Ανεβάζει ρυθμούς η διοίκηση της Τράπεζας Κύπρου για την αναδιαμόρφωση της μετοχικής της παρουσίας και εικόνας.
Επιδιώκοντας την ενίσχυση της εμπορευσιμότητας και την επίλυση του μετοχικού της «αδιεξόδου», η κυπριακή τράπεζα δημιουργεί ένα νέο «story», υλοποιώντας δύο αντιστρόφως ανάλογες κινήσεις. Η πρώτη αφορά το delisting από το LSE και η δεύτερη, το listing στο Χρηματιστήριο Αθηνών, διατηρώντας παράλληλα ακέραιη τόσο την εταιρική της δομή (μητρική θα παραμείνει η Bank of Cyprus Holding) όσο και τη διαπραγμάτευση των μετοχών της στο ΧΑΚ (Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου).
Το «πράσινο φως» που άναψε Διοικητικό Συμβούλιο της τράπεζας και η επακόλουθη ευθυγράμμιση - υπερψήφιση από τους μετόχους της, σε Έκτακτη Γενική Συνέλευση, θα οδηγήσουν σε επιτάχυνση των διαδικασιών και σε πλήρη υλοποίηση του ευρύτερου πλάνου μέχρι τουλάχιστον τα τέλη Οκτωβρίου, σύμφωνα με πληροφορίες.
Το μπλοκ που αναζητά υψηλότερο premium για έξοδο...
Η δυνητικά μεγαλύτερη προβολή και η υψηλότερη συναλλακτική δραστηριότητα μέσω της εισόδου της Κύπρου στο ΧΑ λειτουργεί ευεργετικά για το μπλοκ πωλητών, με την τράπεζα να «τρέχει» ήδη από τον Απρίλιο πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων (buyback). Όπως έχει πρωτοαναδείξει το insider.gr, η CarVal, private equity με έμφαση σε εναλλακτικές επενδύσεις και «βραχίονας» της Alliance Bernstein, το οποίο ελέγχει το 9,07% της τράπεζας και το fund Caius Capital με ποσοστό 5,58% έχουν αναθέσει στη Jefferies την αναζήτηση αγοραστών, κατέχοντας συνδυαστικά, το 14,65% της Κύπρου.
Αν και η αναζήτηση αγοραστών αποτελεί μια εύκολη θεωρητικά άσκηση, ωστόσο η εκδήλωση μέσω του ΧΑΚ καθίστανται αρκετά πιο δύσκολη (μέσω πακέτων) και χρονοβόρα. Επιπλέον, η υπομονετική στάση των CarVal - Caius προδιαθέτει σε περαιτέρω βελτίωση της αποτίμησης της τράπεζας, ώστε να λάβουν σημαντικά υψηλότερο premium για τη θέση που κατέχουν (μέσο κόστος κτήση στο 1 ευρώ και 1,2 αντίστοιχα). Στην πλευρά των πωλητών συντάσσεται και ο εκκαθαριστής της Λαϊκής, κατέχοντας το 4,81% της Κύπρου.
...και η ταχύτερη επίλυση του μετοχικού αδιεξόδου;
Διευκολυντικά αναμένεται να λειτουργήσει ο παραπάνω σχεδιασμός της διοίκησης της Κύπρου για την αποεπένδυση των ρωσικών κεφαλαίων που αποτελεί πάγια θέση του επόπτη.
Μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας με ποσοστό 9,27% είναι η Lamesa Investments, συμφερόντων του Ρώσου επιχειρηματία και ολιγάρχη Victor Vekselberg, ο οποίος, άθελα του, βρέθηκε με την παραπάνω μετοχική θέση, όταν τμήμα των υψηλών του καταθέσεων «κουρεύτηκε» στο bail - in του 2014, με φόντο την απορρόφηση της Λαϊκής. Μικρότερες θέσεις από την υποχρέωση ανακοίνωσης (σ.σ. 5%) κατέχουν άλλοι Ρώσοι επιχειρηματίες.
Ο ρόλος - «κλειδί» της Senvest...
