Σταθερή ανάκαμψη και ανθεκτικότητα, παρά τις όποιες προκλήσεις, επέδειξαν τη χρονιά που μας πέρασε οι αερομεταφορές. Για τη νέα χρονιά μάλιστα οι φορείς του κλάδου αναμένουν η ανάκαμψη αυτή να συνεχιστεί, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να φτάσει τα επίπεδα του 2019. Κάτι που λόγω των συνθηκών, τοποθετείται χρονικά στο 2025.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση του ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας, Eurocontrol, το 2022 αποτέλεσε την χρονιά που οι ευρωπαϊκές αερομεταφορές ξεπέρασαν την «καταιγίδα» του κορονοϊού, επιτυγχάνοντας 9,3 εκατομμύρια πτήσεις, 3,1 εκατ. περισσότερες από το 2021 αλλά 1,8 εκατ. λιγότερες από το 2019.
Η αεροπορική κίνηση δηλαδή ανήλθε στο 83% της κίνησης του 2019, παρά την πανδημία που ειδικά τους πρώτους μήνες του προηγούμενου έτους φρέναρε τις μετακινήσεις και παρά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η οποία είχε τεράστιες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις σε όλες τις πτυχές της ευρωπαϊκής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των αερομεταφορών. Οι συνολικά καλές επιδόσεις των αερομεταφορών βέβαια, παρουσίασαν μεγάλες διακυμάνσεις μεταξύ αεροπορικών εταιρειών, αερολιμένων και κρατών, παρουσιάζοντας και νικητές και ηττημένους.
Οι low cost αεροπορικές στους κερδισμένους του 2022
Σε επίπεδο αεροπορικών εταιρειών, σύμφωνα με την έκθεση του Eurocontrol, πρωταγωνιστές αναδείχτηκαν το έτος που πέρασε οι αερομεταφορείς χαμηλού κόστους, οι οποίοι κατάφεραν να ανακτήσουν το 85% της κίνησης του 2019. Μεταξύ αυτών δε, τις κορυφαίες επιδόσεις σημείωσαν η Ryanair και η Wizz Air, οι οποίες ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2019, +9% και +14% της χρυσής προπανδημικής χρονιάς αντίστοιχα. Σε ικανοποιητικά επίπεδα, πολύ κοντά σε αυτά του 2019 κινήθηκε και η Turkish Airlines, η οποία έφτασε στο 93% της κίνησης του 2019, ενώ την χρυσή πεντάδα συμπλήρωσαν οι Vueling και η KLM η οποίες κινήθηκαν -10% και -18% χαμηλότερα του 2019.
Τα κορυφαία αεροδρόμια
Στην περίπτωση των αεροδρομίων, τον τίτλο των κορυφαίων επιδόσεων για το 2022 κέρδισε το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, ανακτώντας σχεδόν το 100% της κίνησης του 2019 για το μεγαλύτερο μέρος του έτους, όταν ο μέσος όρος της κίνησης των αεροδρομίων ανήλθε στο 83% των επιπέδων του 2019. Σε οριακά καλύτερα επίπεδα (+1%) σε σχέση με το 2019 κινήθηκε και το αεροδρόμιο της Πάλμα ντε Μαγιόρκα, το οποίο ωστόσο υποδέχτηκε πολύ μικρότερο αριθμό επιβατών και πτήσεων από τα υπόλοιπα της λίστας. Τη χρυσή πεντάδα των αεροδρομίων για το 2022 από άποψη πτήσεων συμπλήρωσαν το αεροδρόμιο της Μαδρίτης (Madrid Barajas), το αεροδρόμιο του Άμστερνταμ και της Βαρκελώνης και το αεροδρόμιο Charles De Gaulle του Παρισιού. Η κίνηση στα προαναφερθέντα αεροδρόμια κινήθηκε στο -17%, -18% και -19% του 2019 αντίστοιχα.
Η Ελλάδα στις 4 χώρες που τα πήγαν καλύτερα
Σε επίπεδο κρατών, ορισμένες από τις μικρότερες χώρες που αποτελούν κατεξοχήν προορισμούς διακοπών, όπως η χώρα μας, έδειξαν σύμφωνα με το Eurocontrol ιδιαίτερη ανθεκτικότητα, καταγράφοντας ισχυρή ανάκαμψη σε σχέση με το 2019.
