Όσο πιο σκληρό και καταπιεστικό γίνεται το καθεστώς του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, τόσο πιο επιτυχημένη φαίνεται η «βασιλεία» του Ιωσήφ Στάλιν στους απλούς Ρώσους. Στα πέντε χρόνια πριν από το 2021, ο αριθμός των Ρώσων που συμφώνησαν ότι «ο Στάλιν ήταν σπουδαίος ηγέτης» διπλασιάστηκε από 28% σε 56%, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν από το ανεξάρτητο Levada Center. Την ίδια περίοδο, ο αριθμός εκείνων που διαφώνησαν με αυτό το συμπέρασμα, μειώθηκε από 23% σε 14% τοις εκατό. Όπως αναφέρει το Foreign Affairs, από το 2015, ο Στάλιν υφίσταται αναβάθμιση στις εθνικές γιορτές και η συζήτηση για την περιστολή της «παρουσίας» του έχει σε μεγάλο βαθμό καταπνιγεί. Είναι τέτοιο το ενδιαφέρον για τον Σοβιετικό δικτάτορα, που μερικές φορές φαίνεται σαν να ανταγωνίζεται τον Πούτιν. Το πιο πιθανό, ωστόσο, είναι ότι απλώς χρησιμεύει ως χείρα βοηθείας από το μακρινό παρελθόν, καθησυχάζοντας τον σύγχρονο σύντροφό του ότι βρίσκεται στο σωστό δρόμο.
Δεν είναι μόνο ότι η σιδερένια διακυβέρνηση του Στάλιν έχει γίνει πρότυπο για το σημερινό Κρεμλίνο. Όλο και περισσότερο, ο ίδιος ο Πούτιν μοιάζει με τον Στάλιν στα τελευταία του χρόνια, όταν ο σοβιετικός ηγέτης ήταν στα πιο παρανοϊκά και σκληρά του χρόνια. Στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Στάλιν βρισκόταν στην εξουσία για περισσότερα από 20 χρόνια, και από τότε μέχρι τον θάνατό του το 1953, οδήγησε το καθεστώς του σε νέα αυταρχικά άκρα: Αυξημένη αδιαλλαξία για τις απόψεις των άλλων. Συνεχής καχυποψία για τους στενούς του συνεργάτες. Επιδεικτική, πραγματικά ξεδιάντροπη βαρβαρότητα και παραπλανημένες, εμμονικές ιδέες. Όπως ο Στάλιν στην τελευταία του περίοδο, ο Πούτιν πέρασε επίσης περισσότερα από 20 χρόνια στην εξουσία (συμπεριλαμβανομένης της περιόδου του ως πρωθυπουργού από το 2008 έως το 2012), και στην τρέχουσα προεδρική του θητεία, που ξεκίνησε το 2018, έχει επίσης δείξει πολλές από τις ίδιες «ποιότητες». Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τροποποίησε το ρωσικό σύνταγμα προς όφελος του όσον τις προεδρικές του θητείες, ενορχήστρωσε τη δηλητηρίαση και τη σύλληψη του ηγέτη της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι και ξεκίνησε έναν πόλεμο με καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρο τον κόσμο.
Τώρα, το 2022, η Ρωσία έχει μετατραπεί σε μια πλήρη, προσωπική απολυταρχία. Με τον εναγκαλισμό της ιμπεριαλιστικής και εθνικιστικής ιδεολογίας του, την ανελέητη καταστολή της κοινωνίας των πολιτών και κάθε μορφής διαφωνίας και την έκκληση του στα όπλα σχεδόν ολόκληρης της χώρας, ο Πούτιν έχει επαναπορροφήσει σχεδόν όλα τα κλασικά στοιχεία του σταλινικού ολοκληρωτισμού- από τη λατρεία της προσωπικότητας έως η λατρεία του ηρωικού θανάτου.
