Μετά τις ενώσεις των μικρότερων εργοληπτικών ομίλων πλέον ήταν και η σειρά των μεγαλοκατασκευαστών να «χτυπήσουν καμπανάκι» για την αύξηση του κόστους σε υλικά και ενέργεια, για τις επιπτώσεις στα μεγάλα έργα. Με το ΣΤΕΑΤ, τον σύνδεσμο των εταιρειών ανώτατων τάξεων να ζητάει μέτρα, προτείνοντας, σε επιστολή που απέστειλε την παραμονή της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου προς τους αρμόδιους υπουργούς, δέσμη κινήσεων ώστε να λάβει ο κλάδος προσωρινή… «ανακούφιση».
Μάλιστα, ο ΣΤΕΑΤ πέρα από νομοθετικές παρεμβάσεις για το κόστος των υλικών, προτείνει, μεταξύ άλλων, να επικαιροποιηθούν το συντομότερο όλοι οι προϋπολογισμοί των προς δημοπράτηση δημοσίων έργων, έργων παραχώρησης και έργων ΣΔΙΤ στο προσεχές διάστημα, να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα για την δυνατότητα παρατάσεων ή και προσωρινής αναστολής συμβατικών υποχρεώσεων σε όσα έργα αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα. Ωστόσο, προχωρά το θέμα… ακόμα παρακάτω, και μάλλον σε πιο κεντρικό επίπεδο.
Αυτό καθώς «αγγίζει» θέματα που μάλλον αφορούν την κεντρική πολιτική και οικονομική σκηνή, υπό την έννοια ότι αφορούν ευρύτερες κυβερνητικές διεργασίες και διαπραγματεύσεις με τους ευρωπαίους εταίρους μας, σε σχέση με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους κ.α. Μάλιστα, από τον σύνδεσμο προτείνεται σοβαρό ποσοστό και συγκεκριμένα πάνω από το ήμισυ των χρημάτων που καταβάλλονται για την ανάληψη έργου Παραχώρησης (Upfront – fee), να καταβάλλεται για την χρηματοδότηση έργων (απευθείας ή με Πληρωμές Διαθεσιμότητας) και το υπόλοιπο να καταβάλλεται για την αποπληρωμή του χρέους.
Στην επιστολή, για παράδειγμα, αναφέρεται ότι «είναι προφανές ότι κάτω από τις νέες συνθήκες που δημιουργούνται λόγω αιτίων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν και ανάγονται στην πραγματικότητα σε ανωτέρα βία, προκύπτουν εκ των πραγμάτων μεγαλύτερες ανάγκες χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων που ανέκυψαν, ενώ συγχρόνως η υποστήριξη της εκτέλεσης των έργων που πλήττονται ανεπανόρθωτα και κινδυνεύει σοβαρά η δυνατότητα συνέχισής τους σε περίοδο εξαιρετικά σημαντική για την ανάπτυξη της χώρας, είναι απολύτως απαραίτητη.
Για τους λόγους αυτούς είναι επιβεβλημένη η επανεξέταση της κατανομής των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που διαμορφώθηκε με άλλα δεδομένα, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι νέες δημιουργούμενες απαιτήσεις και ανάγκες, η μεγάλη σημασία συνέχισης και περαίωσης σοβαρών έργων και η απαίτηση μεγιστοποίησης της χρήσης των διατιθέμενων πόρων χωρίς την διάθεση σε τομείς που δεν είναι σίγουρη η έγκαιρη απορρόφησή τους.
Είναι απαραίτητη η ενίσχυση των πόρων που διατίθενται και ανήκουν σε έργα του ΥΠΟΜΕ, με σιγουριά απορρόφησης, διεύρυνση αντικειμένων και διασφάλιση ολοκλήρωσης έργων που διαφορετικά κάτω από τις νέες συνθήκες κινδυνεύουν.
Επί πλέον και ανεξάρτητα, λόγω των μεγάλων αναγκών χρηματοδότησης που διαμορφώνονται και μάλιστα για έργα άμεσα συναρτημένα με το περιβάλλον και σε ιδιαίτερα επιβαρυνόμενες περιβαλλοντικά περιοχές, είναι αναγκαία η περαιτέρω διεύρυνση της δυνατότητας που υφίσταται σήμερα».
