Τη συνέχιση της ενεργειακής κρίσης και στο πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους προβλέπουν παράγοντες του κλάδου προμήθειας ρεύματος και φυσικού αερίου, επισημαίνοντας ότι το ανοδικό ράλι που έχει ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο προεξοφλεί τη διατήρηση του ενεργειακού κόστους σε υψηλά επίπεδα μέχρι περίπου τον επόμενο Απρίλιο.
Μάλιστα, όπως συμπληρώνουν τα ίδια στελέχη, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει ακόμη μεγαλύτερο άλμα τους πρώτους μήνες της επόμενης χρονιάς, με δεδομένο ότι οι τιμές είναι πάντοτε αυξημένες τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο συγκριτικά με το φθινόπωρο που προηγείται, λόγω των μεγαλύτερων καταναλώσεων που «φέρνει» ο χειμώνας.
Εξάλλου, όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, το πόσο ρευστή είναι η κατάσταση φαίνεται και από το γεγονός ότι ακόμη και τα μέτρα που ανακοινώθηκαν τον Σεπτέμβριο, για την αναχαίτιση των αυξήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου, χρειάστηκε να ενισχυθούν στην πορεία, καθώς στο μεταξύ ανατιμήθηκε το χονδρεμπορικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας.
Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούν πως εκ των πραγμάτων θα χρειαστεί να παραταθεί η επιδότηση στους λογαριασμούς ρεύματος και για το διάστημα από τον Ιανουάριο έως και τον Μάρτιο του 2022, ώστε να μην «περάσουν» στους καταναλωτές υπέρογκες αυξήσεις.
Απόλυτη αστάθεια
Όπως προσθέτουν τα στελέχη της αγοράς, η ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε απόλυτη αστάθεια και αβεβαιότητα, κυρίως λόγω του φυσικού αερίου. Εκτιμούν ότι ο κρίσιμος παράγοντας για τον εξορθολογισμό της αποτελεί η έκβαση της λειτουργίας του Nord Stream 2. Έτσι παρά το γεγονός ότι οι τιμές του αερίου αναμένεται να αποκλιμακωθούν τον Απρίλιο, λόγω μείωσης της ζήτησης, οι συνθήκες ανισορροπίας θα παραταθούν αν η λειτουργία των αγωγού εξακολουθήσει να βρίσκεται «στον αέρα».
Όσον αφορά την εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, σημειώνουν ότι η «τέλεια καταιγίδα» έχει ξεκινήσει από την έναρξη εφαρμογής του Target Model, με την εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου να έρχεται στην πορεία να επιδεινώσει την κατάσταση.
Όπως προσθέτουν το τελευταίο χρονικό διάστημα κινείται ξανά αισθητά ανοδικά η αγορά Εξισορρόπησης, επιβαρύνοντας έτσι το συνολικό χονδρεμπορικό κόστος, ενώ μένει να φανεί αν αυτή η αύξηση θα είναι παροδική ή όχι.
Στροφή στα σταθερά τιμολόγια ρεύματος
Όσον αφορά τις δυνατότητες απορρόφησης μέρους των αυξήσεων σε ρεύμα και φυσικό αέριο, ώστε να μην μετακυλισθούν στους καταναλωτές, επισημαίνουν πως τα περιθώρια των προμηθευτών λιανικής είναι πολύ περιορισμένα, με δεδομένο ότι και οι ίδιες εταιρείες εξασφαλίζουν ενέργεια για το πελατολόγιό τους σε υψηλές τιμές.
Στην περίπτωση του ρεύματος, μία λύση που παρέχουν οι προμηθευτές είναι η προώθηση σταθερών τιμολογίων, δηλαδή τιμολογίων χωρίς ρήτρες αναπροσαρμογής. Μάλιστα, στα σταθερά τιμολόγια έχουν αρχίσει να στρέφονται ολοένα περισσότεροι καταναλωτές ήδη από τον περασμένο Μάιο.
Οι ίδιοι παράγοντες επισημαίνουν ότι, τουλάχιστον προς ώρας, δεν παρατηρούνται γενικευμένες αυξήσεις σε ληξιπρόθεσμες οφειλές. Όσον αφορά την πίεση στη ρευστότητα των προμηθευτών, που δημιουργούν οι υψηλές χονδρεμπορικές τιμές, υπογραμμίζουν πως ένα μέτρο που βρίσκεται στα σκαριά και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση είναι η καταβολή σε δόσεις των ρυθμιζόμενων χρεώσεων. Ωστόσο, όπως τονίζουν, το μέτρο αυτό θα πρέπει να εφαρμοσθεί οριζόντια, με τους Διαχειριστές να επιδεικνύουν ίση μεταχείριση όλων των παρόχων.
«Κλειδί» τα διμερή συμβόλαια
Όπως προσθέτουν, πάντως, όσο ωριμάζει η αγορά, τόσο περισσότερο θα μπορεί στο μέλλον να αντέχει σε παρόμοιους τριγμούς. Η ωρίμανση αυτή θα φέρει και την επέκταση των διμερών συμβάσεων αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας (PPAs), η οποία θα μειώσει την έκθεση των προμηθευτών στις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής αγοράς.
Μάλιστα, τα στελέχη του κλάδου εκτιμούν πως τα PPAs θα έχουν αποκτήσει την απαιτούμενη διείσδυση σε δύο χρόνια στην εγχώρια αγορά, ώστε να μπορούν οι πάροχοι να προσφέρουν σταθερά τιμολόγια ρεύματος και στις βιομηχανίες μέσης τάσης.