Στη ζώνη του λυκόφωτος
Οι ομοιότητες μεταξύ του Πούτιν και του Στάλιν, ξεκινούν από το στυλ και το μοντέλο ηγεσίας τους. Για τον Πούτιν, όπως και για τον Στάλιν, η διαδικασία λήψης αποφάσεων περιορίζεται σε ένα μόνο άτομο. Οι συνεργάτες και οι σύμβουλοι δεν έχουν σχεδόν καμία ικανότητα να επηρεάσουν τον τύραννο ή να προτείνουν εναλλακτικές ενέργειες. Αυτό έχει ελάχιστη ομοιότητα με τον τρόπο που διαμορφώνεται η πολιτική στα δημοκρατικά συστήματα ή ακόμη και στα ημι- απολυταρχικά καθεστώτα. Απέχει επίσης πολύ από τη συλλογική ηγεσία άλλων περιόδων της σοβιετικής ιστορίας, όπως η εποχή του Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Κατά κάποιο τρόπο, ο Πούτιν έχει ξεπεράσει ακόμη και το είδωλό του στην εξατομίκευση της διακυβέρνησής του. Ο Στάλιν, για παράδειγμα, ήθελε να μιλάει σε πρώτο πρόσωπο πληθυντικού: «Θα σε πυροβολήσουμε». Ο Πούτιν αρέσκεται επίσης να μιλάει στο όνομα της χώρας ή των ελίτ, αλλά τον Οκτώβριο, όταν ρωτήθηκε αν μετάνιωσε για κάτι για την «ειδική επιχείρηση» στην Ουκρανία, αναγνώρισε ότι ο πόλεμος ήταν δικό του προσωπικό σχέδιο. «Οι ενέργειές μου ήταν οι σωστές, την κατάλληλη στιγμή», απάντησε.
Ο Πούτιν έχει μάθει επίσης από τον Σοβιετικό δικτάτορα πώς να αντιμετωπίζει το δικό του καθεστώς. Στο τέλος της ζωής του, ο Στάλιν ήταν όλο και πιο καχύποπτος για τον στενό του κύκλο. Συχνά εξαπέλυσε την οργή του σε στενούς του συνεργάτες όπως ο Βιάτσεσλαβ Μολότοφ, ο υπουργός Εξωτερικών και επί μακρόν αναπληρωτής του. Το φθινόπωρο του 1945, επιστρέφοντας στη Μόσχα μετά από μια απουσία, ο Στάλιν επέπληξε τους άντρες που κάποτε φαινόταν ότι ήταν οι πιο πιστοί του «υπολοχαγοί» - ο Λαβρέντι Μπέρια, ο αρχηγός της μυστικής αστυνομίας, ο Γκεόργκι Μαλένκοφ, το μέλος του Πολιτικού Γραφείου με επιρροή, ο Αναστάς Μικογιάν, υπουργός εμπορίου και ο Μολότοφ. Ο λόγος ήταν ότι επέτρεψαν στην εφημερίδα Πράβντα να δημοσιεύσει αποσπάσματα ομιλίας του Βρετανού πρωθυπουργού Ουίνστον Τσόρτσιλ. Ο Μολότοφ ανέλαβε την ευθύνη για τη δημοσίευση, για να δεχτεί και πάλι πυρά για χαλάρωση των κανόνων λογοκρισίας για τους ξένους ανταποκριτές. Σε τηλεγράφημα προς τον Μπέρια, τον Μαλένκοφ και τον Μικογιάν, ο Στάλιν παραπονέθηκε ότι «ο Μολότοφ δεν φαίνεται να εκτιμά τα συμφέροντα του κράτους ή το κύρος της κυβέρνησής μας». Μετά από αυτό το επεισόδιο, η δεύτερη πιο εξέχουσα προσωπικότητα της Σοβιετικής Ένωσης δεν θεωρούνταν πλέον ως διάδοχος του δικτάτορα. Αλλά ούτε ο Μολότοφ ήταν μόνος του σε αυτό: Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, άλλα μέλη του στενού κύκλου του Στάλιν βρέθηκαν επίσης σε δυσμένεια για τον έναν ή τον άλλο λόγο -ή συχνά, χωρίς κανέναν απολύτως λόγο.
