Κέρδη προ φόρων που αναμένονται φέτος στο 1 δισ. ευρώ, αναμένεται να δώσει στις τράπεζες η αύξηση των επιτοκίων. Η εξέλιξη αυτή ανοίγει τον δρόμο για την επιστροφή των τραπεζών στη διανομή μερισμάτων, για πρώτη φορά από το 2008.
Το περιβάλλον των θετικών επιτοκίων και μάλιστα απότομα ανοδικών με στόχο την αναχαίτιση των ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων, είναι το ιδανικό «θερμοκήπιο» για την παραγωγή κερδοφορίας που προέρχεται από την αύξηση των επιτοκιακών εσόδων. Τα έσοδα από την αύξηση των επιτοκίων στα δάνεια και την διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων συμβάλλουν σε ποσοστό της τάξεως του 70% - 75% στα κέρδη των τραπεζών. Παράλληλα, στην παρούσα φάση συμπίπτουν με την άνθιση της πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών, λόγω της μόχλευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Η πιστωτική επέκταση φέτος είναι η ισχυρότερη της τελευταίας δεκαετίας, με ετήσιο ρυθμό αύξησης 10% και με προοπτική να «τρέξει» με ρυθμούς τουλάχιστον 6% ετησίως τα επόμενα χρόνια.
Η ισχυρή αύξηση των επιτοκιακών εσόδων και η αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών θα αναδειχθεί με αριθμούς την ερχόμενη εβδομάδα, όταν από τις 8 μέχρι τις 11 Νοεμβρίου, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα ανακοινώσουν αποτελέσματα εννεαμήνου. Οι τάσεις για την κερδοφορία κατά την τριετία 2023 – 2025, θα αποτυπώνονται και στους προϋπολογισμούς που αναμένεται να καταθέσουν σήμερα οι τράπεζες στον SSM. Όπως έγραψε το insider.gr, οι ελληνικές τράπεζες έχουν καταρτίσει τους προϋπολογισμούς της επόμενης τριετίας με αυστηρές παραδοχές, προβλέποντας ειδικά για το 2023 ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα έχει σταματήσει, ο μέσος πληθωρισμός στην Ελλάδα θα «τρέξει» με 8% και τα επιτόκια της ΕΚΤ θα φτάσουν μέχρι το 3,75%.
Επιστροφή στα μερίσματα;
Η παραγωγή κερδοφορίας από τις τράπεζες αποτελεί το κύριο επιχείρημα στον διάλογο με τον SSM για την επιστροφή στη διανομή μερισμάτων. Ο διάλογος, ο οποίος συνεχίζεται και δεν αναμένεται να δώσει πόρισμα πριν την ολοκλήρωση του έτους και την συνολική εικόνα για τα αποτελέσματα της χρήσης 2022, αφορά σε πρώτη φάση την Eurobank και την Εθνική Τράπεζα. Οι δύο τράπεζες έχουν δηλώσει την πρόθεση για διανομή μερίσματος, της τάξεως του 15% - 20% το 2023, από τα κέρδη της χρήσης 2022, εφόσον λάβουν το «πράσινο φως» από τον επόπτη. Η Alpha Bank έχει δηλώσει πως προτίθεται να δώσει μέρισμα από τα κέρδη του 2023 το 2024, ενώ η Τράπεζα Πειραιώς θα επιστρέψει στη διανομή μερίσματος το 2025 από την κερδοφορία του 2024.
Ο SSM δεν έχει δώσει γενικό απαγορευτικό στις ευρωπαϊκές τράπεζες και διεξάγει διάλογο με την καθεμία ξεχωριστά προκειμένου να αποφανθεί για την δυνατότητα καταβολής μερίσματος. Για τις ελληνικές τράπεζες, ενισχυτικά στην προοπτική αυτή λειτουργεί η ραγδαία μείωση των κόκκινων δανείων. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους στο 10% στο τέλος του β΄ τριμήνου από σχεδόν 44% το 2019. Παράλληλα, βρίσκονται ήδη σε φάση ανάκαμψης και σε μελλοντικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, έστω και επιβραδυμένους, τη στιγμή που η υπόλοιπη Ευρώπη απειλείται από ύφεση.
Παρόλα αυτά, ο SSM παραμένει επιφυλακτικός, συνεξετάζοντας αφενός το ότι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες έχουν δρόμο ακόμη να διανύσουν για να φτάσουν τον μέσο ευρωπαϊκό δείκτη κόκκινων δανείων που κινείται κάτω του 2%. Αφετέρου, διότι μετρά τον αντίκτυπο που θα έχει η ευρωπαϊκή ύφεση στην ελληνική οικονομία. Ειδικότερα, το πόση θα είναι η εισαγόμενη ύφεση και πώς θα αποτυπωθεί στη ναυαρχίδα του ελληνικού ΑΕΠ, τον Τουρισμό.
Την ίδια στιγμή, δύο ακόμη δεδομένα των ελληνικών συστημικών τραπεζών προβληματίζουν για την άρση του εμπάργκο στις διανομές μερισμάτων.
1) Η κεφαλαιακή τους επάρκεια που υπολείπεται αυτής των ευρωπαϊκών ανταγωνιστριών τους και η μεγάλη συμβολή του αναβαλλόμενου φόρου στα εποπτικά κεφάλαια που υπερβαίνει το 60%.
Τόσο ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών (Common Equity Tier 1 − CET1) όσο και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio) σε ενοποιημένη βάση κινούνται στο 12,2% και 15% για τις ελληνικές τράπεζες, κατατάσσοντάς τις στην τελευταία θέση, αλλά και αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
2) Οι ανάγκες άντλησης κεφαλαίων MREL ετησίως μέχρι το τέλος του 2025, για ποσό που υπολογίζεται στα 15 δις. ευρώ. Οι συνθήκες για την άντληση των κεφαλαίων αυτών από τις αγορές έχουν γίνει πολύ πιο δύσκολες, όπως φάνηκε και από την πρόσφατη ομολογιακή έκδοση της Alpha Bank, η οποία έγινε με επιτόκιο 7,25% και για μικρότερη διάρκεια (τριετία με δικαίωμα ανάκλησης στην διετία).
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες συνεκτιμώνται από τον SSM στον συνεχιζόμενο διάλογο με τις ελληνικές τράπεζες για την επιστροφή στην διανομή μερισμάτων.