Για να συνεχίζει ο ΣΤΕΑΤ στην επιστολή αναφέροντας ότι «στην αρχή της Οικονομικής κρίσης, επιβλήθηκαν μέτρα που είχαν στόχο την επιβολή εξυγίανσης της οικονομίας, σε μία χώρα η οποία είχε σχετική ευθύνη για τα οικονομικά της. Η αποπληρωμή του χρέους σε αυτό το πλαίσιο συμφωνήθηκε να γίνεται κάθε χρόνο με την κάλυψη του ενός εικοστού της διαφοράς του χρέους με το 60% του ΑΕΠ. Ο κανόνας αυτός ισχύει και σήμερα μη λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές εξελίξεις στην οικονομία.
Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, με μία Παγκόσμια Υγειονομική Κρίση, που έχει σοβαρότατες επιπτώσεις στην οικονομία, χωρίς καμία απολύτως ευθύνη της χώρας και στην διάρκεια μίας απρόβλεπτης κρίσης λόγω πολέμου, είναι απολύτως απαραίτητη η επανεξέταση και τροποποίηση των κανόνων που προβλέφθηκαν δέκα χρόνια πριν, υπό άλλες συνθήκες. Είναι απαραίτητες οι σχετικές διαπραγματεύσεις για τροποποίηση των δεσμεύσεων, λαμβάνοντας υπόψη τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν σε παγκόσμια κλίμακα για τις οποίες η χώρα δεν έχει ευθύνη».
Μέσα στα πλαίσια αυτά, από τον ΣΤΕΑΤ «προτείνεται σοβαρό ποσοστό και συγκεκριμένα πάνω από το ήμισυ των χρημάτων που καταβάλλονται για την ανάληψη έργου Παραχώρησης (Upfront – fee), να καταβάλλεται για την χρηματοδότηση έργων (απευθείας ή με Πληρωμές Διαθεσιμότητας) και το υπόλοιπο να καταβάλλεται για την αποπληρωμή του χρέους. Με τις υποχρεώσεις που αναλήφθηκαν στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, το σύνολο του ως άνω ποσού χρησιμοποιείται τώρα για την αποπληρωμή του χρέους. Η αντιμετώπιση της μείωσης του χρέους πρέπει να γίνεται από πόρους που προκύπτουν από την αύξηση της παραγωγής που ενισχύεται ουσιαστικά από την εκτέλεση έργων, πολύ περισσότερο μετά από τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις που προκλήθηκαν απρόβλεπτα και χωρίς ευθύνη της χώρας».
Πέραν των ευρύτερων παρεμβάσεων, ο ΣΤΕΑΤ ζητάει να υιοθετηθεί αλλά και να κατοχυρωθεί νομοθετικά για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μηχανισμός παραγωγής συντελεστών αναθεώρησης, από επικαιροποιημένο σύστημα αναλύσεων κόστους εργασιών 400 περίπου άρθρων τιμολογίων με έμφαση και κατά προτεραιότητα, σε εργασίες που επηρεάζονται από τις αυξήσεις υλικών και εργασιών καθώς και σε αναλύσεις τιμών εργασιών που δεν συμπεριελήφθησαν στην προσφάτως εκδοθείσα Υπουργική απόφαση, να προβλεφθεί για το κρίσιμο αυτό διάστημα η απολογιστική πληρωμή ορισμένων βασικών υλικών που ενσωματώνονται στα έργα και υπόκεινται σε σημαντικές διακυμάνσεις τιμών, όπως η άσφαλτος, ο οικοδομικός σίδηρος, ο χαλκός.
Επίσης, να υπογραφεί άμεσα η ΚΥΑ που αφορά στο Ενιαίο Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών, ή εφόσον υπάρχουν προσκόμματα στην υπογραφή της από τα συναρμόδια υπουργεία, να γίνει άμεσα η απαιτούμενη νομοθετική ρύθμιση ώστε και να επιταχυνθούν ως κατεπείγουσες οι διαδικασίες συγκρότησης και λειτουργίας της Εταιρείας Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών που προβλέπεται σε αυτή, ώστε μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να είναι λειτουργικό και να παράγει εφαρμόσιμα αποτελέσματα.