Όπως ο Στάλιν στα τελευταία του χρόνια, ο Πούτιν έχει αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο των ελίτ της Ρωσίας, αφήνοντάς τους παράλυτους από φόβο να μισούν κρυφά τον ηγεμόνα τους. Επί Στάλιν, η έκταση αυτού του μίσους δεν ήταν ποτέ πιο εμφανής όσο πριν και αμέσως μετά το θάνατό του, όταν ο Νικήτα Χρουστσόφ, ο Μπέρια και ο Μαλένκοφ που μάχονταν για να τον διαδεχθούν, ανταγωνίστηκαν για να απελευθερώσουν το καθεστώς από την «σκιά» του Στάλιν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Οι σημερινές ελίτ φοβούνται τον Πούτιν, αλλά φοβούνται ο ένας τον άλλον ακόμη περισσότερο, όπως έκαναν οι προκάτοχοί τους επί Στάλιν. Όπως ο σοβιετικός «μονάρχης», ο Πούτιν προτιμά να μένει οχυρωμένος σε κάποια από τις πολλές κατοικίες του, όπου έχει απομονωθεί τόσο σε πολιτικό όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο. Πάρτε για παράδειγμα την κατοικία του Πούτιν στο Σότσι, όπου περνά όλο και περισσότερο χρόνο. Θυμίζει την πολύ λιγότερο πολυτελή, αλλά εξίσου προσεκτικά φυλασσόμενη ντάτσα (σ.σ. εξοχικό) στην Αμπχαζία στην οποία ο Στάλιν κατέλυσε τον Οκτώβριο του 1945, αφού υπέστη είτε εγκεφαλικό είτε έμφραγμα. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα εξοχικά των δύο δικτατόρων δεν απέχουν πολύ περισσότερο από 30 μίλια το ένα από το άλλο, στην άνετη υποτροπική ζώνη της ακτής της Μαύρης Θάλασσας του Καυκάσου.
Επίσης, όπως ο Στάλιν, ο Πούτιν δεν έχει λάβει κανένα δραστικό μέτρο εναντίον μελών του στενού του κύκλου. Αλλά ο εκνευρισμός του, για τα λόγια και τις πράξεις τους, θυμίζει τον εκνευρισμό του Στάλιν. Θυμηθείτε, για παράδειγμα, τη διαβόητη, τηλεοπτική συνάντηση που είχε ο Πούτιν με τους κορυφαίους συμβούλους του για την εθνική ασφάλεια, την παραμονή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Καθισμένος μόνος σε ένα γραφείο σε μια μεγάλη αίθουσα με κολώνες, με τους συμβούλους του να υποβιβάζονται σε μια μακρινή γωνιά της αίθουσας, ο Πούτιν επέπληξε τον αρχηγό του ξένων υπηρεσιών πληροφοριών, Σεργκέι Ναρίσκιν, αφού τα έμπλεξε καθώς μπέρδεψε την αναγνώριση από τη Ρωσία των αυτονομιστικών δημοκρατιών της ανατολικής Ουκρανίας με την ένταξη τους στη Ρωσία. (Αυτό το μέρος του σχεδίου θα ερχόταν αργότερα).
Στην ίδια συνάντηση, ο Πούτιν είχε μια μπερδεμένη και οργισμένη συνομιλία με τον Ντμίτρι Κόζακ, έναν μακροχρόνιο συνεργάτη που ήταν υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία για την εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ. Μετά τη συνάντηση, ο Κόζακ εξαφανίστηκε εντελώς από την κοινή θέα. Τον Σεπτέμβριο, αρκετοί άνθρωποι κοντά στο Κρεμλίνο αποκάλυψαν στο Reuters ότι πριν από την ειδική επιχείρηση, ο Κόζακ είχε προφανώς διαπραγματευτεί μια υπόσχεση από την Ουκρανία ότι δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, κάτι που θα είχε κατευνάσει μία από τις βασικές ανησυχίες που οδήγησαν στη ρωσική εισβολή. Αλλά ο Πούτιν δεν ενδιαφερόταν: Είχε ήδη ξεκινήσει πόλεμο.
