Σε ενημέρωση των εκτιμήσεών της στη βάση του κύκλου αποκλιμάκωσης των επιτοκίων και ενόψει των αποτελεσμάτων χρήσης 2024 προχώρησε η Goldman Sachs για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Ο οίκος διατηρεί την εποικοδομητική του στάση για τις τέσσερις συστημικές, εκτιμώντας ότι το discount με το οποίο διαπραγματεύονται έναντι των αντίστοιχων ευρωπαϊκών τραπεζών (0,8x - 0,7x P/TBV για το 2025 - 2026 έναντι 1,1x - 1x για τις ευρωπαϊκές τράπεζες) θα μειωθεί σταδιακά τους επόμενους δώδεκα μήνες.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η αύξηση των payouts και η σταδιακή μείωση του όγκου των DTCs θα είναι μεταξύ των βασικών παραγόντων ενός περαιτέρω re - rating. Υψηλότερο περιθώριο ανόδου προκύπτει για την Alpha Bank, την οποία αναβαθμίζει σε «buy» από «ουδέτερη» σύσταση, δεδομένης της ισχυρής της θέσης για το 2025 και του σημαντικού discount έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών. Παράλληλα, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο της Alpha θα είναι πιο ανθεκτικό στις μειώσεις επιτοκίων και επίσης το χάσμα της σε επίπεδο ROE θα μειωθεί έναντι των ομοτίμων.
Η Goldman Sachs υποβαθμίζει τη σύσταση στη Eurobank σε «ουδέτερη» από «buy» λόγω συνδυασμού υψηλότερης αποτίμησης (P/TBV στο 1x) και αυξημένης ευαισθησίας του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου μετά την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας. Ο οίκος διατηρεί τη σύσταση «buy» για Πειραιώς και Εθνική.
Ως προς τις τιμές στόχους, ο επενδυτικός οίκος αυξάνει την τιμή για την Alpha Bank τα 2,40 ευρώ από 1,9 ευρώ προηγουμένως, για τη Eurobank τα 2,8 ευρώ από τα 2,5 ευρώ, για την Εθνική Τράπεζα τα 10,7 ευρώ από τα 10,6 ευρώ πριν και για την Τράπεζα Πειραιώς τα 5,7 ευρώ από τα 5,4 ευρώ.
Για το φετινό έτος, η Goldman Sachs εστιάζει σε τρεις βασικές θεματικές που διαμορφώνουν τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο: (1) ο αντίκτυπος των μειώσεων επιτοκίων στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο και στην απόδοση ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών (οι οικονομολόγοι του οίκου αναμένουν ότι επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων, DFR, της ΕΚΤ θα μειωθεί στο 1,75% τους επόμενους δώδεκα μήνες), 2) η επιτάχυνση της πιστωτικής επέκτασης και κυρίως των εταιρικών χορηγήσεων, (3) μείωση του guidance για το κόστος κινδύνου (4) οι προτεραιότητες αξιοποίησης των κεφαλαίων.
Συνολικά αναμένονται μειώσεις επιτοκίων της τάξεως των 50 μονάδων βάσης στο πρώτο τρίμηνο, ακόμη 50 στο δεύτερο και 25 μονάδες βάσης στο τρίτο τρίμηνο του έτους. Σύμφωνα με την ανάλυση ευαισθησίας, κάθε 25 μονάδες βάσης επηρεάζουν τα καθαρά έσοδα από τόκους κατά 42 - 45 ευρώ για την Eurobank, κατά 35 εκατ. ευρώ για την Εθνική, κατά 20 - 25 εκατ. ευρώ για την Πειραιώς και περίπου 12 εκατ. ευρώ για την Alpha, που συνεπάγεται μείωση κατά 5 - 5 - 3 - 2 μονάδες βάσης στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο. Ο οίκος αναμένει υποχώρηση κατά 14 - 21 - 54 - 47 μονάδες βάσης στο NIM για τις Alpha - Eurobank - Εθνική - Πειραιώς αντίστοιχα για τη χρονική περίοδο 2024 - 2026, με τους δείκτες ROE επίσης να υποχωρούν χαμηλότερα.
