Δύο εταιρείες του Οργανισμού Τραμπ κρίθηκαν ένοχες για φορολογική απάτη και απόκρυψη στοιχείων η οποία εκτείνεται σε βάθος 15ετίας από δικαστήριο του Μανχάταν.
Ειδικότερα, η Trump Corp. και η Trump Payroll Corp του Οργανισμού του πρώην προέδρου των ΗΠΑ αποδείχθηκε ενώπιων του δικαστηρίου ότι απέκρυπταν στοιχεία και δεν απέδιδαν φόρο για εισοδήματα ανωτάτων στελεχών τους. Ο ίδιος ο Τραμπ δεν δικαζόταν, αλλά οι εισαγγελείς ισχυρίστηκαν ότι «ήξερε ακριβώς τι συνέβαινε» με τον ίδιο και τους δικηγόρους του να το αρνούνται σθεναρά.
Ο Οργανισμός είναι αντιμέτωπος με πρόστιμο έως και 1,6 εκατομμυρίων δολαρίων με το ακριβές ποσό να ορίζεται από τις δικαστικές Αρχές στις 13 Ιανουαρίου. Αν και το πρόστιμο δεν είναι σημαντικό για μια εταιρεία αυτού του μεγέθους θα μπορούσε ωστόσο να αποτελέσει πλήγμα στις επιχειρηματικές δραστηριότητές της αν κλονιστεί η εμπιστοσύνη εταίρων και δανειστών.
Ο Τραμπ, ο οποίος πρόσφατα ανακοίνωσε ότι θα διεκδικήσει ξανά την προεδρία των ΗΠΑ, χαρακτήρισε την υπόθεση εναντίον της εταιρείας του ως μέρος ενός «κυνηγιού μαγισσών» με πολιτικά κίνητρα που διεξήχθη εναντίον του από τους Δημοκρατικούς.
Ο Άλεν Βάισελμπεργκ, ανώτατο στέλεχος του Οργανισμού, παραδέχτηκε στην κατάθεσή του την απόκρυψη αρχείων μισθοδοσίας, καθώς και άλλα ωφελήματα και προνόμια, όπως διαμερίσματα στο Μανχάταν και πολυτελή αυτοκίνητα, με την έκδοση παραποιημένων φορολογικών στοιχείων. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πρακτικές αυτές σταμάτησαν όταν ο Ντόναλτ Τραμπ εκλέχθηκε πρόεδρος των ΗΠΑ.
Ο Βάισελμπεργκ, ομολόγησε μάλιστα την απόκρυψη εισοδήματος 1,76 εκατομμυρίων δολαρίων από τις φορολογικές αρχές και έβαλε στο στόχαστρό του τον ίδιο τον Τραμπ λέγοντας ότι αυτός υπέγραψε τις επιταγές μπόνους Χριστουγέννων και πλήρωσε προσωπικά εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια σε δίδακτρα ιδιωτικού σχολείου για τα εγγόνια του. Είπε επίσης ότι οι δύο γιοι του Τραμπ – οι οποίοι ανέλαβαν τις δραστηριότητες της εταιρείας το 2017 μετά την προεδρία του Τραμπ – του έδωσαν αύξηση αφού γνώριζαν για το καθεστώς φοροδιαφυγής του.