Ο χειμώνας του Πούτιν
Η χρήση στρατιωτικής δύναμης για την επίλυση προβλημάτων -κάτι που φαίνεται σχεδόν αναχρονιστικό στον εικοστό πρώτο αιώνα- είναι μια άλλη τακτική που κληρονόμησε ο Πούτιν από τον Στάλιν. Σκεφτείτε τον Χειμερινό Πόλεμο του 1939. Λίγο πριν το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Στάλιν απέτυχε να αποσπάσει από τη Φινλανδία τις εδαφικές παραχωρήσεις που ήθελε, και έτσι ξεκίνησε μια εισβολή. Όπως και με τον Πούτιν στην Ουκρανία, ο Στάλιν ήθελε να καταλάβει τμήματα εδάφους που πίστευε ότι θα ήταν στρατηγικά σημαντικά ως ζώνη ασφαλείας σε περίπτωση επίθεσης στη χώρα του. Και όπως και με τις «αμυντικές» ενέργειες του Πούτιν στην Ουκρανία, ο Στάλιν αναζήτησε ένα πρόσχημα και δημιούργησε μια πρόκληση στα σύνορα, επιτρέποντας στις δυνάμεις της Μόσχας να ξεκινήσουν «νόμιμα» έναν πόλεμο.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι δικτάτορες μίλησαν για συσσώρευση εχθρικών στρατευμάτων που στην πραγματικότητα δεν υπήρχαν. Και οι δύο υποτίμησαν δραστικά την αποφασιστικότητα του λαού του οποίου εισέβαλαν στη χώρα να αντισταθεί: Ακριβώς όπως ο Στάλιν περίμενε από το φινλανδικό προλεταριάτο να πλημμυρίσει τους συντρόφους του από την εργατική τάξη με μπουκέτα λουλούδια, ο Πούτιν υπέθεσε ότι οι Ουκρανοί θα χαιρετούσαν τους Ρώσους στρατιώτες ως απελευθερωτές. Και οι δύο αυταρχικοί ηγέτες αποδείχθηκαν τραγικά λάθος. Ακόμη και η χρήση φιλορώσων αυτονομιστών από τον Πούτιν ήταν μια σταλινική καινοτομία. Όταν ο Πούτιν έκανε μια συμφωνία με τις τεχνητά δημιουργημένες κυβερνήσεις του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ, ακολουθούσε τα βήματα του Στάλιν, ο οποίος ίδρυσε μια εναλλακτική φινλανδική ηγεσία ελεγχόμενη από το Κρεμλίνο και στη συνέχεια υπέγραψε συμφωνία με το καθεστώς μαριονέτα.
Ο ισχυρισμός του Πούτιν ότι η ουκρανική κυβέρνηση ήταν απλά μια προμετωπίδα για τις πολεμοχαρείς δυτικές δυνάμεις, ήταν επίσης απόηχος της αντίληψης του Στάλιν για τον Χειμερινό Πόλεμο. Στα απομνημονεύματά του, ο Juho Kusti Paasikivi, ο Φινλανδός απεσταλμένος στη Μόσχα που αργότερα έγινε πρόεδρος της Φινλανδίας, έγραψε ότι «κατά τη γνώμη των Ρώσων, αυτός ο πόλεμος ήταν προφανώς ένας πόλεμος που διεξήγαγαν η Αγγλία και η Γαλλία εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας». Κατά τη διάρκεια του Χειμερινού Πολέμου, η ψεύτικη φινλανδική κυβέρνηση που είχε δημιουργήσει ο Στάλιν, ζήτησε από τη Σοβιετική Ένωση υποστήριξη για την υλοποίηση αυτού που αποκαλούσε «την πανάρχαια φιλοδοξία του φινλανδικού λαού να ενώσει τον λαό της Καρελίας (που ζει στο σοβιετικό έδαφος) σε ένα ενιαίο και ανεξάρτητο φινλανδικό κράτος». Στον πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία, η «επανένωση των αδελφικών λαών» έχει γίνει το κυρίαρχο σλόγκαν. Δικαιολογώντας την ανάγκη προσάρτησης του ουκρανικού εδάφους, ο Πούτιν επανέλαβε σχεδόν λέξη προς λέξη το σημείωμα του Μολότοφ προς τον Πολωνό πρεσβευτή τον Σεπτέμβριο του 1939, το οποίο έλεγε ότι «η σοβιετική κυβέρνηση δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη ενώ οι συγγενείς Ουκρανοί και Λευκορώσοι που ζουν στο έδαφος της Πολωνίας αφήνονται στο έλεος της μοίρας, χωρίς καμία προστασία».