Ρόλο ρυθμιστή στις μετοχικές διεργασίες της Κύπρου φαίνεται να κατέχει η Senvest, μετά και την πλήρη αποεπένδυση από την Ελληνική Τράπεζα. Η πρόωρη έξοδος από την τελευταία – πούλησε το μεγαλύτερο μέρος της θέσης της στη Eurobank στην τιμή των 1,27 ευρώ (πώληση 13.230.000 μετοχών) και το υπόλοιπο (6.587.676 εκατ. μετοχές) στην τιμή της Δ.Π στα 2,56 ευρώ - είχε ως στόχευση την περαιτέρω ενίσχυση της θέσης της στην Κύπρου. Το συνολικό της ποσοστό διαμορφώνεται στο 8,59% (κατέχει και 0,32% που αφορά χρηματοοικονομικά μέσα) κατέχοντας κάτι παραπάνω από 38,328 εκατ. μετοχές της τράπεζας. Το μέσο κόστος κτήσης των συνολικών αγορών της διαμορφώνεται στα 2,24 ευρώ περίπου, με το κόστος επένδυσης περί τα 85,856 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, δε θα πρέπει αποκλείεται μια μεγαλύτερη κινητοποίηση και εκδήλωση ενδιαφέροντος από τη Senvest ώστε να απορροφήσει εάν χρειαστεί και αν κρίνει συμφέροντα για την ίδια τυχόν τμήματα ποσοστών των παραπάνω πωλητών, ώστε να ηγηθεί του μετοχολογίου της τράπεζας.
...και οι «εν ελλάδι» μνηστήρες
Η επιτάχυνση των διαδικασιών από την Κύπρου φαίνεται να προκαλεί ντόμινο εξελίξεων και στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, φέρνοντας πιο κοντά και υπό πιο ρεαλιστικές συνθήκες τις δύο (Εθνική - Alpha Bank) εκ των τεσσάρων συστημικών που μετρούν προθέσεις και παρακολουθούν με μεγαλύτερη θέρμη τα μετοχικά τεκταινόμενα της πρώτης. Μάλιστα, η υπόθεση γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρουσα καθώς οποιαδήποτε κίνηση εκ των δύο θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί και να ανταγωνιστεί το μπλοκ Eurobank - Ελληνική.
Η Πειραιώς βρίσκεται εκτός «κάδρου» καθώς στηρίζει τη στρατηγική της πάνω στις προοπτικές ανάπτυξης της εγχώριας αγοράς και σε κινήσεις περαιτέρω ενδυνάμωσης των πυλώνων του asset management και του bancassurance, με ενίσχυση των χορηγήσεων των εσόδων από ακίνητα (σ.σ. με αξιοποίηση του τεράστιου στοκ ανακτηθέντων και περαιτέρω ενδυνάμωση της Trastor ΑΑΕΑΠ).
Η Alpha προέβη μεν σε διάψευση του ενδιαφέροντός της για την Κύπρου, άμα την (ανα)δημοσίευση του δημοσιεύματος του Bloomberg, ωστόσο, διαθέτει τα κεφάλαια για να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, διευρύνοντας γεωγραφικά τη βάση εργασιών της με στόχευση και σε νέες αγορές. Άλλωστε έχει περιορίσει τη παρουσία της στη Ρουμανία, μετά την πώληση του 90,1% της Alpha Βank Romania στη UniCredit (έλαβε 256 εκατ. ευρώ σε μετρητά και ενίσχυσε κατά 100 μονάδες βάσης τους κεφαλαικούς δείκτες) με διατήρηση του 9,9% της νέας υπό διαμόρφωση οντότητας. Τέλος, η παρουσία της UniCredit στο μετοχικό της κεφάλαιο προσδίδει δυνατότητες.
Από την άλλη, η κυπριακή τράπεζα ταιριάζει παραδοσιακά στην Εθνική. Ελλαδίτες και Κύπριοι τις αντιλαμβάνονται ως εθνικές «μπράντες» (σ.σ. εξέλιξη που έχει τόσο ισχυρή συμβολική σημασία, ώστε να καθίσταται μετρήσιμη παράμετρος στις αποφάσεις), έχουν αντίστοιχη δομή ισολογισμών (τεράστια πλεονάζουσα ρευστότητα) και είναι βέβαιο ότι Ελληνική και Κυπριακή Δημοκρατία έμμεσα ή άμεσα θα διατηρήσουν ένα μικρό ποσοστό του μετοχικού τους κεφαλαίου.
Μάλιστα, η Εθνική, θα βρίσκεται με «λυμένα χέρια» καθώς εντός Σεπτεμβρίου αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αποεπένδυσης του ΤΧΣ. Παράλληλα, η δύναμη πυρός της τράπεζας, έχοντας προβεί σε πλήρη αποπληρωμή των «γραμμών» TLTROs της ΕΚΤ ήδη από το πρώτο τρίμηνο, διαμορφώνεται στα 9,1 δισ. ευρώ, παρά τις υψηλές εκταμιεύσεις.
Οι κεφαλαιακοί δείκτες της τράπεζας παραμένουν σε υψηλά επίπεδα με τη διοίκηση να αντισταθμίζει τμήμα της παραγωγής οργανικού κεφαλαίου, παίρνοντας ήδη πρόβλεψη για payout 40% για τη φετινή χρήση. Συγκεκριμένα, o δείκτης CET1 της τράπεζας έκλεισε στο 18,8% για το πρώτο εξάμηνο, με την επιβάρυνση κατά 50 μονάδες βάσης για μια υψηλότερη επιβράβευση των μετόχων, να τον φέρνουν στο 18,3%.
