Στα βήματα που έχουν γίνει μέχρι τώρα αλλά και στο φιλόδοξο πρόγραμμα του ΥΠΕΝ για την περαιτέρω ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης στην Ελλάδα αναφέρθηκε μιλώντας στο 5ο Συνέδριο Ηλεκτροκίνησης που διοργανώνεται από την HAEE και το Insider.gr, η Γενική Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αλεξάνδρα Σδούκου. H κ. Σδούκου σημείωσε ότι οι εξελίξεις για την Ηλεκτροκίνηση στην Ελλάδα κατά τον τελευταίο 1,5 χρόνο είναι αλματώσεις ενώ προδιέγραψε μια πολύ φιλόδοξη πορεία για τα επόμενα χρόνια με θεσμικές παρεμβάσεις και κίντηρα για την αγορά.
Ένα κρίσιμο σημείο στο οποίο θα εστιάσει η στρατηγική για την ηλεκτροκίνηση το 2022 είναι οι υποδομές φόρτισης, για τις οποίες ήδη, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και έναν αγγλικό οργανισμό, έχει ολοκληρωθεί σχετική μελέτη στην οποία αναλύονται τα χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς.
Παρουσιάζοντας τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης, η κ. Σδούκου επεσήμανε ότι η αναλογία διαθέσιμων δημοσίως προσβάσιμων φορτιστών σε σχέση με τα κυκλοφορούντα ηλεκτρικά οχήματα είναι στα ίδια και ίσως και σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα ευρωπαϊκά (αντιστοιχεί ένας δημοσίως προσβάσιμος φορτιστής σε έξι ηλεκτρικά οχήματα ενώ ο ευρωπαϊκός στόχος είναι ένα ανά 10).
Ωστόσο, η μελέτη εντόπισε κάποια κενά στο δίκτυο καθώς όπως διαπίστωσε, οι φορτιστές είναι συγκεντρωμένοι σε μεγάλα αστικά κέντρα και η πλειοψηφία τους βρίσκεται σε ιδιωτικούς χώρους με δημόσια πρόσβαση ενώ μόλις το 6% είναι εγκαταστημένο σε δημόσιους κοινόχρηστους χώρους. Όσον αφορά στους αυτοκινητόδρομους, καταγράφεται ικανοποιητική κάλυψη με 40 ταχυφορτιστές να έχουν εγκατασταθεί στα ΣΕΑ των εθνικών οδών αλλά όπως σημείωσε η κ. Σδούκου, στο μέλλον θα απαιτηθούν πολύ περισσότερες και υψηλότερης ισχύος υποδομές (άνω των 150 κιλοβάτ).
«Υπάρχει ανάγκη να αναπτυχθεί ισόρροπα το δίκτυο δημόσιων σημείων φόρτισης για να ικανοποιούνται τα γεωγραφικά και πληθυσμιακά κριτήρια», υπογράμμισε η κ. Σδούκου ενώ επεσήμανε ότι με βάση τα σενάρια αύξησης των ηλεκτρικών οχημάτων έως το 2030, θα απαιτηθούν περισσότερα από 12.000 σημεία φόρτισης το 2025 με την πλειοψηφία να αφορά σε φορτιστές γρήγορης φόρτισης (έως 22 κιλοβάτ) και ο αριθμός αυτός θα πρέπει να φθάσει τις 90.000 έως το 2030 (ταχείας και υπερταχείας φόρτισης). Τα κεφάλαια για το κόστος εγκατάστασής τους ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ ενώ για να επιταχυνθεί η προσπάθεια έχει σχεδιαστεί το πρόγραμμα «Φορτίζω παντού» με πόρους 80 εκατ. ευρώ από το RRF το οποίο θα επιδοτεί ιδιωτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά φόρτισης. «Στόχος είναι να σταθμίσει τον ανταγωνισμό και να προωθήσει την ανάπτυξη φορτιστών σε περιοχές που υπό όρους ιδιωτικής οικονομίας δεν είναι ακόμη συμφέρον», ανέφερε η κ. Σδούκου εξηγώντας τη συγκεκριμένη στρατηγική ενώ ανέδειξε την ανάγκη να εγκατασταθούν δημόσιες υποδομές σε κοινόχρηστους χώρους εντός των πόλεων και ως προς αυτό γίνεται προσπάθεια να εντοπιστούν οι περιφέρειες εκείνες στις οποίες
«Ο σχεδιασμός εξελίσσεται με τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης, ήδη 330 δήμοι της χώρας εκπονούν τα ΣΦΗΟ με πόρους από το Πράσινο Ταμείο. Έχουν ολοκληρωθεί τα 35 πρώτα και έχουν χωροθετηθεί σε αυτά περίπου 2.200 φορτιστές. Προχωράμε στα επόμενα βήματα που είναι η σύνταξη ενός πρότυπου τεύχους προδιαγραφών που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στους διαγωνισμούς που θα τρέξουν οι δήμοι για το δικαίωμα ανάπτυξης υποδομών φόρτισης», τόνισε η κ. Σδούκου.
Ανάγκη να μειωθούν οι τιμές φόρτισης
Η Γενική Γραμματέας του ΥΠΕΝ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις τιμές φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων αναδεικνύοντας την ανάγκη μείωσής τους προκειμένου να μην αποθαρρυνθούν οι χρήστες. «Οι τιμές χρέωσης δημόσιας φόρτισης είναι σχετικά υψηλές. Η μέση τιμή για AC φορτιστές είναι 40-50 λεπτά ανά κιλοβατώρα και για ταχυφορτιστές 60. Είναι ανάγκη να μειωθούν οι τιμές φόρτισης. Θα το δούμε στο επόμενο διάστημα σε συνεργασία με τη ΡΑΕ» σημείωσε η κ. Σδούκου ενώ στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται από το υπουργείο Οικονομικών και η μείωση ΦΠΑ από 24% σε 6% ώστε να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.