Αλλά υπάρχει ένας άλλος πόλεμος του Στάλιν με τον οποίο η περιπέτεια του Πούτιν στην Ουκρανία μπορεί να μοιάζει σε κάποιο βαθμό: Ο πόλεμος της Κορέας. Εξάλλου, ήταν ο Στάλιν που ενέκρινε την έναρξη της επίθεσης της Βόρειας Κορέας στο νότο στις 25 Ιουνίου 1950. Και σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, όπως και ο Πούτιν στην Ουκρανία, ο Στάλιν υπέθεσε ότι η Νότια Κορέα θα κατακτηθεί σε λίγες εβδομάδες. Και όπως συνέβη με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία φέτος, τα Ηνωμένα Έθνη καταδίκασαν την επίθεση της Βόρειας Κορέας. Στην περίπτωση της Κορέας, τα στρατεύματα των ΗΠΑ εισήλθαν στη σύγκρουση υπό τη σημαία του ΟΗΕ. Ως πόλεμος δι' αντιπροσώπων μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, ο πόλεμος της Κορέας περιελάμβανε μαχητικά αεροσκάφη και από τις δύο δυνάμεις που αναμετρήθηκαν στον ουρανό, αν και οι Σοβιετικοί πιλότοι είχαν διαταχθεί να μην να εισέλθουν στον εναέριο χώρο της Νότιας Κορέας. Όταν έγινε σαφές ότι ο πόλεμος επρόκειτο να διαρκέσει, ο Στάλιν δεν βιάστηκε να τον τερματίσει και έδωσε εντολή στην κυβέρνηση της Βόρειας Κορέας να παρατείνει τις ειρηνευτικές συνομιλίες. Μόνο όταν πέθανε ο Στάλιν κατέστη δυνατός ο τερματισμός της σύγκρουσης, όπως συνέβη με τόσες άλλες προσωπικές του πρωτοβουλίες. Αν δεν πέθαινε, δεν υπήρχε τίποτα και κανένας που να μπορούσε να σταματήσει τον Στάλιν στα χρόνια του λυκόφωτος του - όπως ο Πούτιν σήμερα.
Ο Ιβάν ο αυτοκράτορας
Αλλά η συμπάθεια του Πούτιν για τον Σοβιετικό ηγέτη ξεπερνά τις αδίστακτες μεθόδους του Στάλιν, για να συμπεριλάβει την πραγματική κοσμοθεωρία του «πατερούλη». Όπως ο Στάλιν, ο Πούτιν πιστεύει ότι ο κόσμος χωρίζεται σε σφαίρες επιρροής και υποθέτει ότι μπορεί να σημαδέψει τα εδάφη που πιστεύει ότι του ανήκουν με σαρωτικές πινελιές σε έναν χάρτη. Ο Πούτιν πιστεύει επίσης ότι η Ρωσία μπορεί να ανθίσει σε πολιτική απομόνωση και κάτω από μια πολιτική οικονομικής αυταρχικότητας. Συμμερίζεται επίσης τον ιμπεριαλιστικό εθνικισμό του Στάλιν. Αξίζει να θυμηθούμε ότι, παρ' όλη τη σοβιετική του ορθοδοξία, ο Στάλιν ήταν έτοιμος να απορρίψει τον μαρξισμό-λενινισμό όταν τον βόλευε και να παίξει επιδέξια το εθνικιστικό χαρτί, κάνοντας έκκληση στα συναισθήματα της κυρίαρχης εθνικής ομάδας. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πρώτη του ομιλία προς τον σοβιετικό λαό στο ξέσπασμα του πολέμου, ο Στάλιν δεν ξεκίνησε με το «Σύντροφοι!», αλλά με «Αδέρφια και αδελφές!» Στο τέλος του πολέμου, έκανε τη διάσημη πρόποσή του στις 24 Μαΐου 1945, όχι για τους Σοβιετικούς αλλά για τον ρωσικό λαό: «Ευχαριστώ το ρωσικό έθνος για την εμπιστοσύνη!» Σε αυτές και σε άλλες περιπτώσεις, ο Στάλιν έκανε έκκληση πάνω από όλα στη ρωσική ιστορία και τη ρωσική υπερηφάνεια. Μια τέτοια στρατηγική είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του ύστερου «Πουτινισμού» ή αυτού που ονομαζόταν «σωβινισμός της μεγάλης δύναμης».