Αναβάθμισε στόχους και ποντάρει σε υψηλότερο payout
Από το πρώτο τρίμηνο και το στίγμα της ΕΚΤ είχε διαφανεί η ανοδική αναθεώρηση του guidance στην οποία προέβη - με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου - η διοίκηση της Τράπεζας Κύπρου, τόσο για φέτος όσο και για το 2025.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους παρέμειναν αρκετά συμπαγή και διαμορφώθηκαν στα 207 εκατ. ευρώ, με αναθεωρημένο στόχο για υπέρβαση των 800 εκατ. ευρώ (από επίπεδα υψηλότερα των 670 εκατ. προηγουμένως) και των 700 εκατ. το 2025, με την τράπεζα να δουλεύει με καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) στο 3,7% ελαφρώς χαμηλότερο (κατά 20 μονάδες βάσης) έναντι αυτού στο πρώτο τρίμηνο.
Παράλληλα, διαθέτει ισχυρή πλεονάζουσα ρευστότητα ύψους 7,3 δισ. ευρώ μετά και την πλήρη αποπληρωμή των «γραμμών» TLTRO, με δείκτη LCR (δείκτης κάλυψης ρευστότητας) υψηλότερο από αυτόν της Εθνικής στο 304% (έναντι 240% για τη δεύτερη). Ο δείκτης CET1 και ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (υπολογισμένοι για εποπτικούς σκοπούς) ανήλθαν στο 18,3% και 23,3% αντίστοιχα και πλέον αναμένεται παραγωγή κεφαλαίου 300 μονάδων βάσης ετησίως, από 200 – 250 προηγουμένως.
Ως προς την καταθετική της βάση, η Τράπεζα Κύπρου διαθέτει υψηλό μείγμα προθεσμιακών που παραμένει ωστόσο σημαντικά χαμηλότερα από το πλάνο της διοίκησης. Συγκεκριμένα, στο δεύτερο τρίμηνο διατηρήθηκαν σταθερές στο 33% του συνολικού μείγματος (6,4 δισ. σε σύνολο 19,7 δισ.), με το πλάνο της διοίκησης παραμένει στο 45% μέχρι τα τέλη του έτους. Παρά το υψηλότερο κόστος των προθεσμιακών (στις 101 μονάδες από 87 στο πρώτο τρίμηνο) το συνολικό κόστος των καταθέσεων διαμορφώθηκε στις 34 μονάδες βάσης (από 29 στο πρώτο τρίμηνο). Η πιστωτική επέκταση παραμένει σε μια δυναμική τροχιά, με ένα ακόμη τρίμηνο νέων εκταμιεύσεων ύψους 551 εκατ. ευρώ, φτάνοντας στα 1,227 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο, που σηματοδοτεί μια αύξηση 10% σε ετήσια βάση.
Ο δείκτης κόστους προς έσοδα διαμορφώθηκε στο 32% (από 29% στο πρώτο τρίμηνο - εξαιρουμένης της επίδρασης από τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων και άλλων εισφορών) έναντι αναθεωρημένης εκτίμησης της διοίκησης για επίπεδα χαμηλότερα του 35% για φέτος (έναντι περίπου 40% που ανέμενε προηγουμένως), ο δείκτης NPE χαμήλωσε στο 2,8% από 3,4% στο πρώτο τρίμηνο (αναθεώρηση guidance για κάτω του 3% φέτος και κάτω του 2,5% το 2025 από περίπου 3% και χαμηλότερα αυτού αντίστοιχα) με το επίπεδο κάλυψης να αυξάνεται στο 85% από 77% και το κόστος κινδύνου να διαμορφώνεται στις 34 μονάδες βάσης στο δεύτερο τρίμηνο. Το νεό guidance δείχνει προς την κατεύθυνση των 40 μονάδων βάσης για φέτος και εντός του εύρους των 40 – 50 μονάδων βάσης το 2025 (εύρος 40 – 50 ήταν η προηγούμενη καθοδήγηση).
Ο δείκτης ROTE διαμορφώθηκε στο 23,7% ή 29,1% για δείκτη CET1 στο 15%. Η διοίκηση της Κύπρου προέβη σε αναβάθμιση του στόχου για το δείκτη, βλέποντας ROTE άνω του 24% για CET1 στο 15% (από άνω του 17% προηγουμένως – απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων άνω του 19% και «mid teens» για το 2024 – 2025)και «high teens» για το 2025, στοχεύοντας σε μια αύξηση της διανομής επί των κερδών στο άνω άκρο του εύρους του 30% - 50%, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών διανομών και των προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων.