Η δυναμική της οικονομίας και οι ισχυρές της βάσεις θα αποδειχθούν πολύ χρήσιμες για να απορροφήσουν τις νέες προκλήσεις, δηλ. πληθωρισμό από εφοδιαστική αλυσίδα και προκλήσεις λόγω πολέμου, εκτίμησε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, μιλώντας στο Money Review Banking Summit.
Ο κ. Μυλωνάς είπε ότι το ΑΕΠ θα επηρεαστεί αρνητικά το 2022 - από 4,5% αύξηση ΑΕΠ αναμένουμε, με τα σημερινά δεδομένα, ανάπτυξη στο 3% περίπου - αλλά αναμένεται να ανακτήσει σύντομα την προηγούμενη δυναμική του και τελικά σε σωρευτική βάση για την επόμενη τριετία να μην διαφέρει πολύ από τις αρχικές εκτιμήσεις. Άλλωστε και οι τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ δείχνουν μείωση του μέσου ετήσιου ΑΕΠ στην Ευρώπη μόλις κατά 0,2% για την επόμενη τριετία 22-24.
Πού βασίζεται αυτή η εκτίμηση; H ελληνική οικονομία τα πήγε πολύ καλύτερα από ότι αναμενόταν το 2021, ειδικά το β’ εξάμηνο, ανακτώντας ένα μεγάλο μέρος της επίδρασης της πανδημίας:
i. Ειδικότερα, το δ’ τρίμηνο του 2021 είχαμε ήδη ξεπεράσει τα προ-πανδημίας επίπεδα, αύξηση που προήλθε κυρίως από εξαγωγές προϊόντων και επενδύσεις παγίων. Και παρ΄ όλο που οι εισπράξεις από τον τουρισμό έφτασαν μόνο το 60% του 2019, χρονιά-ρεκόρ μέχρι σήμερα.
ii. Δημιουργήσαμε θέσεις εργασίας - δείκτης ανεργίας μειώθηκε σε 12.8% - το χαμηλότερο επίπεδο εδώ και πάνω από 10 χρόνια.
iii. Οι επιχειρήσεις εμφάνισαν δυνατούς ισολογισμούς και κερδοφορία, έχοντας γίνει πιο ανταγωνιστικές για να επιβιώσουν της δεκαετούς κρίσης
Αυτές οι εξελίξεις φαίνονται στο δημοσιονομικό έλλειμα που αναμένεται να είναι καλύτερο από τον αρχικό προϋπολογισμό άρα και ένα βελτιωμένο δείκτη Χρέους προς ΑΕΠ. Βέβαια αυτά μπορεί να αλλάξουν όσο υπάρχει ακόμη αυτή η μεγάλη αβεβαιότητα στις παγκόσμιες εξελίξεις.
Μιλώντας για τα κόκκινα δάνεια, ο κ. Μυλωνάς είπε ότι η Εθνική έχει σχεδόν ολοκληρώσει την εξυγίανση του Ισολογισμού της από τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια. Το 2021 μειώθηκαν στο εντυπωσιακό ποσοστό του μόλις 6.9% Δηλαδή μόλις €2δις σε απόλυτα νούμερα και ούτε καν 0,5 δις μετά από προβλέψεις (λόγω και του υψηλού δείκτη κάλυψης στο 78%.
«Πετύχαμε αυτό το ποσοστό ένα χρόνο νωρίτερα από ότι περιμέναμε. Μην ξεχνάμε ότι το 2015 είχαμε €22δις NPEs – δηλ. μειώσαμε €20 δις κόκκινα δάνεια μέσα σε 6 χρόνια. Βέβαια, η ΕΤΕ είχε από την αρχή της κρίσης τα λιγότερα κόκκινα δάνεια παρ’ όλ’ αυτά η μείωση είναι εντυπωσιακή. Αυτό το πετύχαμε και μέσω συναλλαγών – ολοκληρώσαμε τη μεγάλη μας τιτλοποίηση των 6 δις, Project Frontier, αλλά και άλλες 8 μικρότερες συναλλαγές, αλλά και μέσω οργανικών κινήσεων, όπως για παράδειγμα το πολύ πετυχημένο μας προϊόν ρύθμισης στεγαστικών δανείων το Split & Settle. Και το πιο σημαντικό: «καθαρίσαμε» τον ισολογισμό μας χωρίς να χρειαστούμε παραπάνω κεφάλαια. Σε αυτό συνέβαλε τόσο το Σχέδιο Ηρακλής, αλλά και η καλή ποιότητα των εξασφαλίσεων και των στοιχείων των φακέλων των δανείων μας. Από τα στοιχεία μέχρι σήμερα, δεν αναμένουμε νέο κύμα ΜΕΑ ούτε από τη λήξη των moratoria ούτε από τη λήξη των προγραμμάτων στήριξης π.χ. Γέφυρα 1 και 2, ούτε από την τωρινή κρίση των τιμών ενέργειας και του πολέμου».
