Με τον Richard Johnson της Foot Locker να συνταξιοδοτείται, η Mary Dillon από την Ulta Beauty, αναδείχθηκε ως η επόμενη Διευθύνουσα Σύμβουλος στην αμερικανική αλυσίδα λιανικής πώλησης αθλητικών ειδών.
Η κα Dillon που κατείχε την ίδια θέση και στην εταιρεία καλλυντικών, θα αναλάβει τα καθήκοντά της και θα ενταχθεί στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας από την 1η Σεπτεμβρίου.
Ο 64χρονος Johnson, θα παραμείνει εκτελεστικός πρόεδρος έως τις 31 Ιανουαρίου 2023 και μετέπειτα θα γίνει ανώτερος σύμβουλος της CEO μέχρι τις αρχές Απριλίου.
Το ανεξάρτητο μέλος του δ.σ. της Foot Locker, Dona Young, θα έχει το πόστο της μη εκτελεστικής Προέδρου από την 1η Φεβρουαρίου.
Με αυτόν τον τρόπο, η Foot Locker θα μετατραπεί σε μία από τις λίγες εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο και που έχουν γυναίκες στους δύο πιο κομβικούς ρόλους.
Με τη σειρά του, ο κ. Johnson επεσήμανε ότι το διοικητικό συμβούλιο αξιολόγησε υποψηφίους τόσο από το εσωτερικό της εταιρίας αλλά και από την ευρύτερη αγορά εργασίας, όμως το ισχυρό βιογραφικό της κας Dillon στην Ulta and McDonald's Corp., όπου υπηρέτησε προηγουμένως ως επικεφαλής μάρκετινγκ, την κατέτησε ως την ιδανικότερη επιλογή.
Η 61χρονη Dillon, θα είναι μία από τις λίγες γυναίκες που ηγούνται μιας εισηγμένης εταιρείας.
Στον S&P 500, περίπου 30 CEOs είναι γυναίκες, σύμφωνα με στοιχεία από το Conference Board και την εταιρεία ανάλυσης δεδομένων Esgauge.
Αυτό το ποσοστό είναι υψηλότερο από ό,τι πριν πέντε χρόνια, αλλά οι γυναίκες εξακολουθούν να ηγούνται μόνο στο 6% περίπου των εταιρειών του S&P 500.
Ο αμερικανικός κολοσσός αθλητικών ειδών «τρέχει» περίπου 2.800 καταστήματα σε 28 χώρες και προσπαθεί να απομακρυνθεί από τα εμπορικά κέντρα αλλά και να μειώσει την εξάρτησή της από τη Nike, η οποία περιορίζει τις αποστολές σε εταιρίες στο λιανεμπόριο καθώς επικεντρώνεται να πουλάει περισσότερα από τα προϊόντα της απευθείας στους καταναλωτές.
Το 70% των αγορών που έκανε η Foot Locker για το 2021 προέρχονταν από την Nike.
Στόχος της Foot Locker για το τρέχον έτος είναι να μην προθημεύεται πάνω από το 60% των εμπορευμάτων από μία και μόνο εταιρία, ενώ τον περασμένο χρόνο είδε τις μετοχές της να πέφτουν κοντά στο 40%.