Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε ένα ακόμη βήμα προς την επίτευξη των στόχων της για την πράσινη μετάβαση, υιοθετώντας ένα νέο πλαίσιο για την εφαρμογή των απαιτήσεων βιωσιμότητας για ένα ευρύ φάσμα προϊόντων. Με τον Κανονισμό Οικολογικού Σχεδιασμού για Βιώσιμα Προϊόντα (ESPR), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 18 Ιουλίου 2024, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντικαθιστά την Οδηγία οικολογικού σχεδιασμού για προϊόντα που σχετίζονται με την ενέργεια (2009) με μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη ρύθμιση του σχεδιασμού των προϊόντων και την ανταλλαγή πληροφοριών αλλά και την ενισχυμένη εποπτεία της αγοράς. Το ESPR ισχύει για φυσικά αγαθά που διατίθενται στην αγορά και πλην κάποιων εξαιρέσεων θα εφαρμοστεί μέσω ειδικών και "οριζόντιων" (που καλύπτουν πολλές ομάδες προϊόντων που εμφανίζουν ομοιότητες που επιτρέπουν μια κοινή κανονιστική προσέγγιση) κανονισμών σε όλα τα χώρες της ΕΕ.
Το ESPR παρέχει ένα πλαίσιο για νέους κανόνες και θέτει απαιτήσεις περιβαλλοντικής βιωσιμότητας για όλα σχεδόν τα αγαθά που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ, για τη δημιουργία ψηφιακού διαβατηρίου προϊόντος και για τον περιορισμό ή την απαγόρευση καταστροφής ορισμένων απούλητων καταναλωτικών αγαθών.
Οι νέες απαιτήσεις οικολογικού σχεδιασμού στοχεύουν στη βελτίωση του περιβαλλοντικού προφίλ των προϊόντων, καλύπτοντας τα πάντα, από την ανθεκτικότητα του προϊόντος έως την ενεργειακή απόδοση και τους πόρους, τους περιορισμούς στη χρήση επικίνδυνων χημικών ουσιών και τη διαχείριση του προϊόντος στο τέλος της ζωής του. Οι αρχές της κυκλικής οικονομίας κατέχουν κεντρικό ρόλο, ενθαρρύνοντας την επαναχρησιμοποίηση, την ανακυκλωσιμότητα και την ανακατασκευή. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπονται απαιτήσεις πληροφοριών σχετικά με τη διάρκεια της συμβατότητας λογισμικού ηλεκτρονικών συσκευών έως και υποχρεώσεις αναφοράς σχετικά με το χειρισμό απούλητων διαρκών αγαθών.
Απαιτήσεις απόδοσης έναντι πληροφοριακών απαιτήσεων
Οι απαιτήσεις απόδοσης επικεντρώνονται στη διασφάλιση ότι τα προϊόντα πληρούν συγκεκριμένες παραμέτρους ή μέτρα απόδοσης (π.χ. ενεργειακή απόδοση), ενώ οι απαιτήσεις πληροφόρησης διασφαλίζουν ότι οι διανομείς, οι έμποροι λιανικής, οι τελικοί χρήστες, καθώς και οι εταιρείες που χειρίζονται την επισκευή, την ανακύκλωση και την απόρριψη, κατανοούν το περιβαλλοντικό προφίλ κάθε προϊόντος. Οι απαιτήσεις απόδοσης επηρεάζουν το σχεδιασμό του προϊόντος, ενώ οι απαιτήσεις πληροφοριών μπορεί να επηρεάσουν τις αποφάσεις αγοράς καθώς και τον τρόπο χειρισμού των προϊόντων αφού πουληθούν από τον κατασκευαστή. Οι απαιτήσεις απόδοσης θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση των προϊόντων με χαμηλή απόδοση από την αγορά και τη σταδιακή μετάβαση στα προϊόντα με τις καλύτερες επιδόσεις, συμβάλλοντας στους στόχους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας που ορίζονται από το ESPR. Από την άλλη, οι απαιτήσεις πληροφοριών θα πρέπει να σχετίζονται με συγκεκριμένες παραμέτρους του προϊόντος, όπως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, το αποτύπωμα άνθρακα και την ανθεκτικότητα ενός προϊόντος.
