Μπορεί προ ημερών η Επιτροπή Ανταγωνισμού να έδωσε το «πράσινο φως» στο deal Μαρινόπουλος - Σκλαβενίτης, όμως αρκετοί είναι οι επιχειρηματικοί «γάμοι» που χάλασαν στο… και πέντε, αφού πέρασαν πρώτα από το κατώφλι της ανεξάρτητης αρχής.
Ο λόγος για μεγάλες συμφωνίες που ανακοινώθηκαν επίσημα από τα εμπλεκόμενα μέρη, εντούτοις δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Πρωταγωνιστές, ισχυροί όμιλοι από τον κλάδο του λιανεμπορίου, των τροφίμων, των ιχθυοκαλλιεργειών αλλά και του τραπεζικού τομέα, που στην πορεία ανακάλυψαν ανυπέρβλητες διαφωνίες, οι οποίες έμελλε να είναι καθοριστικές.
Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί το ναυάγιο της εξαγοράς της αλυσίδας σουπερμάρκετ Βερόπουλος, από την Σκλαβενίτης. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα επιχειρούμενα deal στον κλάδο του λιανεμπορίου, το οποίο τελικώς ναυάγησε, για λόγους κυρίως, οικονομικούς.
Η συμφωνίας εξαγοράς του Βερόπουλου από την Σκλαβενίτης ανακοινώθηκε την άνοιξη του 2015, ενώ λίγο καιρό αργότερο κατατέθηκε το σχέδιο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού προκειμένου να γνωμοδοτήσει για το αν συντρέχουν λόγοι συγκέντρωσης της αγοράς.
Η επιβολή όμως, των capital controls στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, έβαλε φρένο στις συζητήσεις των δύο πλευρών καθώς οι τράπεζες δεν μπορούσαν να προχωρήσουν στην εκταμίευση δανείου ύψους 80 εκατ. ευρώ προς την αλυσίδα Βερόπουλος, προϋπόθεση απαραίτητη για την ολοκλήρωση της εξαγοράς.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις υψηλές υποχρεώσεις που εμφανίζει η Βερόπουλος, αποδείχτηκε καθοριστικό για την απόσυρση του ενδιαφέροντος από τη Σκλαβενίτης.
Δέλτα -Μεβγάλ
Σε «ναυάγιο» και μάλιστα δύο φορές μέσα σε 4 χρόνια οδηγήθηκε το mega deal στον κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας - αυτό της εξαγοράς της Μεβγάλ από τη Δέλτα. Η πρώτη «απόπειρα» έγινε τον Δεκέμβριο του 2010, όταν η Δέλτα ανακοίνωσε την απόκτηση του 43% της Μεβγάλ (κατέχει ήδη το 14,8%), έναντι 57 εκατ. ευρώ.
Στις 14η Φεβρουαρίου του 2011 η Επιτροπή Ανταγωνισμού έδωσε την έγκρισή της αλλά στις 28 Σεπτεμβρίου του 2012 ανακοινώθηκε ότι τα συμβαλλόμενα μέρη αποφάσισαν από κοινού, να μην ολοκληρωθεί η συναλλαγή.
Ακολούθησε και νέα προσπάθεια απόκτησης του πλειοψηφικού πακέτου της Μεβγάλ τον Απρίλιο του 2014, όταν η Μarfin Investment Group ανακοίνωσε ότι η Δέλτα υπέγραψε προσύμφωνο για την εξαγορά του 43% της Μεβγάλ από την οικογένεια Παπαδάκη – Χατζηθεοδώρου.
Το τίμημα της καθορίστηκε στα 4,5 εκατ. ευρώ, ενώ η Επιτροπή Ανταγωνισμού λίγους μήνες μετά, (τον Δεκέμβριο του 2014) έδωσε το πράσινο φως προκειμένου να ολοκληρωθεί το deal. Λίγο καιρό μετά άρχισαν να ακούγονται φήμες ότι η συμφωνία χαλάει.
Η είδηση επιβεβαιώθηκε όταν η Δέλτα ανακοίνωσε ότι στράφηκε νομικά κατά της διοίκησης της Μεβγάλ, για μονομερή ακύρωση της συμφωνίας.
Σελόντα -Δίας
Σε οριστική διάλυση, πριν καν ολοκληρωθεί, οδηγήθηκε ο πρώτος «γάμος» που επιχειρήθηκε στον κλάδο των ιχθυοκαλλιεργειών ανάμεσα στις εταιρείες Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες και Σελόντα.
Το deal ανακοινώθηκε στις 4 Απριλίου του 2013, ενώ το Σεπτέμβριο του 2013 η Δίας υποβάλλει αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 (δικάσιμος ορίστηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 2013).
Οκτώ ημέρες πριν από την εκδίκαση της αίτησης υπαγωγής της στο άρθρο 99, η Δίας ανακοίνωσε ότι το μνημόνιο κατανόησης που είχε συνυπογράψει με τη Σελόντα και καθόριζε τους όρους της μεταξύ τους συγχώνευσης παύει να είναι σε ισχύ.
Και σε αυτή την περίπτωση η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε γνωμοδοτήσει θετικά, δίνοντας το πράσινο φως για την «γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση».
Το mega deal στο τραπεζικό κλάδο
Ήταν Οκτώβριος του 2012, όταν ανακοινώθηκε το deal Εθνικής - Eurobank με έγκριση των δανειστών και τη θετική γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η συγχώνευση προχώρησε, η δημόσια πρόταση έγινε με επιτυχία, η Εθνική τύπωσε νέες μετοχές, που διαπραγματεύονται από τα τέλη Φεβρουαρίου 2013 στο ταμπλό, και αυτό που έμενε ήταν η νομική ένωση και ο επανασχεδιασμός για τα υποκαταστήματα, τους υπαλλήλους και τα κοινά προϊόντα που θα προσέφεραν.
Ξαφνικά όμως οι δανειστές άλλαξαν στάση και τον Απρίλιο του 2013 ζήτησαν να γίνει χωριστή ανακεφαλαιοποίηση των δύο τραπεζών.
Οι δανειστές είχαν εγείρει ενστάσεις για τη συγχώνευση, θεωρώντας ότι το ενεργητικό της νέας τράπεζας θα ανέλθει σε περίπου 170 δισ. ευρώ, ίσο περίπου με το ΑΕΠ της χώρας, γεγονός που δημιουργούσε ανησυχίες για το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα (ήταν πολύ νωπό το θέμα με τις κυπριακές τράπεζες) και επιπλέον οδηγούσε σε αύξηση του ύψους των κεφαλαίων που θα χρειαζόταν για την ανακεφαλαιοποίηση του κυοφορούμενου ομίλου.