«Ταύρος» για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών δηλώνει η Optima, μετά το ισχυρό σετ αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου, επαναλαμβάνοντας τη σύσταση «buy» για τις τέσσερις συστημικές και δηλώνοντας πως θα αναθεωρήσει επί τα βελτίω τις εκτιμήσεις της και τις τιμές στόχους.
Οι τιμές στόχοι που είχε θέσει είναι στα 2,10 ευρώ για την Alpha Bank, στα 2,41 για τη Eurobank, στα 10,84 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα και στα 5,50 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς.
Όπως επισημαίνει, οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν ένα ακόμη σχυρό σετ αποτελεσμάτων, λόγω των υψηλότερων εσόδων από προμήθειες, της αποτελεσματικής συγκράτησης του κόστους, των χαμηλότερων προβλέψεων για ζημίες από δάνεια, τη στιγμή που τα καθαρά έσοδα από τόκους ήταν οριακά χαμηλότερα σε τριμηνιαία βάση. Επιπλέον, η απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTVB) ενισχύθηκε περαιτέρω, τα επίπεδα πλεονάζουσας ρευστότητας παραμένει υψηλά και η ποιότητα του ενεργητικού και η κεφαλαιακή δομή και ενίσχυση παραμένουν επίσης σε καλά επίπεδα.
«Μετά το ισχυρό σύνολο αποτελεσμάτων και την αναβάθμιση της καθοδήγησης από τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, επαναλαμβάνουμε τη σύσταση «buy» για τις ελληνικές τράπεζες και θα αναθεωρήσουμε προς τα πάνω τις εκτιμήσεις μας και τις τιμές στόχους», αναφέρει η Optima.
Οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με δείκτη P/TBV στο 0,88χ για φέτος, ήτοι με discount 21% έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών. Ωστόσο, η Optima αναμένει να δημιουργήσουν μια μέση απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων της τάξεως του 14,9% φέτος, ελαφρώς υψηλότερη από ό,τι οι αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες και επομένως θεωρεί ότι θα πρέπει να διαπραγματεύονται σε αντίστοιχα επίπεδα.
Όλες οι τράπεζες αναθεώρησαν προς τα πάνω τους στόχους κερδοφορίας τους για φέτος με υψηλότερα από τα αρχικώς αναμενόμενα επιτόκια και το καλύτερο από το αναμενόμενο μείγμα προθεσμιακών καταθέσεων και beta.
Τα καθαρά κέρδη του δευτέρου τριμήνου ανήλθαν στα 1,22 δισ. ευρώ (+9% σε τριμηνιαία βάση), με τη Eurobank να καταγράφει τα υψηλότερα, ήτοι στα 434 εκατ. ευρώ. Τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν στα 2,13 δισ. ευρώ (-1% σε τριμηνιαία βάση) και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) υποχώρησε ελαφρώς κατά 8 μονάδες βάσης, σε τριμηνιαία βάση, στο 2,79% λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων Euribor καθώς και του υψηλότερου κόστους στο wholesale funding και hedging. Η Εθνική κατέγραψε τα υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους στα 587 εκατ. ευρώ και η Optima το υψηλότερο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο, στο 4,37%. Τα έσοδα από προμήθειες διαμορφώθηκαν σε 541,3 εκατ. ευρώ (+11% σε τριμηνιαία βάση) και τα συνολικά έσοδα έφθασαν τα 2,73 δισ. ευρώ (+0,02% τ.μ.), ενώ το λειτουργικό κόστος ανήλθε στα 869,1 εκατ. ευρώ (+1% τριμηνιία βάση). Συνεπώς τα έσοδα προ προβλέψεων ανήλθαν σε 1,86 δισ. ευρώ (-0,5% σε τριμηνιαία βάση) και οι προβλέψεις για ζημιές από δάνεια στα 216,4 εκατ. ευρώ (-11% σε τριμηνιαία βάση).
Τα NPEs ανήλθαν στα 5,5 δισ. ευρώ (-632 εκατ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση) και έτσι ο μέσος δείκτης NPE υποχώρησε περαιτέρω στο 3,3% από 3,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2024, ενώ το μέσο επίπεδο κάλυψης μειώθηκε ελαφρώς στο 85,6% έναντι 86,1% στο πρώτο τρίμηνο Η Optima ανακοίνωσε τον χαμηλότερο δείκτη NPE στο 1,03% και τον υψηλότερο δείκτη κάλυψης στο 103,8%.
Τα δάνεια ανήλθαν στα 153,1 δισ. ευρώ (+1,9% τριμηνιαία, +0,8% σε ετήσια βάση) και οι καταθέσεις στα 227,4 δισ. ευρώ (+2,4% τριμηνιαία, +1,3% σε ετήσια βάση, +1,3% σε ετήσια βάση) και ως εκ τούτου ο δείκτης LDR (δάνεια προς καταθέσεις) βελτιώθηκε ελαφρώς στο 72,1% από το 71,6%. Οι προθεσμιακές καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 1,4 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση στα 60,3 δισ. ευρώ και αντιπροσώπευαν το 26,5% του μείγματος καταθέσεων (σταθερές σε τριμηνιαία βάση). Η Πειραιώς έχει την υψηλότερη καταθετική βάση στα 59,8 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, τα ενσώματα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν περαιτέρω στα 30 δισ. ευρώ (+1 δισ. σε τριμηνιία βάση) και η μέση απόδοση RoaTBV έφτασε σε νέο υψηλό στο 19,7% στο δεύτερο τρίμηνο, έναντι 14,9% στο πρώτο τρίμηνο του φετινούς. Η Eurobank έχει τα υψηλότερα ενσώματα ίδια κεφάλαια με 8,3 δισ. ευρώ και η Optima διαθέτει τον υψηλότερο δείκτη RoaTBV στο 27,2%. Ο δείκτης FL CET1 υποχώρησε ελαφρώς στο 15,8% από 15,9% στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών διανομών.