Το πρόβλημα για το σκάνδαλο στο χώρο του φαρμάκου, είναι η επιλογή της προανακριτικής; Το πρόβλημα δηλαδή είναι διαδικαστικό και τελετουργικό ή το πρόβλημα είναι η εξοργιστική απόσπαση τεράστιων πόρων απ τη οικονομία; Το πρόβλημα είναι η (ευεξήγητη) οργή προσώπων που αναφέρονται στα κείμενα ή μια ανεξήγητη αντιπολιτευτική αμηχανία και βαρυθυμία; Νομίζω είναι ακατανόητος (πολιτικά όχι συναισθηματικά) ο χαρακτήρας της πολιτικής σύγκρουσης, πάνω σε κάτι που όλοι συνομολογούν: υπάρχει καραμπινάτο διεθνές σκάνδαλο, με αδιερεύνητες ακόμα πτυχές. Το πολιτικό σύστημα θα ‘πρεπε ομόθυμα να επισπεύσει την έρευνα. Αντίθετα υπάρχει μια ανεξήγητη αντίδραση κυρίως της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Υπάρχει μια λογική αντι-ενοχοποίησης, ανάσχεσης, καθυστέρησης, επίκλησης εμποδίων, δικαιολογιών. Μια λογική «στα μούτρα τα δικά σας», «δεν φταίω εγώ, φταίει ο Χατζηπετρής», «κι εσείς ίδιοι είστε» κλπ.
Γιατί; Ποιος φοβάται την έρευνα; Για ποιο λόγο ένα ιστορικό κόμμα να ταυτίζεται με πιθανές ευθύνες προσώπων που ενδεχομένως τρύπωσαν ή θήτευσαν στις γραμμές του; Θα είναι λυτρωτική η τίμια έρευνα χωρίς εικονογραφήσεις και καταδιωκτική μέριμνα. Μια τεχνοκρατική, ψύχραιμη και χαμηλόφωνη έρευνα. Αντίθετα: φωνές και ύβρεις. Απειλές και ορκισμένη εκδίκηση. Η πολιτική ευθύνη γεννάει άγχος, πίκρες, αίσθηση αδίκου, θυμό. Οι κουτσαβακισμοί, οι απειλές και το υβρεολόγιο όμως από πού γεννιούνται; Από ποιο υπόστρωμα παράγονται; Για ένα τμήμα της παραδοσιακής αριστερής ανάγνωσης, το «σκάνδαλο» είναι συστημική κανονικότητα. Είναι οργανικό μέρος του συστήματος η εκτροπή, οι πλάγιοι τρόποι, ο αθέμιτος ανταγωνισμός. Γι’ αυτό το τμήμα της αριστεράς, η επινόηση ελεγκτικών μηχανισμών –συνήθως δυσκίνητων και αργόστροφων –είναι το συστημικό άλλοθι. Το σύστημα επινοεί και τα μοντέλα ανταγωνισμού και τα εργαλεία υπέρβασής του. Επομένως και μοιραία, (κατά τη θεώρηση αυτή) καλύτερα να μην κάνεις κριτική στα περιστατικά διαφθοράς αλλά στην νομοτέλεια.
Από αυτή την εκδοχή κριτικής αφωνίας, ίσως διαφεύγει, το ότι οι δουλειές φαίνεται ότι κλείνονται στην πιάτσα, με λογική πιάτσας και ανθρώπους της πιάτσας. Ότι θεμελιώνεται η «ανταλλαγή» στην άτυπη κουλτούρα ενός ανταλλακτικού λειτουργισμού. «Δίκαιο» είναι να κλείσει η δουλειά, να κτιστεί το υπερκέρδος, να τσακιστεί ο ανταγωνιστής. Το να αναζητά κανείς συστημική υπερκάλυψη στην «αμαρτία», (το σύστημα φταίει όχι ο δράστης), ουσιαστικά προ-αθωώνει τις αδυναμίες και τους χαλαρούς ηθικούς κώδικες. Όμως η αντίληψη υποδείγματος για την αριστερά ήταν ένα βασικό εργαλείο με το οποίο προσπάθησε και κατάφερε να νομιμοποιηθεί ιδίως μετά τον εμφύλιο. Να επανεγγραφεί κοινωνικά, μετά την βίαιη, συκοφαντική, πολιτική και κανονιστική εκθεμελίωση που υπέστη. Σήμερα το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, ίσως πρέπει να υιοθετήσει στην συμπεριφορά και τις ιεραρχήσεις, την κλίμακα «υποδείγματος». Όσο κι αν μια τέτοια επιλογή μοιάζει ηθικισμός. Ο μαζικός και εύκολος αντικοινοβουλευτισμός, άλλωστε, χρειάζεται τα αντιπαραδείγματα, ποθεί την αδυναμία, τους εύκολους στόχους. Ο μαζικός αντικοινοβουλευτισμός «παραγγέλλει» την ηθική εκτροπή αφού έτσι δικαιώνει τη πολιτική εκτροπή, δια της οποίας εννοιοδοτείται. Τα υβριδικά και τερατώδη φαινόμενα του παραπολιτικού «άλιεν», εξολοθρεύουν τον ίδιο το δημοκρατικό πυρήνα. Την αισθητική της δημοκρατίας, τη απαίτηση της δημοκρατίας, τους όρους της δημοκρατίας ως οργανικής και όχι επιθεματικής πλευράς της ηθικής. Η πιο βαθειά αντισυστημική πράξη είναι η υπεράσπιση των βασικών ηθικών κωδίκων.