Με κέρδη ολοκλήρωσαν οι δείκτες της Wall Street την εβδομάδα, παρόλο που οι συνεχείς αναταραχές λόγω του εμπορικού πολέμου που έχει ξεσπάσει μεταξύ των ΗΠΑ και ολόκληρου του πλανήτη τάραξαν τις παγκόσμιες οικονομίες. Πρόκειται για μια από τις πιο «δύσκολες» εβδομάδες στα χρονικά του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Παρόλα αυτά, η αισιοδοξία του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Λευκού Οίκου πως θα καταφέρουν να καταλήξουν σε μια εμπορική συμφωνία με την Κίνα, αναπτέρωσε το επενδυτικό ηθικό.
Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ εξήρε και πάλι τη δασμολογική στροφή του Τραμπ αυτή την εβδομάδα ως μια σημαντική τακτική στη διαπραγμάτευση νέων εμπορικών συμφωνιών, παρά τις οικονομικές επιπτώσεις. Η ίδια περιέγραψε τη νεοαναγγελθείσα παύση ως μέρος σχεδίου του Τραμπ που ξεκινά από την αρχή.
«Ο πρόεδρος το κατέστησε σαφές ότι είναι ανοιχτός σε μια συμφωνία με την Κίνα. Εάν η Κίνα συνεχίσει τα αντίποινα, δεν είναι καλό για την Κίνα», είπε η εκπρόσωπος.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Dow Jones ενισχύθηκε 1,56% στις 40.212 μονάδες, ο S&P 500 κέρδισε 1,72% στις 5.358 μονάδες και ο Nasdaq έκλεισε στο +2,06% στις 16.724 μονάδες.
Παρόλο που σημειώθηκε νέα κλιμάκωση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας όσον αφορά τους δασμούς, οι δείκτες κατάφεραν να ολοκληρώσουν την εβδομάδα σε θετικό έδαφος. Συγκεκριμένα, ο S&P 500 ενισχύθηκε 5,8%, σημειώνοντας την καλύτερη εβδομαδιαία επίδοσή του από τον Νοέμβριο. O Nasdaq κατέγραψε άνοδο σχεδόν 7,3%, ενώ ο Dow Jones πρόσθεσε 5,1%.
Την Πέμπτη οι δείκτες σημείωσαν απώλειες, με τον Dow Jones να υποχωρεί 2,5%, τον S&P 500 να διολισθαίνει 3,46% και τον Nasdaq να αποδυναμώνεται 4,31%. Αντιθέτως, την Τετάρτη το αμερικανικό χρηματιστήριο επιδόθηκε σε ιστορικό ράλι μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ πως «παγώνει» για 90 ημέρες τους δασμούς για όσες χώρες δεν προχώρησαν σε αντίποινα, χαρίζοντας στον Dow Jones τη μεγαλύτερη άνοδο στην ιστορία του και στον Nasdaq την καλύτερή του ημέρα σε διάστημα 24 ετών. Υψηλό επίδοσης από το 2008 πέτυχε και ο S&P 500.
Ο εξελισσόμενος εμπορικός πόλεμος απέκτησε νέες διαστάσεις χθες, καθώς οι ΗΠΑ αύξησαν τους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές στο 145%, όπως επιβεβαίωσε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου. Το τελευταίο εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ είχε αυξήσει τους δασμούς στο Πεκίνο στο 125% από 84% προσθέτοντας έναν επιπλέον 20% για τη φαιντανύλη, που είχε επιβληθεί προηγουμένως κατά της Κίνας. Νωρίτερα η Κίνα είχε προειδοποιήσει τις ΗΠΑ ότι η επιβολή δασμών στους βασικούς εμπορικούς τους εταίρους θα έχουν «σοβαρές συνέπειες» στην σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας.
Η Κίνα φαίνεται πως δεν έμεινε άπραγη, αφού αύξησε στο 125% (από 84%) τους δασμούς σε όλα τα προϊόντα από τις ΗΠΑ με ισχύ από τις 12 Απριλίου. «Με τους δασμούς στα τρέχοντα επίπεδα, δεν υπάρχει πλέον αγορά για τα αμερικανικά προϊόντα στην Κίνα. Εάν η αμερικανική πλευρά απαντήσει με νέους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα που εξάγονται στις ΗΠΑ, η Κίνα θα το αγνοήσει», όπως σημειώνεται ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών της χώρας.
