Οι ελληνικές είναι οι μοναδικές στην Ευρώπη για τις οποίες η Standard & Poor's δίνει ένα θετικό outlook, υποδηλώντας πως ενδέχεται να κινηθεί σε ανάλογο μήκος κύματος με τη Moody's, προβαίνοντας σε μια αναβάθμιση στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Όπως σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, το μακροοικονομικό περιβάλλον είναι αναμφίβολα πολύ πιο δύσκολο και πιο αβέβαιο από το αναμενόμενο στην αρχή του έτους, με εξασθένιση του ρυθμού ανάπτυξης ευρύτερα στην Ευρωζώνη και με έναν υψηλότερο πληθωρισμό.
Ωστόσο, οι συνέπειες των ανωτέρω και ο αντίκτυπος αυτών διαφέρει μεταξύ των χωρών, αλλά, μέχρι στιγμής, η S&P λαμβάνει τρεις αξιοσημείωτες ενέργειες:
- Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος βελτίωσαν τις αξιολογήσεις τους, στη βάση της προόδου που κατέγραψαν στο σκέλος των NPLs και της εξυγίανσης των τραπεζικών ισολογισμών
- Το outlook της Γερμανίας μεταβλήθηκε από σταθερό σε αρνητικό
- Το outlook της Ιταλίας επίσης μεταβλήθηκε από θετικό σε σταθερό.
Παράλληλα, ως προς τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, θέτει ως βασικούς οδηγούς για μια περαιτέρω αναβάθμιση την δυναμική τους κερδοφορία αλλά και τη χρηματοδότηση. Να σημειωθεί πως η S&P προχωρά σε επί τα χείρω αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για την ανάπτυξη στην Ελλάδα (για τη χρονική περίοδο 2023 - 2024, σταθερή εκτίμηση το 2025) στο 5,6% για εφέτος (από 3,6% που εκτιμούσε τον Απρίλιο), στο 1,8% για το 2023 (από 3,5%) και στο 3,2% (από 3,3%) και 3% για το 2024 και το 2025 αντίστοιχα.
Ωστόσο, εμπόδια εντοπίζονται στο σκέλος του προσαρμοσμένου στο ρίσκο δείκτη κεφαλαίου (RAC), καθώς και οι τέσσερις συστημικές βρίσκονται χαμηλά στην κλίμακα και πιο συγκεκριμένα από αδύναμο έως περιορισμένο επίπεδο. Όπως τονίζουν οι αναλυτές του οίκου, ακόμη κι αν οι ευρωπαϊκές τράπεζες παραμείνουν άνετα κερδοφόρες το 2023, ελλοχεύει ο κίνδυνος πρόκλησης πολλαπλών πιέσεων στους δείκτες CET1: μερίσματα, ενίσχυση δανειοδοτήσεων, μεταφορά βαθμού ποιότητας περιουσιακών στοιχείων, κίνηση της εύλογης αξίας και κανονιστικές αλλαγές. Για αρκετές τράπεζες, η S&P ανμένει μια μέτρια υποχώρηση στους δείκτες CET1 το 2023 και μια ήπια πτώση στους δείκτες RAC.
Ο οίκος αξιολόγησης αναμένει επίσης ένα κόστος κινδύνου χαμηλότερο των 100 μονάδων βάσης για τις περισσότερες τράπεζες τους επόμενους 12 - 18 μήνες, καθώς έχουν ολοκληρώσει το μεγαλύτερος μέρος της εξυγίανσης των ισολογισμών τους. Παρ'όλα αυτά, σημειώνει ότι οι τεράστιες προβλέψεις που έχουν λάβει από το 2011 δεν οδηγούν σε βελτιωμένους δείκτες κάλυψης καθώς οι περισσότερες από τις νέες προβλέψεις καταλογίστηκαν έναντι διαγραφών, κυρίως με τη μορφή πωλήσεων και τιτλοποιήσεων. Επιπλέον, οι οικονομικές προοπτικές της χώρας αναμένεται να βελτιωθούν από την εισροή των ευρωπαϊκών πόρων, ενώ από την άλλη ο οίκος διατηρεί τις επιφυλάξεις του εξαιτίας 1) της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των κινδύνων που απορρέουν από αυτήν, 2) των αυξημενων πληθωριστικών πιέσων που μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, 3) του κίνδυνο μείωσης του εμπορίου και του τουρισμού και 4) της μείωση της παγκόσμιας ζήτησης.