Ακόμη πιο εμφανής είναι η προσφυγή του Πούτιν στη νομιμοποιημένη αφήγηση του Στάλιν για τη νίκη της Ρωσίας στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Σχεδόν αμέσως, ο Στάλιν προσπάθησε να μετατρέψει μια τραγωδία στην οποία σκοτώθηκαν περίπου 20 εκατομμύρια Ρώσοι, σε μια ιστορία θριαμβευτικού ηρωισμού. Ταυτόχρονα, ο δικτάτορας έθεσε γρήγορα στο χαλινάρι του όλους τους στρατηγούς, των οποίων η δημοτικότητα μεταξύ των μαζών θα μπορούσε να τους κάνει απειλή: Πολλοί συνελήφθησαν και σκοτώθηκαν, ενώ ακόμη και ο Γκεόργκι Ζούκοφ, ο κεντρικός στρατιωτικός διοικητής και αρχιτέκτονας της σοβιετικής νίκης, παραγκωνίστηκε. Ο Στάλιν ανησυχούσε για την αυξανόμενη δημοτικότητα των στρατιωτικών διοικητών και έκανε ό,τι μπορούσε για να ξεχαστούν γρήγορα οι λεπτομέρειες του πολέμου. Ο Πούτιν έχει χτίσει τη δική του νομιμοποίηση γύρω από την ιδέα ότι είναι τώρα ο κληρονόμος του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου - όπως είναι επίσημα γνωστός ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος στη Ρωσία, σε έναν απόηχο του Πατριωτικού Πολέμου του 1812 κατά του Ναπολέοντα.
Ταυτόχρονα, ο Πούτιν οικειοποιήθηκε την Παρέλαση της Νίκης, η οποία λαμβάνει χώρα στις 9 Μαΐου κάθε χρόνο, στην οποία τεράστιος αριθμός Ρώσων παρελαύνουν με φωτογραφίες συγγενών που συμμετείχαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την μετέτρεψε σε επίσημη μαζική παρέλαση με επικεφαλής τον ίδιο. Έχει επίσης μετατρέψει τη σοβιετική λατρεία της νίκης σε λατρεία πολέμου. Έχοντας προετοιμάσει το δρόμο με αυτό το ξαναγράψιμο της ιστορίας, ο Πούτιν κήρυξε την εισβολή στην Ουκρανία ως πόλεμο ενάντια στον «ναζισμό» και τη Δύση και τίποτα λιγότερο από μια συνέχεια του ημιτελούς Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Πρόκειται για παραχάραξη της ιστορίας σε τεράστια κλίμακα και χειραγώγηση της συλλογικής συνείδησης μιας ολόκληρης χώρας.
Για τον Πούτιν, η ιστορία έχει γίνει βασικό όργανο για τη διατήρηση της δικής του κυριαρχίας και τον έλεγχο της χώρας – όπως ακριβώς έγινε και για τον Στάλιν. Πάνω από όλα είναι τα παραδείγματα του Ιβάν του Τρομερού και του Μεγάλου Πέτρου, που παρέχουν τους δίδυμους πυλώνες της σκληρότητας και του ιμπεριαλισμού. Ο Στάλιν προσπάθησε να συνδέσει το καθεστώς του με τον Ιβάν τον Τρομερό, αναθέτοντας στον σκηνοθέτη Σεργκέι Αϊζενστάιν να δημιουργήσει μια ταινία για τον ιστορικό ηγεμόνα και το τρομερό καθεστώς του. Η απάντηση μιας λογοτεχνικής φυσιογνωμίας εκείνης της εποχής, του Λεονίντ Σομπόλεφ τα λέει όλα: «Πρέπει να μάθουμε να αγαπάμε την oprichnina», την διαβόητη μυστική αστυνομία που εξαπέλυσε ο Ιβάν κατά των πάντων. Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, ότι η συζήτηση για τη βάναυση βασιλεία του Ιβάν έχει επιστρέψει υπό τον Πούτιν. Κατά τη διάρκεια μιας συγκέντρωσης για την προσάρτηση των τεσσάρων ουκρανικών περιοχών, ο Ivan Okhlobystin, ένας Ρώσος ηθοποιός και πιστός του Πούτιν, ανέβηκε στη σκηνή και φώναξε «Goida!» - την κραυγή μάχης που ήταν το σύνθημα των oprichniki του Ιβάν του Τρομερού. Και ακριβώς όπως ο Στάλιν ανέστησε έναν νέο ρωσικό εθνικισμό στα χρόνια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Πούτιν συνέκρινε τον πόλεμο του στην Ουκρανία με την εκστρατεία του Μεγάλου Πέτρου εναντίον της σουηδικής αυτοκρατορίας.