Στα επιχειρηματικά νέα, τα έσοδα της Morgan Stanley σημείωσαν αύξηση 45% στα 4,13 δισ. δολάρια από τη διαπραγμάτευση μετοχών για το α' τρίμηνο του 2025 που ανήλθαν περίπου 840 εκατ. δολάρια περισσότερα από ότι ανέμεναν οι αναλυτές. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσίευσε η αμερικανική τράπεζα, τα έσοδα ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ στα 17,74 δισ. δολάρια με άνοδο 17% έναντι 16,58 δισ. δολαρίων που αναμενόταν. Τα κέρδη αυξήθηκαν κατά 26% στα 4,32 δισ. δολάρια ή 2,6 δολάρια ανά μετοχή. Η μετοχή της έχασε 0,2%.
Επιπλέον, τα κέρδη που ανακοίνωσε η Wells Fargo ξεπέρασαν τις προσδοκίες για το πρώτο τρίμηνο, αντισταθμίζοντας τα έσοδα που απογοήτευσαν λόγω των αδύναμων καταναλωτικών και εμπορικών τραπεζικών συναλλαγών. Τα καθαρά κέρδη της τέταρτης μεγαλύτερης αμερικανικής τράπεζας αυξήθηκαν στα 4,89 δισ. δολάρια ή 1,39 δολάρια ανά μετοχή, υψηλότερα από τα 4,62 δισ. δολάρια ή 1,20 δολάρια ανά μετοχή, ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά και από την εκτίμηση των αναλυτών της FactSet για κέρδη 1,23% ανά μετοχή. Παρόλα αυτά, η μετοχή της υποχώρησε κατά 0,95%.
Η JPMorgan Chase κατάφερε επίσης να ξεπεράσει τις εκτιμήσεις των αναλυτών με τα αποτελέσματα πρώτου τριμήνου που ανακοίνωσε, ωστόσο ο CEO Τζέιμι Ντάιμον, δήλωσε ότι οι επιθετικές δασμολογικές πολιτικές που ακολουθεί ο Ντόναλντ Τραμπ πιθανότατα θα προκαλέσουν ύφεση. Συγκεκριμένα η επενδυτική τράπεζα ανακοίνωσε κέρδη 5,07 δολάρια ανά μετοχή, το οποίο ενδέχεται να μην συγκριθεί με τα αναμενόμενα 4,61 δολ. ανά μετοχή των αναλυτών της Wall Street που συμμετείχαν σε έρευνα της LSEG. Τα έσοδα ήταν 46 δισ. δολ.. έναντι 44,11 δισ. δολ. της εκτίμησης. Η μετοχή της ενισχύθηκε 4%.
Στα μάρκο της ημέρας, σημάδια έντονης επιβράδυνσης παρουσίασε ο δείκτης τιμών παραγωγού ή τιμές χονδρικής (PPI) τον Μάρτιο στις ΗΠΑ εν μέσω απότομης μείωσης του κόστους των ενεργειακών προϊόντων, ωστόσο οι δασμοί στις εισαγωγές αναμένεται να οδηγήσουν τον πληθωρισμό υψηλότερα τους επόμενους μήνες. Συγκεκριμένα, σε ετήσια βάση ο Δείκτης υποχώρησε κατά 0,4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, μετά από αναθεωρημένη άνοδο 0,1% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή. Η μέση πρόβλεψη σε έρευνα του Bloomberg μεταξύ οικονομολόγων έκανε λόγο για άνοδο 0,2%. Πρόκειται για την πρώτη πτώση εδώ και 17 μήνες, μειώνοντας τη 12μηνη μεταβολή στο 2,7% από 3,2 τον Φεβρουάριο. Οι αναλυτές ανέμεναν μικρή αύξηση στο 3,3%.
Επιπρόσθετα, ισχυρή πτώση και μεγαλύτερη από το αναμενόμενο κατέγραψε το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ τον Απρίλιο, με τις ανησυχίες γύρω από την πορεία του πληθωρισμού και το ενδεχόμενο της ύφεσης να εντείνονται. Αναλυτικότερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης που καταρτίζει το πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν υποχώρησε στις 50,8 μονάδες, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1981, από 57 τον Μάρτιο, και πολύ χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών για 54,6. Πρόκειται για μηνιαία μεταβολή 10,9% και είναι 34,2% χαμηλότερη από ό,τι πριν από ένα χρόνο. Ήταν η χαμηλότερη μέτρηση από τον Ιούνιο του 2022 και η δεύτερη χαμηλότερη στην ιστορία της έρευνας του Πανεπιστημίου από το 1952.