απαιτείται η απόκτηση επενδυτικής παιδείας που να βασίζεται στον Οικονομικό Αλφαβητισμό, δηλαδή στην πληροφόρηση για τις δυνατότητες τις οποίες προσφέρουν επιλεγμένα προϊόντα των κεφαλαιαγορών, για το κόστος ευκαιρίας που η αποχή από αυτά ενέχει, αλλά και για την ανάγκη διαχείρισης του ρίσκου που αναπόφευκτα χαρακτηρίζει την κάθε μορφή επένδυσης.
3. Η σχετικά περιορισμένη σε όρους όγκου συναλλαγών παρουσία εγχώριων και ξένων θεσμικών επενδυτών στη Λεωφόρο Αθηνών, έστω και αν αυτοί «πρωταγωνιστούν» έναντι των ιδιωτών.
4. Οι συναλλαγές γενικά επικεντρώνονται σε μικρό αριθμό τίτλων μεγάλης κεφαλαιοποίησης, με την αντίστοιχη μεσαία, πόσω μάλλον την μικρή κεφαλαιοποίηση να παίζουν τον ρόλο του «φτωχού συγγενή». Προφανώς και η προσέλκυση χρήματος σε πρωτογενή και δευτερογενή Αγορά δεν γίνεται... με το ζόρι και οι υποψήφιοι επενδυτές θέλουν «να δούνε πράγματα» ώστε να επιλέξουν εναλλακτικούς τίτλους. Σίγουρα όλοι οι εμπλεκόμενοι, από τις Διοικήσεις των εταιριών μέχρι και τον «τελευταίο trader» οφείλουν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους ώστε να «καλλιεργηθεί» το απαιτούμενο επενδυτικό ενδιαφέρον, όμως η ύπαρξη νέων δυναμικών εισηγμένων στο ΧΑ οπωσδήποτε θα αυξήσει τις διαθέσιμες επιλογές.
5. Η χαμηλή ελεύθερη διασπορά (free float) αρκετών εισηγμένων.
6. Τα προαναφερθέντα σημεία προκαλούν τον - γνωστό και μη εξαιρετέο - χαμηλό όγκο συναλλαγών (όσοι αρθρογραφούμε τον επικαλούμεθα πολύ συχνά) και την χαμηλή εμπορευσιμότητα, φαινόμενα τα οποία «ρηχαίνουν» την ελληνική Αγορά και αποτρέπουν τα θεσμικά χαρτοφυλάκια από το να συμμετάσχουν «σοβαρότερα» στο Χρηματιστήριο Αθηνων εφόσον δυσκολεύονται να «χτίσουν» μεγαλύτερες μετοχικές θέσεις ή να τις κλείσουν στις περιόδους μεγάλης αύξησης της μεταβλητότητας.
7. Συνολικά είναι κρίμα να διαπιστώνεται (σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες) χαμηλού βαθμού διασύνδεση του Χρηματιστήριο με την ελληνική οικονομία, γεγονός που «μπλοκάρει» μία σημαντική πηγή άντλησης κεφαλαίων και κατ’ επέκτασιν την συνολική οικονομική ανάπτυξη της Χώρας. Η υπό προϋποθέσεις παροχή κινήτρων οικονομικής φύσεως (φορολογικών κλπ) σε εν δυνάμει εισηγμένες και επενδυτές θα μπορούσε να αμβλύνει το πρόβλημα.
Με βάση όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι το «rebranding» της ελληνικής κεφαλαιαγοράς είναι αναγκαίο. Οι αγορές εξελίσσονται και το ΧΑ «δεν παίζει μπάλα» μόνο του. Οι διαπιστώσεις και τα ευχολόγια φτάνουν. Πλέον χρειάζεται η εφαρμογή γενναίων δράσεων και πολιτικών συγκεκριμένης στόχευσης και μακράς πνοής οι οποίες θα αντιμετωπίσουν τις παθογένειες, θα ευνοήσουν την καλλιέργεια μετοχικής κουλτούρας στη Χώρα μας και θα αποδείξουν ότι το ΧΑ όντως δικαιούται να επιστρέψει στην κατηγορία των αναπτυγμένων αγορών. Ευελπιστούμε ότι επιτέλους θα γίνουν πράξη όλα όσα χρειάζονται ώστε το ΧΑ να αποδιώξει τη «ρετσινιά» που συνεχίζει να το κατατρέχει και να αποτελέσει εφεξής βασικό πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης, με τη συμμετοχή ενήμερων επενδυτών. Αυτή θα είναι η πραγματική και πολυπόθητη αναβάθμιση», καταλήγει ο Π. Στεριώτης.