Οι απαιτήσεις για την επισκευή και την ανακύκλωση
Το νέο πλαίσιο θέτει απαιτήσεις για το δικαίωμα επισκευής, την ανακύκλωση, περιορισμούς στην χρήση υλικών και την ενεργειακή απόδοση. Πιο συγκεκριμένα, οι απαιτήσεις θα πρέπει να έχουν σχεδιαστεί για να βελτιώνουν την ανθεκτικότητα, την αξιοπιστία, την επισκευασιμότητα, την αναβάθμιση, τη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης και τις δυνατότητες ανακαίνισης και συντήρησης του προϊόντος ενώ περιλαμβάνονται και μέτρα που προβλέπουν βαθμολογία επισκευασιμότητας.
Όσον αφορά στην ανακύκλωση, θα πρέπει να περιλαμβάνεται η αναγνώριση χημικών ουσιών που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση ενός προϊόντος. Το πλαίσιο περιλαμβάνει επίσης πρόβλεψη για ελάχιστες ποσότητες ανακυκλωμένου περιεχομένου ή συνθήκες απόδοσης. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή ενθαρρύνει τον περιορισμό ουσιών που επηρεάζουν αρνητικά τη βιωσιμότητα ενός προϊόντος, αλλά προειδοποιεί για περιορισμούς που βασίζονται κυρίως στη χημική ασφάλεια, όπου η νομοθεσία της Ένωσης για αυτά τα χημικά προβλέπει ήδη περιορισμούς ουσιών ή μειγμάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια ή τον κίνδυνο.
Το πλαίσιο που περιγράφεται στο ESPR επικεντρώνεται και στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας των προϊόντων ενθαρρύνοντας τον καθορισμό προτύπων απόδοσης για τη μείωση του συνολικού ενεργειακού αποτυπώματος και τη μείωση της ευπάθειας στις διακυμάνσεις των τιμών της ενέργειας.
Ψηφιακά Διαβατήρια Προϊόντων
Με το νέο νόμο, παίρνει σάρκα και οστά και το πολυαναμενόμενο ψηφιακό διαβατήριο. Το Digital Product Passport (DPP) αποτελεί ένα νέο εργαλείο που έχει σχεδιαστεί για να βελτιώνει την ιχνηλασιμότητα ενός προϊόντος σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας του. Το DPP αποσκοπεί στη βελτίωση της πρόσβασης των πελατών σε πληροφορίες σχετικά με το περιβαλλοντικό προφίλ των προϊόντων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να κάνουν συνειδητές επιλογές και διευκολύνοντας την επισκευή και την ανακύκλωση. Επιτρέπει επίσης σε διάφορους παράγοντες της αλυσίδας αξίας να έχουν πρόσβαση, να εισάγουν ή να ενημερώνουν σχετικά δεδομένα. Το πλαίσιο προβλέπει ότι το DPP θα σχεδιαστεί ώστε να είναι φιλικό προς τον χρήστη, με ακριβή και ενημερωμένα δεδομένα, συνδεδεμένα με ένα μοναδικό αναγνωριστικό προϊόντος. Μπορεί να συμπληρωθεί με μη ψηφιακές μορφές μετάδοσης πληροφοριών, όπως εγχειρίδια ή ετικέτες προϊόντων και να χρησιμοποιηθεί για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τη σχετική ομάδα προϊόντων σύμφωνα με άλλους νόμους της ΕΕ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή του DPP θα λάβει υπόψη τη φύση του προϊόντος και την αγορά του. Θα επιτρέπει διαφοροποιημένη πρόσβαση στα δεδομένα του, ανάλογα με τον τύπο των δεδομένων και την τυπολογία των ενδιαφερόμενων μερών, προστατεύοντας έτσι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και βελτιστοποιώντας την πρόσβαση στα δεδομένα. Το DPP θα πρέπει να είναι συγκεκριμένο για το είδος, την παρτίδα ή το μοντέλο προϊόντος, ανάλογα με παράγοντες όπως η πολυπλοκότητα της αλυσίδας αξίας και το μέγεθος, η φύση ή οι επιπτώσεις των υπό εξέταση προϊόντων.