Όπως και με τον Στάλιν στα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, ο Πούτιν έχει διακόψει τις σχέσεις με τη Δύση και έχει αρχίσει να απεικονίζει οτιδήποτε ξένο ως ασυμβίβαστο με τη ρωσική ιδεολογία και αξίες. Τους ανθρώπους που ο Στάλιν αποκαλούσε «κοσμοπολίτες χωρίς ρίζες», οι οποίοι κυνηγήθηκαν από τις δουλειές τους και διώχτηκαν, διαδέχτηκαν στη Ρωσία του Πούτιν εκείνοι που ονομάστηκαν «ξένοι πράκτορες». Επί Στάλιν, οι δεσμοί με ξένους μπορούσαν να οδηγήσουν ένα άτομο στη φυλακή. Τον Οκτώβριο του 2022, η Ρωσία του Πούτιν άρχισε να εφαρμόζει έναν νέο νόμο -εξ ολοκλήρου σταλινικό στο πνεύμα και τη ασαφή διατύπωσή του- «για την εμπιστευτική συνεργασία με ένα ξένο κράτος». Ο Πούτιν ολοκλήρωσε την αποκατάσταση του Στάλιν τον Δεκέμβριο του 2021, ακριβώς λίγο πριν εξαπολύσει τον πόλεμο του, όταν επέτρεψε στους δικούς του oprichniki -στην περίπτωση αυτή, στους εισαγγελείς και άλλα μέλη του λεγόμενου συστήματος δικαιοσύνης- να καταστρέψουν το Memorial, έναν ερευνητικό οργανισμό που υπήρχε, ακριβώς για να κρατήσει ζωντανή τη μνήμη της καταστολής της εποχής του Στάλιν. Μεταξύ άλλων, το Memorial ήταν ένας από τους λίγους ανεξάρτητους οργανισμούς στη Ρωσία που μπόρεσε να διατηρήσει την πραγματική ιστορία της Ρωσίας και όχι τη σταλινική εκδοχή της.
Χρησιμοποιώντας τέτοιες τακτικές, ο Πούτιν άνοιξε τον δρόμο -τόσο συμβολικά όσο και πρακτικά- για τον πόλεμο και για στοιχεία ολοκληρωτισμού στο δικό του πολιτικό σύστημα. Στην πραγματικότητα, η διαδικασία εκτυλίσσεται εδώ και χρόνια: Έχει κατηχήσει τους Ρώσους με την εκδοχή της ιστορίας του, επιτίθεται στη συνείδησή τους με τα άρθρα και τις ομιλίες του. Επίσης, το έργο του έχει ενισχυθεί από την φιλοσταλινική ιστορική προπαγάνδα, μεταξύ άλλων από τη Ρωσική Ιστορική Εταιρεία υπέρ του Κρεμλίνου και τη Ρωσική Στρατιωτική Ιστορική Εταιρεία. Έτσι, στις αρχές του 2022, ο Πούτιν θα μπορούσε να βρει έτοιμη λαϊκή υποστήριξη για την επίθεσή του κατά της ιστορίας και για τον πόλεμό του, καθώς και για την κάθοδο στη σταλινική παράνοια που απαιτούσε, στην οποία οι άνθρωποι καταγγέλλουν τους γείτονές τους και οι δάσκαλοι και οι μαθητές καταγγέλλουν ο ένας τον άλλον.
