Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, με σημαντικές τουριστικές εκθέσεις να διαδέχονται η μια την άλλη, μεγαλώνει η συζήτηση για το πώς μπορεί τελικά να ευδοκιμήσει ένα μοντέλο τουρισμού για την ηπειρωτική Ελλάδα, το κομμάτι της χώρας μας δηλαδή που δεν στηρίζεται σε κάποιο νησί για την τουριστική του ανάπτυξη. Αυτό που πρέπει να απαντήσουμε ξεκάθαρα είναι το εάν μια περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδας, όπως είναι η Άρτα, αλλά και πολλές ακόμη, μπορούν να στηριχθούν στην τουριστική ανάπτυξη. Και ως εκ τούτου, προκύπτει το ερώτημα γιατί κάποιος να επενδύσει στον τουρισμό σε μια τέτοια περιοχή;
Οι Δήμοι και οι τουριστικές επιχειρήσεις είναι οι πρωταγωνιστές. Πρώτα και κύρια, είναι πλέον διαφορετικός ο τρόπος λειτουργίας των Δήμων, καθώς έχουν στα χέρια τους περισσότερα πλέον εργαλεία προώθησης του τουρισμού, υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό, αλλά και η διάθεση να επενδυθούν περισσότεροι πόροι –όχι αποκλειστικά οικονομικοί-. Προφανώς η καλή διάθεση των Δήμων δεν αρκεί. Οι επαγγελματίες του τουρισμού είναι εκείνοι που πρέπει να μετουσιώσουν τις κινήσεις του κάθε Δήμου σε οικονομικό αποτέλεσμα.
Το σημαντικότερο βήμα για να μπορέσει μια περιοχή να γνωρίσει τουριστική ανάπτυξη είναι να μην ευελπιστεί σε… ορδές επισκεπτών, κάνοντας γενικές κινήσεις. Όσο πιο καλά στοχεύσεις, τόσο καλύτερο αποτέλεσμα θα πάρεις. Έτσι, η στόχευση είναι αυτή που φέρνει τον κόσμο, αλλά και αυτή που, εάν δεν υπάρχει, τον διώχνει. Όπως έχω τονίσει σε πολλές συζητήσεις, η Άρτα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί για παράδειγμα τη γειτονική Λευκάδα, αλλά μπορεί να προσφέρει πολλά περισσότερα σε έναν επισκέπτη που ζητά συγκεκριμένα πράγματα, όπως π.χ. εναλλακτικό τουρισμό ή θρησκευτικό. Με μια προϋπόθεση: ότι ο κάθε επισκέπτης γνωρίζει τι μπορεί να βρει στην Άρτα και σε ποιες τιμές.
Βρισκόμαστε σε μια παρατεταμένη άνθηση του τουρισμού στην Ελλάδα. Αν δει όμως κάποιος τα επί μέρους στοιχεία για τις προτιμήσεις του κόσμου, θα αντιληφθεί ότι η ηπειρωτική Ελλάδα για να μπορέσει να έχει μέλλον τουριστικά και για να μην καταστούν οι πόλεις απλώς ένα πέρασμα προς έναν κοσμοπολίτικο προορισμό, πρέπει να προσφέρει (ο σωστός όρος είναι: να πουλήσει) στον επισκέπτη ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της. Μια ιστορία, που θα συναρπάσει τον επισκέπτη και θα τον προσελκύσει.
Τώρα, εάν θα τον κρατήσει είναι ένα άλλο θέμα και εδώ είναι που μπαίνει στην εξίσωση η παρουσία των επαγγελματιών του χώρου.
Αυτό που θα μπορούσε, όμως, κάθε περιοχή να κάνει είναι πέρα από την ανάδειξη των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων (για παράδειγμα η Άρτα διαθέτει πλήθος Βυζαντινών Μνημείων, ενώ συνδυάζει βουνό και θάλασσα με εναλλακτικό τουρισμό) είναι η δημιουργία ενός χάρτη επιχειρηματικότητας για τον τουρισμό. Πόσες επιχειρήσεις χρειαζόμαστε βάσει του τουριστικού μοντέλου που θέλουμε να αναπτύξουμε; Τι είδους επιχειρήσεις; Και το βασικότερο, μπορούν οι επιχειρήσεις αυτές να στηρίξουν το μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που έχει ανάγκη ο τόπος; Γιατί σε καμία περίπτωση δεν ωφελεί την τουριστική ανάπτυξη η ύπαρξη υπερπολλαπλάσιων π.χ. καφετεριών όταν δεν υπάρχουν ξενοδοχεία ή εστιατόρια και το αντίστροφο.