Ειδικές προβλέψεις υπάρχουν και για τις επικίνδυνες ουσίες που μπορεί να περιέχουν κάποια προϊόντα. Αυτά θα υπόκεινται σε ρύθμιση ώστε να πληρούν τις αυξημένες απαιτήσεις ανταλλαγής πληροφοριών και την παρακολούθηση του κύκλου ζωής. Οι πληροφορίες που απαιτούνται στους κανονισμούς περιλαμβάνουν:
-Τουλάχιστον το όνομα ή τον αριθμητικό κωδικό των ύποπτων ουσιών που υπάρχουν στο προϊόν
-Τη θέση των εν λόγω ουσιών εντός του προϊόντος
-Τη συγκέντρωση, η μέγιστη συγκέντρωση ή το εύρος συγκέντρωσης των σχετικών ουσιών, σε επίπεδο προϊόντος, των σχετικών συστατικών ή ανταλλακτικών του
-Σχετικές οδηγίες για την ασφαλή χρήση του προϊόντος
-Πληροφορίες σχετικές με την αποσυναρμολόγηση, την προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση, την επαναχρησιμοποίηση, την ανακύκλωση και την περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση του προϊόντος στο τέλος του κύκλου ζωής του.
Τι θα ισχύει για τα απούλητα προϊόντα
Οι οικονομικοί φορείς θα κληθούν να λάβουν μέτρα για να αποτρέψουν την καταστροφή απούλητων καταναλωτικών προϊόντων και να γνωστοποιήσουν τα μέτρα που έχουν ληφθεί και προγραμματιστεί για την πρόληψη της καταστροφής των προϊόντων. Εάν απορρίπτουν απούλητα προϊόντα, πρέπει να αποκαλύπτουν τον αριθμό και το βάρος των απορριπτόμενων προϊόντων ανά έτος, παρέχοντας πληροφορίες ανά τύπο ή κατηγορία προϊόντος, να αναφέρουν τους λόγους απόρριψης προϊόντων και την αναλογία των απορριπτόμενων προϊόντων που παραδίδονται για επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, ανάκτηση ή απόρριψη.
Η Επιτροπή θα δημοσιεύει συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με την καταστροφή απούλητων καταναλωτικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων και συγκριτικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων της καταστροφής προϊόντων. Αυτές οι πληροφορίες θα βασίζονται στις γνωστοποιήσεις που γίνονται από οικονομικούς φορείς.
Ποιές είναι οι υποχρεώσεις Οικονομικών Φορέων
Πριν από τη διάθεση ενός προϊόντος στην αγορά, οι οικονομικοί φορείς πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει πραγματοποιήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει ετοιμάσει την απαραίτητη τεχνική τεκμηρίωση.
Οι διανομείς έχουν την υποχρέωση να μην διαθέσουν το προϊόν στην αγορά έως ότου συμμορφωθεί ο κατασκευαστής. Πρέπει επίσης να ενημερώνουν αμέσως τις αρχές εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών όπου διέθεσαν το προϊόν σχετικά με οποιαδήποτε υποψία μη συμμόρφωσης και τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.
Οι αντιπρόσωποι πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες και οι δυνητικοί πελάτες τους έχουν πρόσβαση σε οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες που συνοδεύουν τα προϊόντα και ότι το ψηφιακό διαβατήριο προϊόντος είναι εύκολα προσβάσιμο για τους πελάτες.