Ο Ρίτσαρντ Πάρσονς, ο Αμερικανός επιχειρηματίας που ήταν γνωστός για την ικανότητα του να ηγείται εμβληματικών αμερικανικών εταιρειών και να τις βοηθά να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων της Time Warner και της Citigroup, πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
Το πλέον ξεχωριστό παράσημο στην καριέρα του επιφανούς στελέχους, γνωστός και ως «Captain Emergency», ήταν η ανάκαμψη της Time Warner μετά την αποτυχημένη συγχώνευσή της με την AOL, μία καταστροφική συμφωνία ύψους 165 δισ. δολαρίων. Με τον Πάρσονς να αναλαμβάνει τη θέση του Διευθύνοντα Συμβούλου το 2002, μείωσε το χρέος της Time Warner περίπου στο μισό, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή βιώσιμης ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, αφαίρεσε το "AOL" από το όνομα της εταιρείας και συρρίκνωσε το χρέος των 30 δισ. δολαρίων της εταιρείας σε 16,8 δισ. δολάρια πουλώντας τη Warner Music και άλλα ακίνητα, όπως αναφέρει το CNBC.
«Η συγχώνευση δεν λειτούργησε όπως περιμέναμε πολλοί από εμάς. Η φούσκα του Διαδικτύου έσκασε και έπρεπε να διορθώσουμε τις διαρροές», δήλωνε ο Πάρσονς στην The Independent το 2004. «Έτσι, πουλήσαμε τη μουσική μας επιχείρηση, καθώς και άλλα μη στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία, για να ενισχύσουμε τον ισολογισμό μας και να αναλάβει νέα διοίκηση» τόνισε. Ο Πάρσονς παραιτήθηκε από την Time Warner το 2007.
Ο Πάρσονς συμβούλεψε επίσης προέδρους των ΗΠΑ και υπηρέτησε στα διοικητικά συμβούλια της Estee Lauder, του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης και άλλων εταιρειών.
Ο θάνατός του επιβεβαιώθηκε από την Lazard, κορυφαία εταιρεία παροχής χρημοατοοικονομικών συμβουλών, της οποίας ο Πάρσονς ήταν επί μακρόν μέλος του διοικητικού συμβουλίου.
Η σύνδεση με τον Ροκφέλερ
Ο Ρίτσαρντ Ντιν "Ντικ" Πάρσονς γεννήθηκε στις 4 Απριλίου 1948. Ήταν ένα από τα παιδιά μίας εργατικής οικογένειας και μεγάλωσε στο Κουίνς της Νέας Υόρκης. Ο ψηλός Πάρσονς έπαιξε μπάσκετ στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης, όπου και γνώρισε τη μέλλουσα σύζυγό του, Laura Ann Bush, την οποία παντρεύτηκε το 1968.
Μετά την αποφοίτησή του, επέστρεψε στην πολιτεία της Νέας Υόρκης για να παρακολουθήσει τη Νομική Σχολή του Άλμπανι, ενώ εργαζόταν περιστασιακά ως θυρωρός για να πληρώνει τα δίδακτρα. Κατά τη διάρκεια μιας πρακτικής άσκησης στο νομοθετικό σώμα της πολιτείας της Νέας Υόρκης, ανέπτυξε δεσμούς με τον μετριοπαθή Ρεπουμπλικανό κυβερνήτη Νέλσον Ροκφέλερ, ο οποίος έγινε αντιπρόεδρος υπό τον Τζέραλντ Φορντ το 1974 μετά την παραίτηση του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Ο Πάρσονς έγινε αναπληρωτής διευθυντής του συμβουλίου εσωτερικής πολιτικής του Προέδρου Φορντ.