Μόνο με τη δύναμη του
Ελλείψει δημοκρατίας, ο Πούτιν απέτυχε να δημιουργήσει έναν μηχανισμό για τη μεταφορά της εξουσίας αφού, όπως ο Στάλιν, δεν έχει καμία πρόθεση να εγκαταλείψει αυτή την εξουσία. Ως αποτέλεσμα, η ρωσική ιστορία παγιδεύεται σε έναν φαύλο κύκλο. Αλλά δεν είναι σαφές εάν η Ρωσία μπορεί να περιμένει μια επανάληψη των γεγονότων του Μαρτίου του 1953, όταν ο Στάλιν βρισκόταν ετοιμοθάνατος και οι στενότεροι συνεργάτες του συναγωνίστηκαν για να αναιρέσουν την κληρονομιά του.
Όπως και με τη Σοβιετική Ένωση επί Στάλιν, έχει κανείς την εντύπωση ότι η Ρωσία σήμερα δεν έχει εναλλακτική από τον Πούτιν. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος για οτιδήποτε λέει ή κάνει: Φαίνεται ότι είναι άχρηστο να του εναντιωθεί κάποιος. Οι ελίτ της Ρωσίας πρέπει να ενεργήσουν σύμφωνα με αυτή τη λογική. Όπως οι ελίτ υπό τον Στάλιν, θα πρέπει απλώς να περιμένουν ο τύραννος να φτάσει στο τέλος του, ελπίζοντας ότι με κάποιο τρόπο θα εξαφανιστεί πριν προλάβει να τους απολύσει ή να τους φυλακίσει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ψηφοφόροι του Πούτιν ενδιαφέρονται τόσο για την υγεία του. Στην εποχή του Στάλιν, η κατάσταση της υγείας του δικτάτορα ήταν λιγότερο γνωστή, αλλά εκείνοι οι συνεργάτες και τα μέλη του ΚΚΚ που ήταν κοντά του στα τελευταία του χρόνια, κατάλαβαν ότι δεν ήταν καλά. Αυτό έγινε φανερό στο κοινό στο 19ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος τον Οκτώβριο του 1952, στο οποίο ο Στάλιν φαινόταν γερασμένος και αδύναμος. Δοκίμασε τους συντρόφους του προτείνοντας να αντικαταστήσει τον εαυτό του με έναν νεότερο ηγέτη, ενώ ταυτόχρονα εισήγαγε σχετικά νέα πρόσωπα στα κυβερνητικά όργανα- προκαλώντας έτσι περισσότερη ανησυχία στην «παλιά φρουρά» του κόμματος.
Ο Πούτιν θα μπορούσε να ακολουθήσει ένα παρόμοιο μονοπάτι, και εν μέρει το έχει ήδη κάνει, ειδικά σε περιφερειακό επίπεδο, όπου έχει δώσει κυβερνήσεις σε ένθερμους νέους πιστούς οπαδούς του. Όμως, παρόλο που πλησιάζει την ηλικία του Στάλιν κατά το θάνατό του, ο Πούτιν φαίνεται πιο υγιής και φαίνεται να έχει περισσότερο χρόνο από ό,τι ο Στάλιν στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ωστόσο, υπάρχει ένα κρίσιμο μάθημα εδώ για τον Πούτιν: Το μίσος και ο φόβος για τον Στάλιν τα τελευταία του χρόνια ήταν τόσο ισχυρά που, όταν έπαθε το τελευταίο του εγκεφαλικό, τις ώρες που πιθανώς μπορούσε ακόμη να σωθεί, οι στενότεροι συνεργάτες του δεν ήρθαν προς βοήθειά του. Και μέσα στην αγωνία του, πέθανε ουσιαστικά μόνος. Ο Πούτιν φαίνεται πιο δυνατός από ποτέ σήμερα. Αλλά την ίδια στιγμή, δεν είναι σαφές ποιος θα μπορούσε να τον σώσει αν έχανε ποτέ αυτή τη δύναμη. Όπως ο Στάλιν στα τελευταία του χρόνια.