Φέρνω και πάλι σαν παράδειγμα την Άρτα, καθώς τα τελευταία χρόνια έχουμε κάνει μια πολύ σημαντική και στοχευμένη προσπάθεια στο κομμάτι αυτό, η οποία σιγά-σιγά αρχίζει και αποδίδει. Εκτός από την εκπόνηση ενός σχεδίου τουριστικής προβολής που έχουμε κάνει, το οποίο μας δείχνει ποιο είδος τουρισμού μπορεί να… ευδοκιμήσει στην περιοχή μας, έχουμε δώσει βαρύτητα στην ανάπτυξη μιας κουλτούρας του τουρισμού που θέλουμε.
Έτσι, σε συνεργασία με φορείς της περιοχής δημιουργούμε την «Πολιτιστική Διαδρομή» που συνδέει όλα τα μνημεία μας που βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, αναπτύσσοντας παράλληλα ένα δίκτυο ποδηλατοδρόμων γύρω από τα μνημεία αυτά, αλλά και μια ιστορία για κάθε ένα από αυτά. Δίνουμε βαρύτητα στην προώθηση των τοπικών προϊόντων μας που γίνονται γνωστά (για παράδειγμα οι περισσότεροι ξέρουν, αλλά δεν έχουν γευτεί το πορτοκάλι Άρτας, το μανταρίνι ακόμη και το ακτινίδιο, ενώ ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν τα εξαίρετης ποιότητας αλιεύματα του Αμβρακικού). Προβάλλουμε την περιοχή μας, αλλά και τις επιχειρήσεις μας σε τουριστικούς πράκτορες όχι μόνο του εξωτερικού, αλλά και της ίδιας της χώρας μας, ώστε να ο κόσμος να μας γνωρίσει. Συνεχίζουμε και επενδύουμε στον τουρισμό και είμαι αισιόδοξος ότι με μεθοδική δουλειά και συνεργασία θα κερδίσουμε το στοίχημα της τουριστικής ανάπτυξης της περιοχής μας. Έχουμε καλές επιχειρήσεις και φορείς και είμαι σίγουρος, ότι ο τουρισμός μαζί με τον πρωτογενή τομέα αποτελούν ατμομηχανές της τοπικής μας οικονομίας. Μέχρι σήμερα, ως Δήμος έχουμε εκπονήσει συγκεκριμένες και στοχευμένες ενέργειες στο τουριστικό κομμάτι, όπως το Σχέδιο Τουριστικής Προβολής και ο φετινός διαγωνισμός για την ανάθεση υπηρεσιών τουριστικής προβολής που αγγίζει σχεδόν τα 120.000 ευρώ, ενώ έχουμε συμμετάσχει σε εκδηλώσεις τουριστικού ενδιαφέροντος με βάση θεματικά κριτήρια όπως ο θρησκευτικός και γαστρονομικός τουρισμός και έχουμε δημιουργήσει θεματικά video και φυλλάδια για το Δήμο. Το επόμενο διάστημα σχεδιάζουμε την δημιουργία σύγχρονης ιστοσελίδας για το τουριστικό προϊόν της Άρτας, τη διοργάνωση και υποστήριξη ταξιδιών εξοικείωσης για δημοσιογράφους και τουριστικούς πράκτορες, τη διαφήμιση σε καίρια σημεία ανά την Ελλάδα (Μετρό Αθήνας, Αεροδρόμια κ.α.), την αδελφοποίηση με πόλεις για την ανάδειξη του θρησκευτικού τουρισμού και τη δημιουργία διαδρομής για τα βήματα του Μαξίμου Γραικού. Η προσπάθεια αυτή δεν είναι ενός, δύο ετών, αλλά συνεχίζεται και θα πρέπει να συνεχιστεί. Για αυτό και η μπαγκέτα του μαέστρου πρέπει να βρίσκεται στα χέρια των επαγγελματιών του χώρου κυρίως και στη συνέχεια των Δήμων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανάπτυξη του τουρισμού είναι ωφέλιμη για την χώρα, αλλά κατά πόσο είναι ωφέλιμη για κάθε πόλη ξεχωριστά είναι μια άλλη συζήτηση, εξίσου σημαντική. Για να μπορέσει μια περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδας να γνωρίσει την τουριστική άνθηση που της αντιστοιχεί και της αξίζει οφείλει να κάνει άμεσα κινήσεις στην τουριστική αγορά. Να δαπανήσει χρήμα, αλλά κυρίως να ανοίξει την πόρτα στους επαγγελματίες του χώρου. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι παραδοσιακές δυνάμεις του τουρισμού στη χώρα θα γίνουν ακόμη ισχυρότερες και σημαντικές περιοχές θα προσπαθούν να βρουν τι λάθος κάνουν και δεν… πλουτίζουν από τις «ορδές» των τουριστών που τους προσπερνούν.