Για την ακρίβεια οι τέσσερις χώρες που ο συνολικός αριθμός των πτήσεων παρουσίασε θετικό πρόσημο έναντι του 2019 ήταν η Αλβανία, (+37% ή άλλιώς 11 χιλιάδες πτήσεις), η Αρμενία (+32% ή 9 χιλιάδες πτήσεις), η Βοσνία Ερζεγοβίνη (+14% ή 3 χιλιάδες πτήσεις) και η Ελλάδα (+1% ή 5 χιλιάδες πτήσεις). Στα θετικά αποτελέσματα της Αλβανίας και της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης συνέβαλε αισθητά η επέκταση του πτητικού προγράμματος της Wizz Air. Αντίστοιχα η Αρμενία, ενισχύθηκε αισθητά με πτήσεις από την Μέση Ανατολή και Ρωσία. Τέλος η χώρα μας οφείλει το θετικό της πρόσημο στην ισχυρή ανάκαμψη των ταξιδιών που παρατηρήθηκε σε όλη την Νότια Ευρώπη. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τέσσερις από τις έξι χώρες που ανέκτησαν από 91% έως και 97% της κίνησης του 2019, είναι δημοφιλείς προορισμοί καλοκαιρινών διακοπών στη Νότια Ευρώπη (Πορτογαλία, Τουρκία, Κροατία, Ισπανία).
Όσον αφορά στις χώρες με τις μεγαλύτερες απώλειες σε επίπεδο πτήσεων (αναχωρήσεις και αφίξεις) στην κορυφή βρέθηκε η Γερμανία, η οποία απώλεσε -509 χιλ. πτήσεις κινούμενη κατά 25% χαμηλότερα από το 2019. Ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο υποδέχτηκε 426 χιλ. πτήσεις λιγότερες, κινούμενο -20% χαμηλότερα από την χρυσή χρονιά, η Γαλλία οι απώλειες της οποίας έφτασαν τις 212 χιλιάδες πτήσεις, φτάνοντας στο -13% του 2019 και φυσικά η Ουκρανία που λόγω του πολέμου η αεροπορική κίνηση μειώθηκε κατά 90% σε σχέση με το 2019, δηλαδή 163 χιλιάδες πτήσεις λιγότερες. Μεγάλη ποσοστιαία πτώση σε σχέση με το 2019 κατέγραψαν και η Λετονία (-36%) εξαιτίας του κλεισίματος του εναέριου χώρου) και η Σλοβενία (-32%) εξαιτίας του κλεισίματος της Adria Airways.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χώρα μας βρίσκεται και στην όγδοη θέση της λίστας των χωρών βάσει της υψηλότερης αεροπορικής κίνησης για το 2022, ακολουθώντας χώρες που σε απόλυτα μεγέθη παρουσιάζουν παραδοσιακά υψηλούς αριθμούς πτήσεων όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Τουρκία και η Ολλανδία.
Οι προβλέψεις για το 2023
Η προαναφερθείσα ανθεκτικότητα των αερομεταφορών αποτελεί καλό οιωνό και για το νέο έτος, με το Eurocontrol να εκτιμά ότι από το 2023 και μετά η ανάκαμψη θα συνεχίσει να ενισχύεται, καθώς θα αντιμετωπίζονται σταδιακά και τα ζητήματα χωρητικότητας και στελέχωσης που παρατηρήθηκαν φέτος.
Σύμφωνα με το βασικό, και πιο πιθανό όπως έχει αποδειχτεί από την αρχή της πανδημίας, σενάριο του οργανισμού για τους επόμενους 8 μήνες η σταθερή αύξηση των αερομεταφορών θα οδηγήσει στο 95% της κυκλοφορίας που καταγράφηκε μεταξύ Ιανουαρίου - Αυγούστου του 2019. Στο σύνολο του επόμενου έτους βάσει των μεσοπρόθεσμων προβλέψεων του Eurocontrol, η κυκλοφορία θα φτάσει στο 92% του 2019 ήτοι 10,2 εκατομμύρια πτήσεις.
To μακροπρόθεσμο σενάριο ωστόσο έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω, σε σχέση με τον Ιούνιο του 2022 λόγω των πληθωριστικών πιέσεων με τις οποίες έχουν έρθει αντιμέτωπες οι οικονομίες της Ευρώπης. Η πλήρη ανάκαμψη στα επίπεδα του 2019 αναμένεται να επιτευχθεί το 2025, έναν χρόνο αργότερα από ότι είχε προβλέψει αρχικά ο οργανισμός, εξαιτίας του ΑΕΠ που θα παραμείνει αδύναμο στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη και του πληθωρισμού που θα επηρεάσει τόσο την ζήτηση για ταξίδια όσο και τα κόστη των αερομεταφορέων, συμπεριλαμβανομένης της τιμής των καυσίμων.