Σε συνέντευξή του το 19945 στους New York Times, δήλωσε πως το άτυπο δίκτυο των αγοριών που σπούδασαν στα ίδια πανεπιστήμια και στη συνέχεια βοήθησε το ένα το άλλο για να εξελιχθούν επαγγελματικά, υφίσταται. «Δεν μεγάλωσα με κανένα από τους παλιούς συμμαθητές. Δεν πήγα σχολείο με κανένα από αυτά. Αλλά με το να γίνω μέρος αυτής της παρέας του Ροκφέλερ, δημιούργησα για μένα μια ομάδα ανθρώπων που με προσέχουν από τότε» τόνισε.
Μετά την ήττα του Φορντ από τον Τζίμι Κάρτερ στις εκλογές του 1976, ο Πάρσονς επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και εντάχθηκε στο δικηγορικό γραφείο των Patterson, Belknap, Webb & Tyler το 1977, όπως και ο φίλος του Ρούντι Τζουλιάνι. Ο Πάρσονς με τη σύζυγό του και τα τρία παιδιά του μετακόμισαν στη χώρα του Ροκφέλερ, το Μπρίαρκλιφ Μάνορ στην κομητεία Γουέστσεστερ. Συμπτωματικά, ο παππούς του από τη μητέρα του ήταν φύλακας στο κοντινό κτήμα του John D. Rockefeller.
Μεταξύ των πελατών του Πάρσονς ήταν η χήρα του Ρόκφελερ, Happy, και η Dime Savings Bank της Νέας Υόρκης. Το 1988, δέχτηκε μια πρόταση για να ηγηθεί της Dime Bancorp, η οποία αντιμετώπιζε προβλήματα, μετά την έγκριση στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου σε μία εποχή όπου οι τιμές των κατοικιών κατέρρευσαν. Το 1989, η τράπεζα κατέγραψε ζημιά 92,3 εκατ. δολαρίων. Μέχρι το τέλος του 1993, αφού διέταξε τεράστιες απολύσεις, ο Πάρσονς βοήθησε την τράπεζα να ολοκληρώσει μια ανακεφαλαιοποίηση 300 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 1995, βοήθησε στη συγχώνευση της Dime με την Anchor Savings, δημιουργώντας ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Αμερικής.
Ο Πάρσονς εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο της Time Warner μετά από σύσταση του αδελφού του Ροκφέλερ, Λόρανς. Έγινε πρόεδρος της Time Warner το 1995.
Ως Ρεπουμπλικανός Ροκφέλερ, ο Πάρσονς θεωρούσε τον εαυτό του δημοσιονομικά συντηρητικό και κοινωνικά φιλελεύθερο. Ο Πάρσονς εργάστηκε για την εκστρατεία του Τζουλιάνι για την δημαρχεία της Νέας Υόρκης, ωστόσο κράτησε χαμηλό προφίλ μένοντας στα παρασκήνια. «Δεν ήθελα να με παρουσιάσουν ως ο "Μαύρος τύπος" του Δημάρχου», δήλωσε στους Times λίγα χρόνια αργότερα. Ο Πάρσονς απέρριψε την πρόταση να γίνει αντιδήμαρχος για δημοσιονομικές υποθέσεις και η σχέση του με τον Τζουλιάνι επιδεινώθηκε αργότερα όταν ο δήμαρχος προσπάθησε να πιέσει την Time Warner Cable να μεταφέρει το νεοσύστατο τότε κανάλι Fox News στη Νέα Υόρκη.
Δύο χρόνια μετά την παραίτησή του από την Time Warner, ο Πάρσονς έγινε πρόεδρος της Citigroup το 2009, συμβάλλοντας στη σταθεροποίηση του τραπεζικού κολοσσού στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τον Μάιο του 2014, διορίστηκε προσωρινός διευθύνων σύμβουλος των Λος Άντζελες Κλίπερς όταν το ΝΒΑ διέγραψε τον ιδιοκτήτη της ομάδας Ντόναλντ Στέρλινγκ επειδή είχε κάνει ρατσιστικά σχόλια.
Φωτό @ AP