Ανήσυχες για τις επιπτώσεις της ανόδου του πληθωρισμού στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, αλλά και αποφασισμένες να σταθούν στο πλάι τους στη νέα κρίση που αντιμετωπίζουν, είναι οι τράπεζες.
Τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Απρίλιο, που ανακοινώθηκαν χθες, όχι μόνο επιβεβαίωσαν τους φόβους για διψήφια αύξηση του πληθωρισμού, αλλά επικύρωσαν την ταχύτατη άνοδο που σημειώνει ο Γενικός Δείκτης Τιμών, ο οποίος με αφετηρία το 6,2% για τον πρώτο μήνα του 2022, ενισχύθηκε στο 7,2% τον Φεβρουάριο, στο 8,9% τον Μάρτιο και στο 10,2% τον Απρίλιο. Οι εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις πιέζουν περαιτέρω σε ανατιμήσεις των πρώτων υλών, περιορίζουν ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα προς κατανάλωση και μαζί με το δυσθεώρητο ενεργειακό κόστος, βάζουν βαθύτερα στην «διακεκαυμένη ζώνη» τις επιχειρήσεις και τις πιστώτριες τράπεζες.
Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο insider.gr, πλέον δεν υπάρχει επιχειρηματικός κλάδος που να βρίσκεται εκτός επιρροής της πληθωριστικής κρίσης (εξαιρουμένων των διυλιστηρίων, καθώς το περιθώριο διύλισης παραμένει υψηλό) και οι επιπτώσεις της ανόδου του πληθωρισμού θα αρχίσουν να διαχέονται και σε κλάδους όπως τα τρόφιμα ή ακόμη και ο τουρισμός. Ειδικά ο τελευταίος που παραμένει ιδιαίτερα ελπιδοφόρος για φέτος και αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στη στήριξη του ΑΕΠ, με τα νέα δεδομένα του πληθωρισμού, δύσκολα πλέον μπορεί να φτάσει τα κέρδη του 2019, έστω και αν φτάσει ή ξεπεράσει τις αφίξεις του. Τη διαπίστωση των τραπεζιτών επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την αύξηση των τιμών που είναι η ταχύτερη από το 1995 (καταγράφεται υψηλό 27 ετών), με τις μεγαλύτερες αυξήσεις στην ενέργεια, οι οποίες διαχέονται πλέον και στα είδη διατροφής, στον τουρισμό, στη διασκέδαση, στις μεταφορές και άλλους τομείς.
Οι εξελίξεις με τον πληθωρισμό και η αβεβαιότητα για τον χρονικό ορίζοντα του πολέμου στην Ουκρανία επιδεινώνει τις προοπτικές κερδοφορίας των επιχειρήσεων, χωρίς να κάνει εξαίρεση σε επιχειρήσεις υγιείς και με διεθνή παρουσία (π.χ. περίπτωση Πλαστικών Θράκης που έδειξαν μείωση κερδών 50% στο α΄ τρίμηνο 2022).
Η κατάσταση που βιώνουν οι επιχειρήσεις και η αβεβαιότητα για το προσεχές μέλλον αναστέλλει τη ζήτησή τους για δανεισμό. Εξαίρεση στην υποτονική ζήτηση αποτελούν οι επιχειρήσεις ΑΠΕ, στις οποίες οι τράπεζες αναμένουν «κοσμογονία». Από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, υπάρχει μία κατηγορία υγιών επιχειρήσεων που λόγω της πιστωτικής επέκτασης το 2021 και το 2020 την οποία υποστήριξαν ουσιαστικά τα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, βρίσκεται αυτή τη στιγμή με «κομπόδεμα» ρευστότητας. Λιγότερο υγιείς, όμως, επιχειρήσεις έχουν μειωμένες αντοχές ρευστότητας.
Από την πλευρά τους, οι τράπεζες γίνονται στην παρούσα συγκυρία πιο επιφυλακτικές, χωρίς όμως να αναστέλλουν την προσφορά δανεισμού. «Το budget είναι και παραμένει φιλόδοξο», αναφέρουν χαρακτηριστικά στελέχη της επιχειρηματικής τραπεζικής, επισημαίνοντας ότι θα σταθούν στο πλευρό των επιχειρήσεων, αξιοποιώντας με κάθε τρόπο και τις δυνατότητες που προσφέρουν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος.
Το μήνυμα αυτό έδωσε και ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, μιλώντας σε επιχειρήσεις και τοπικούς φορείς κατά την περιοδεία που πραγματοποιεί η Διοίκηση της Τράπεζας στη Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο. «Σήμερα, εν μέσω διαδοχικών κρίσεων στη διεθνή οικονομία, παραμένουμε στο πλευρό των πελατών μας για να τους υποστηρίξουμε και να χρηματοδοτήσουμε τις ανάγκες τους, προκειμένου να ξεπεράσουμε από κοινού και τις νέες, ισχυρές, προκλήσεις. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις περιοχές που επισκεφθήκαμε διαθέτουν δυναμική σε κλάδους αιχμής, επιβεβαίωσαν με επιτυχία την ικανότητά τους για παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας, και είναι έντονα ανταγωνιστικές, τόσο στην εγχώρια όσο και στις διεθνείς αγορές», είπε ο κ. Καραβίας.
Η στήριξη των τραπεζών στις επιχειρήσεις είναι δεδομένη, ωστόσο, έχει να αντιμετωπίσει και την αύξηση των επιτοκίων την οποία προδιαγράφει ήδη η άνοδος των spread των κρατικών ομολόγων. Οι τράπεζες κάνουν λόγο για αύξηση των επιτοκίων στα επιχειρηματικά δάνεια από τον Ιούλιο και η προοπτική αυτή εντείνει τις προκλήσεις για τις επιχειρήσεις, αλλά και για τις πιστώτριες τράπεζες. Στις συνθήκες αυτές και με θολό το τοπίο για την διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, την εκτόνωση της ενεργειακής και πληθωριστικής κρίσης, αλλά και τα περιθώρια στήριξης της Ελλάδας από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, οι τραπεζίτες επισημαίνουν την κρισιμότητα της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα. Ο στόχος αυτός δεν είναι θεωρητικός, αλλά θα έχει άμεσο θετικό αντίκτυπο στην πραγματική Οικονομία, καθώς οι τράπεζες θα μπορέσουν να διατηρήσουν πρόσβαση στη φθηνή χρηματοδότηση του ευρωσυστήματος για να την διοχετεύσουν με ευνοϊκούς όρους στις επιχειρήσεις.