Ο κ. Μυλωνάς επανέλαβε ότι η οικονομία θα καταφέρει να απορροφήσει το σοκ των τιμών ενέργειας και αυτό σε συνδυασμό με τα πρόσφατα μέτρα στήριξης της πολιτείας για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αναμένεται να αποτρέψει ένα νέο κύκλο μη εξυπηρετούμενων δανείων. «Μην ξεχνάμε όμως ότι τα παλιά ΜΕΑ έφυγαν μεν από τις τράπεζες αλλά όχι από την οικονομία, έχουν μεταφερθεί για διαχείριση στους servicers. Η μεγάλη πρόκληση είναι να εξυγιανθούν και αυτά τα δάνεια, και εδώ θα παίξουν ρόλο οι τράπεζες: χρηματοδοτώντας την απόκτηση των παγίων στοιχείων μέσω πλειστηριασμών, χρηματοδοτώντας τις εταιρίες REOCO αλλά και κάποια στιγμή στο μέλλον επαναγοράζοντας ενήμερα χαρτοφυλάκια», τόνισε ο κ. Μυλωνάς.
Σε ό,τι αφορά τις νέες χρηματοδοτήσεις, ο κ. Μυλωνάς είπε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν και τη ρευστότητα και τα κεφάλαια για να στηρίξουν τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Η ΕΤΕ συγκεκριμένα έχει δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας κοντά στο 17% και επαρκή ρευστότητα για να μεγαλώσει κι άλλο τον ισολογισμό της.
«Αλλά όταν κάποιος κοιτάει μόνο την πιστωτική επέκταση των τραπεζών δεν λαμβάνει υπόψη του και άλλες πηγές που έφεραν ρευστότητα πάνω από €13 δις στην οικονομία τη διετία 2020-2021:
iv. μέσω των κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης (μόνο η επιστρεπτέα προκαταβολή ήταν ~€8,5 δις)
v. μέσω των εταιρικών ομολόγων που εκδόθηκαν και αγοράστηκαν από ξένους επενδυτές – ύψους κοντά στα €4,5δις
vi. κεφάλαια από ξένες επενδύσεις που εισέρευσαν στη χώρα
Παρ’ όλ’ αυτά, τη διετία 2020 και το 2021, τα τραπεζικά δάνεια αυξήθηκαν σε καθαρή βάση (μετά τις αποπληρωμές) περί τα €10 δις. Άρα η συνολική πιστωτική επέκταση, δηλ. η ρευστότητα που εισέρρευσε στην οικονομία, αντανακλάται και στην αύξηση των καταθέσεων», είπε ο κ. Μυλωνάς, τονίζοντας ότι το θέμα παραμένει ότι οι πάγιες επενδύσεις στην Ελλάδα δεν έχουν αυξηθεί – παραμένουν γύρω στο 10% του ΑΕΠ. Η πρόκληση είναι πώς θα καταφέρει η πολιτεία να στηρίξει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα στηρίξουν την αύξηση των επενδύσεων.
Για το Ταμείο Ανάκαμψης, ο κ. Μυλωνάς είπε ότι σε συνδυασμό με το νέο ΕΣΠΑ (Προγραμματική Περίοδος 2021-2027) και τον νέο Αναπτυξιακό Νόμο, αποτελούν τα κύρια αναπτυξιακά εργαλεία για την επόμενη πενταετία. Ενώ τόσο για το ΕΣΠΑ, όσο και για τον Αναπτυξιακό Νόμο, υπάρχει μεγάλη εμπειρία εφαρμογής τους, το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα νέο πρόγραμμα. Όπως όλα τα ευρωπαϊκά προγράμματα έχει συγκεκριμένους στόχους, με ιδιαίτερη έμφαση στην πράσινη μετάβαση και στον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας, παράλληλα όμως διαθέτει και ευελιξία που θα επιτρέψει να ενταχθούν σε αυτό ένα ευρύ φάσμα επενδυτικών προτάσεων από σχεδόν όλους τους κλάδους της οικονομίας.
«Εμείς, ως Εθνική Τράπεζα, ήδη από τον περασμένο Ιούλιο, πραγματοποιήσαμε πολλές εξατομικευμένες ενημερωτικές συναντήσεις με εταιρικούς μας πελάτες για το Ταμείο Ανάκαμψης, όπου ακούσαμε τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς τους, τα οποία πολλαπλασιάστηκαν και έγιναν πιο στοχευμένα τους τελευταίους 4 μήνες, καθώς έγιναν γνωστές οι λεπτομέρειες υλοποίησης του προγράμματος μέσω των σχετικών Υπουργικών Αποφάσεων.
Ήδη από το Φεβρουάριο δεχόμαστε επίσημα αιτήματα για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων. Παρά την αβεβαιότητα που επικρατεί τις τελευταίες εβδομάδες λόγω του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, υπάρχει μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για χρηματοδότηση επιλέξιμων έργων μέσω των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και ειδικά για τα μεγάλα Projects άνω των €10εκ και σε κάποιες περιπτώσεις και €100εκ.», είπε ο κ. Μυλωνάς.
