Αυτή τη φορά (ή πιο ορθά και αυτή τη φορά), τα πρώτα μηνύματα δεν είναι καλά από το Βορρά της ΕΕ. Τούτο προφανώς δεν εκπλήσσει. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο γερμανικός άξονας αντιδρά σε οποιαδήποτε κίνηση για κοινή αντίδραση της Ευρώπης που απαιτεί να βάλει το χέρι στην τσέπη.
Ωστόσο και σε αυτή τη νέα διαπραγμάτευση που σχετίζεται με την κλιματική κρίση, το αποτέλεσμα όλων αυτών των ζυμώσεων είναι εξαιρετικά σημαντικό για την Ελλάδα. Και τούτο δεδομένων των εξαιρετικά κοστοβόρων έργων που πρέπει να γίνουν για την αποκατάσταση των πληγών αλλά και για την πρόληψη μελλοντικών εστιών κλιματικού κινδύνου. Προ λίγων μηνών η Κομισιόν υπολόγιζε τις ανάγκες της Ελλάδας σε περίπου 7,5 δισ. ευρώ και τώρα οι πρώτες - πρόχειρες – εκτιμήσεις που λαμβάνουν υπόψη και τις πληγές των δύο καταστροφών στον Έβρο και στη Θεσσαλία κάνουν λόγο για ένα ποσό της τάξης των 10 δισ. ευρώ…
Να πούμε σε αυτό το σημείο πως αυτό που κατάφερε να λάβει η ελληνική κυβέρνηση από την Κομισιόν δεν είναι λίγο. Είναι επιπλέον έως 2,25 δισ. ευρώ (πέραν των 3 δισ. ευρώ που είχαν ήδη προβλεφθεί προ ετών) για τα επόμενα χρόνια. Αλλά, όταν λέμε «επιπλέον», δεν εννοούμε νέα κονδύλια. Πρόκειται κυρίως για «δυνατότητες» να μεταφερθούν σε δράσεις αποκατάστασης και πρόληψης από την κλιματική αλλαγή κονδύλια της ΕΕ που πανευρωπαϊκά έχουν αποφασιστεί και μοιραστεί εδώ και καιρό. Δηλαδή θα «φύγουν» από άλλα έργα.
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα. Το να δοθεί «φρέσκο» χρήμα απαιτεί πολιτικές αποφάσεις σε κορυφαίο επίπεδο στην Ευρώπη και αυτές δεν υπάρχουν. Ούτε καν κυοφορούνται. Προφανώς θα επιχειρηθεί να δρομολογηθούν το επόμενο διάστημα, με πρωτοβουλίες σε διάφορα επίπεδα.
Να δούμε όμως τι λένε τα πρώτα μηνύματα που αφορούν στην επόμενη προγραμματική περίοδο μετά από 2027. Η πρώτη σκέψη είναι ότι μιλάμε για πολύ μελλοντικό χρόνο. Δεν ισχύει όμως αυτό γιατί τότε, το 2027 θα έχει τελειώσει το Ταμείο Ανάκαμψης με ότι αυτό συνεπάγεται για το ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας, ανεξαρτήτως των επιπλέον προβλημάτων που προκαλεί η κλιματική κρίση. Και τούτο σε ένα νέο καθεστώς ακριβού δανεισμού και υψηλότερου πληθωρισμού. Αν τότε λοιπόν δεν ενεργοποιηθεί ένα σχήμα που να καλύπτει την εν λόγω «τρύπα» (με την κλιματική κρίση να δείχνει τα δόντια της), δεν θα είναι καλά τα πράγματα. Οι αποφάσεις για «τότε» ξεκινούν να λαμβάνονται χρόνια πριν. Οι Γερμανοί λοιπόν φαίνεται πώς αντιδρούν όχι σε μία αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ για το μόνο ισχυρό αναπτυξιακό σχήμα που τότε είναι δεδομένο πως θα υπάρχει (το ΕΣΠΑ), αλλά ακόμα και στην λογική πρόταση αναπροσαρμογής του μελλοντικού αυτού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τον πληθωρισμό…
Η άρνηση αυτή του Βορρά συνιστά - για κάποιους στην ΕΕ - απλά μία ένδειξη για αυτά που θα ακολουθήσουν και για τις δυσκολίες που θα υπάρξουν και σε άλλα πεδία: από την κλιματική κρίση έως τους δημοσιονομικούς κανόνες.