Ως προς το σκέλος της πιστωτικής επέκτασης, οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά 8% περίπου σε ετήσια βάση κατά το εννεάμηνο του 2024, η οποία ήταν υψηλότερη από το καθοδηγούμενο εύρος του 5% - 7% που είχε τεθεί στις αρχές του περασμένου έτους.
Η πλειονότητα των νέων χορηγησεων προήλθε από τις επιχειρήσεις και εταιρείες με τους αναλυτές να ανμένουν σταθερή αύξηση αυτών κατά το 2025 - 2027. Εκτιμάται 10% ετήσια αύξηση των εταιρικών χορηγήσεων κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που μεταφράζεται σε περίπου 7% μέση ετήσια αύξηση του συνόλου των εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτό τοποθετεί την Goldman Sachs υψηλότερα από τις προσδοκίες του consensus για 5,5% μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης στα εξυπηρετούμενα δάνεια την περίοδο 2025 - 2027. «Βλέπουμε περιθώρια αναβαθμίσεων τόσο των προβλέψεων όσο και του consensus», αναφέρουν οι αναλυτές.
Επιπλέον, αναθεωρούν προς τα κάτω τις εκτιμήσεις τους για το επίπεδο προβλέψεων των ελληνικών τραπεζών κατά περίπου 20% το 2025 - 2028, με το κόστος κινδύνου να διμοαρφώνεται πλέον στις 50 - 40 μονάδες βάσης για το 2025 και 2026 - 2028. Ο δείκτης NPE τους θα φτάσει το 3,6% - 2,7% - 2,4% το 2024 - 2026 με αντίστοιχους δείκτες κάλυψης στο 89% - 103% - 116% - 131% το 2025 - 2028.
Τέλος, ο οίκος αναμένει σταθερή παραγωγή κεφαλαίων (ROTE στο 13% το 2025 - 2026) και ενίσχυση των «capital buffers» (μέσος δείκτης CET1 στο 17,3% - 17,4% τα έτη 2025 - 2026) που θα προσφέρουν μια μεγαλύτερη ευελιξία στην κατανομή και αξιοποίηση των κεφαλαίων από τις ελληνικές τράπεζες.
Η Εθνική θα προσφέρει τα υψηλότερα μερίσματα (εκτίμηση για payout στο 50% - 60% - 70% το 2024 - 2026) καθώς διαθέτει τον υψηλότερο δείκτη CET1 στο 19 - 19,5% το 2024 - 2026), με την τράπεζα να έχει προηγουμένως τονίσει την οργανική ανάπτυξη και τα μερίσματα ως τους κύριους τομείς για την αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας.
Η Eurobank θα αξιοποίησης τα κεφάλαια της τόσο για οργανική ανάπτυξη, όσο και για ανόργανη (με ιδιαίτερες ευκαιρίες εξαγορών και συγχωνεύσεων στον τραπεζικό κλάδο, το bancassurance και το asset management, σύμφωνα με τη διοίκηση). Στο μοντέλο της η Goldman Sachs υποθέτει payout 50% για το 2024 - 2026.
Για την Πειραιώς αναμένει 35% - 50% - 50% payout για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Η διοίκηση έχει προηγουμένως αναφέρει ότι τα πλεονάζοντα κεφάλαια μπορεί να αξιοποιηθούν για μια περαιτέρω ανάπτυξη (εκκίνηση της ψηφιακής τράπεζας Snappi το 2025 και συζητήσεις για την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής) και υψηλότερες χρηματικές διανομές ή επιπλέον ενδυνάμωση του δείκτη CET1.
Αντίστοιχο μοντέλο payout λαμβάνει και για την Alpha Bank, με έμφαση στην οργανική αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων και ευκαιρίες ανόργανης ανάπτυξης.