Είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι πολλές επιχειρήσεις το τελευταίο διάστημα προχωρούν σε αυξήσεις μισθών, πιο μεγάλες από αυτές που υποχρεούνται να κάνουν, λόγω του «ξεπαγώματος» των τριετιών. Αναγνωρίζουν προϋπηρεσία, εφαρμόζουν από τώρα τη νέα άνοδο του κατώτατου, κάνουν αυξήσεις σε όλα τα κλιμάκια ή προσλαμβάνουν με καλύτερες αποδοχές.
Βεβαίως, οι εν λόγω κινήσεις δεν είναι γενικές, αφορούν κάποιους κλάδους, αυτούς που έχουν ελλείψεις προσωπικού ή που βιώνουν έντονη «κινητικότητα» εργαζομένων. Δηλαδή κάποιες επιχειρήσεις πληρώνουν παραπάνω για να διατηρήσουν το προσωπικό τους ή για να βρουν έμπειρους εργαζόμενους.
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μία πολύ καλή εξέλιξη. Συνιστά επίσης ένα παράθυρο ευκαιρίας ώστε ανοίξει ο δρόμος και για άλλους κλάδους. Για να έχουμε καλύτερα αμειβόμενες και πιο πολλές θέσεις εργασίας. Είναι κάτι παραπάνω από ευκαιρία, είναι μία αναγκαιότητα. Ειδικά τώρα που τα περιθώρια για νέες «ελαφρύνσεις» και για μέτρα στήριξης στενεύουν και με δεδομένο πως ο πληθωρισμός θα συνεχίζει (αν και με πιο αργό ρυθμό) να ροκανίζει το διαθέσιμο εισόδημα. Ειδικά σε μία αγορά εργασίας όπως η ελληνική, που έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα την προηγούμενη δεκαετία.
Το στοίχημα των μισθών και της απασχόλησης είναι μεγάλο και δεν έχει ακόμη κερδηθεί. Προφανώς και η εικόνα έχει αλλάξει άρδην με μοχλό την ανάπτυξη αλλά και τα επιχειρηματικά κέρδη. Η ανεργία πέφτει πλέον κάτω από το 10% με τον αριθμό των εργαζομένων στα 4,3 εκατομμύρια, όταν τον καιρό των μνημονίων είχε φτάσει έως το 28% και οι απασχολούμενοι είχαν πέσει στα 3,5 εκατομμύρια.
Αλλά, να θυμόμαστε πως το 2008 στην «καλύτερη» χρονιά για την ελληνική αγορά εργασίας των τελευταίων δεκαετιών η ανεργία ήταν στο 7,5% και οι απασχολούμενοι στα 4,6 εκατομμύρια. Οι εν λόγω αριθμοί δίδουν το δικαίωμα για διπλή ερμηνεία: ναι μεν πλησιάζουμε προς τα προ κρίσεων δεδομένα, αλλά και τότε υπήρχε πρόβλημα, αφού η ανεργία ήταν πάντα υψηλή...
Με άλλα λόγια, υπάρχει (και) δομικό πρόβλημα ανεργίας στην Ελλάδα και τούτο εμποδίζει μεταξύ άλλων και την άνοδο των μισθών. Αναφορικά με τις αιτίες, υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης για εργασία, όπως υπάρχει και ελλιπής σύνδεση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς, αλλά κυρίως υπάρχει ζήτημα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας που θα προσφέρει πιο πολλές και πιο καλές θέσεις εργασίας μέσα από την αύξηση των αναγκών για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Τούτο είναι λοιπόν το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί, με προσπάθεια από πολλές πλευρές. Καταρχήν από το κράτος που πρέπει να υλοποιήσει την προεκλογική του δέσμευση για κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ και μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ στην 4ετία. Αλλά και από τον επιχειρηματικό κόσμο ο οποίος θα πρέπει να φερθεί με υπευθυνότητα, στηρίζοντας την αναπτυξιακή διαδικασία και τη διασφάλιση των εισοδημάτων και μισθολογικά και τιμολογιακά.
Καλό λοιπόν το ποδαρικό των μισθολογικών αυξήσεων του 2024, μακάρι να έχει και συνέχεια αλλά και διάρκεια. Καλή χρονιά να έχουμε!