Όπως ανέφερε, το επενδυτικό ενδιαφέρον αποδεικνύεται και έμπρακτα, καθώς, σε λιγότερο από δύο μήνες επίσημης λειτουργίας του προγράμματος, έχουμε λάβει άνω των 100 επενδυτικών προτάσεων με σύνολο ~€600 εκ. και τα στελέχη μας είναι σε καθημερινή επαφή με πελάτες και τους συμβούλους τους για να τους καθοδηγήσουν στην προετοιμασία των αιτήσεων που αναμένεται να υποβάλουν στο προσεχές χρονικό διάστημα.
Για τα μικρότερα επενδυτικά σχήματα υπάρχει ακόμη η ανάγκη περισσότερης ενημέρωσης και εκπαίδευσης. Ένα άλλο θέμα που απασχολεί πολλούς Μικρομεσαίους πελάτες μας – είπε ο CEO της ΕΤΕ - είναι ο συνδυασμός των δανείων του Ταμείου με επιδοτήσεις από άλλα αναπτυξιακά εργαλεία, όπως π.χ. ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος. Είναι γνωστό ότι μπορούν να συνδυαστούν, πρέπει όμως να διευκρινιστούν οι λεπτομέρειες, όπως ενδεικτικά πώς διαμορφώνεται το χρηματοδοτικό σχήμα, ή αν απαιτείται να υποβληθεί πρώτα η αίτηση για τον Αναπτυξιακό και μετά για το Ταμείο, κ.α.
«Πιστεύω ότι πολύ σύντομα θα επιλυθούν τα όποια ερωτήματα ακόμη υπάρχουν και το Ταμείο θα δείξει την τεράστια δυναμική του, παρέχοντας μια μοναδική ευκαιρία για την ανασύνταξη της ελληνικής οικονομίας και τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων. Εμείς στη Εθνική Τράπεζα επιδιώκουμε και είμαστε απόλυτα έτοιμοι να στηρίξουμε με τα δικά μας δανειακά κεφάλαια και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης κάθε επιλέξιμο και βιώσιμο επενδυτικό σχέδιο που θα μας υποβληθεί στο πλαίσιο του προγράμματος», είπε.Τέλος, ερωτώμενος για τον ανταγωνισμό με τις fintech, ο κ. Μυλωνάς είπε ότι όλες οι παραδοσιακές τράπεζες επενδύουν στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό για να αντιμετωπίσουν όχι τις fintech εταιρίες, αλλά για να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις και τις ανάγκες των πελατών τους.
«Η Εθνική, και στα πλαίσια του Προγράμματος Μετασχηματισμού της, έχει κάνει τεράστια άλματα προς την ψηφιακή μετάβαση. Έχουμε επενδύσει αρκετά κεφάλαια και συνεχίζουμε να επενδύουμε – θεωρούμε ότι η επένδυση στην τεχνολογία αποτελεί ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα. Σήμερα τολμώ να πω ότι έχουμε την καλύτερη πλατφόρμα ψηφιακών υπηρεσιών στην αγορά. Και τα νούμερα το αποδεικνύουν: oι συνεχείς επενδύσεις και βελτιώσεις των ψηφιακών μας προϊόντων έχουν αποφέρει καρπούς: έχουμε τον μεγαλύτερο αριθμό ενεργών χρηστών ψηφιακών μέσων στην αγορά (πάνω από 2 εκατ.) με μερίδιο αγοράς 32%. Κατά τη διάρκεια του 2021, η ΕΤΕ υπήρξε η πρώτη ελληνική τράπεζα που προσέφερε ένα ολοκληρωμένο ψηφιακό δάνειο για μικρές επιχειρήσεις για ποσά έως €35.000, το οποίο εγκρίνεται και εκταμιεύεται εντός 48 ωρών. Επίσης, επεκτείναμε το ψηφιακό onboarding και στις επιχειρήσεις πέραν του φυσικών προσώπων, το οποίο εφαρμόζουμε ήδη από τις αρχές του 2020. Εκτός όμως από επένδυση στην ψηφιακή τραπεζική, στόχος είναι να κάνουμε συνεργασίες με εταιρίες fintech, τις οποίες δεν θεωρούμε ανταγωνιστικές των τραπεζών, αλλά συμπληρωματικές, καθώς οι fintech εταιρίες συνήθως ειδικεύονται σε μία συγκεκριμένη υπηρεσία. Η πρόσφατη συμφωνία που ανακοινώσαμε με την EVO Payments στον τομέα των πληρωμών, δεν έγινε για λόγους κεφαλαίων, αλλά είναι το πρώτο βήμα υλοποίησης μιας στρατηγικής δημιουργίας στρατηγικών συνεργασιών με fintechs μέσω των οποίων θα εκμεταλλευτούμε τις συνέργειες των πιο προηγμένων τεχνολογικά τέτοιων εταιριών», είπε ο κ. Μυλωνάς.