Τεχνικα, «οι 1.458 δοκιμάστηκαν δύο φορές με τον Γενικό Δείκτη να κλείνει οριακά κάτω από αυτό και να δείχνει ότι μπορεί να δοκιμάσει το 1.469 που κατοχύρωση θα ανοίξει τον δρόμο για νέα υψηλά. Το 1.440 είναι κοντινή στήριξη και μόνο κατοχύρωση μπορεί να δοκιμάσει μεγαλύτερη διόρθωση με στήριξη στην ζώνη του 1.427. Μένει τυπικά να δούμε το κλείσιμο έτους που αν μη τι άλλο θα το θέλαμε πάνω από το 1.458 ή ακόμα καλύτερα πάνω από το 1.469. Στο εβδομαδιαίο φαίνεται ότι έχουμε όλες τις πιθανότητες να δούμε ένα καλό ξεκίνημα έτους που μπορεί να μας δώσει ένα καλό πρώτο τρίμηνο. Το στοπ σε ημερήσιο αναμένεται να ανέβει σε κοντινά επίπεδα τις επόμενες συνεδριάσεις», αναφέρει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance που βλέπει την αγορά το 2025 προς τις 1.620 - 1.750 μονάδες, με τεχνικό «μαξιλάρι», τις 1.359 μονάδες που προσφέρουν στήριξη σε περίπτωση υποχώρησης.
Στο ταμπλό, ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με ήπιες απώλειες 0,07% στις 1.456,31 μονάδες, με ενδοσυνεδριακό χαμηλό τις 1.454,86 μονάδες και υψηλό στις 1.461,83 μονάδες. Η συναλλακτική δραστηριότητα χαμήλωσε αισθητά στα 80,51 εκατ. ευρώ, απόρροια της απουσίας των ξένων. Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης έκλεισε οριακά χαμηλότερα στις 3.538,94 μονάδες, ενώ ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε με οριακή άνοδο 0,15% στις 1.281,39 μονάδες.
Ξεχώρισαν οι μετοχές των Ελλάκτωρ (1,85% στα 2,20 ευρώ) - με «ουρά» αγοραστών μετά την ανακοίνωση για την επιστροφή κεφαλαίου ύψους 0,85 ευρώ ανά μετοχή - ΔΕΗ (1,93% στα 12,13 ευρώ), Cenergy (1,51% στα 9,39 ευρώ), Viohalco (0,94% στα 5,37 ευρώ). Ήπια ανοδικά ΕΛΠΕ (0,54%) και ElvalHalcor (0,53%).
Από τις τράπεζες, σημαντική άνοδο κατέγραψε η Alpha Bank (2,63%) στα 1,6215 ευρώ με ικανοποιητικό τζίρο, ενώ κατά 0,88% ενισχύθηκε η Κύπρου στα 4,61 ευρώ (περισσότερο window dressing). Κέρδη 0,95% για την Optima στα 12,72 ευρώ. Ήπια άνοδος για Eurobank στα 2,24 ευρώ, ενώ πιέσεις ασκήθηκαν σε Εθνική (0,71%) Πειραιώς (0,78%). Στα βαριά χαρτιά, με απώλειες άνω του 2% έκλεισε η Sarantis και άνω του 1% οι Motor Oil, ΟΤΕ. Ήπιες πιέσεις ασκήθηκαν σε ΟΠΑΠ, Jumbo, Titan, Metlen. Απώλειες 0,87% για τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και 0,89% για Aegean.