Κρίσιμη χαρακτήρισε την επόμενη τριετία για την πορεία των ερευνών για τους υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΕΔΕΥ, Γιάννης Μπασιάς, απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα στο πλαίσιο εκδήλωσης για το «Energy Union Future Leaders Academy» – την πρώτη διεθνή ενεργειακή ακαδημία που αφορά στην ενεργειακή ένωση που διοργάνωσε το Greek Energy Forum σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πειραιώς.
Αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα για την πορεία των ερευνών, ο κ. Μπασιάς εξέφρασε την εκτίμησή του ότι η επόμενη τριετία είναι κρίσιμη, καθώς σε αυτό το διάστημα οι συνεργαζόμενες πετρελαϊκές εταιρείες θα αποφασίσουν για τη συνέχιση ή μη της έρευνας στην Ελλάδα, ανάλογα με τα ευρήματα των γεωτρήσεων. Όπως τόνισε, οι επενδύσεις στις οποίες έχουν προβεί μέχρι στιγμής είναι αξιοσημείωτες, ενώ σημαντικό ρόλο θα παίξει και στο μέλλον η συμβολή των ξένων εταιριών, καθώς αυτή τη στιγμή η χώρα μας στερείται της σχετικής ενδεδειγμένης τεχνογνωσίας για θαλάσσιες περιοχές μεγάλου βάθους. Απαντώντας σε άλλο ερώτημα, τόνισε ότι δεν θα ήταν χρήσιμο να υπάρχει ενεργή οικονομική και τεχνική συμμετοχή της Ελλάδας στη φάση της έρευνας, δεδομένου ότι η οικονομική επιβάρυνση θα ήταν πολύ υψηλή εν μέσω της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας. Αντ’ αυτού, το όφελος της Ελλάδας θα ήταν να ενισχύσει την τεχνική και διαπραγματευτική ικανότητά της.
Το ενδιαφέρον για τις έρευνες επικεντρώνεται στη Δυτική Ελλάδα, την Κρήτη και αργότερα αναμένεται να εξεταστεί και η περίπτωση της Μακεδονίας και της Θράκης.
Κατά την επόμενη τριετία θα υπάρξουν τρία νέα σεισμικά δεδομένα, τα οποία θα επιτρέψουν κατόπιν τη διενέργεια αδειοδοτικού γύρου μετά το 2020 τόσο για θαλάσσιες όσο και για χερσαίες περιοχές.
Στην περιοχή της Κρήτης υπάρχουν ενδιαφέρουσες γεωλογικές δομές μεγάλης κλίμακας, με πιθανές τις συγκεντρώσεις φυσικού αερίου ή αργού δυτικά της Γαύδου και μεταξύ της Κρήτης και της Πελοποννήσου, μακρυά από τις ακτές. Εξίσου γεωλογικό ενδιαφέρον παρουσιάζεται στο Ιόνιο, νότια της Κέρκυρας, μια περιοχή η οποία επίσης έχει προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον.
Όσον αφορά στις υπεράκτικες περιοχές (Ιόνιο, δυτική Πελοπόννησος και ΝΔ Κρήτη), κατά το διάστημα 2012-2016, σε συνολική θαλάσσια έκταση 205.000 τμ, η διεθνής βιομηχανία έδειξε ενδιαφέρον μόνο για το 5%, το οποίο «μεταφράζεται» σε πέντε υπεράκτια οικόπεδα.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί από τον κ. Μπασιά, στο τέλος του 2017 αναμένεται ότι θα έχει εκδηλωθεί επίσημο ενδιαφέρον για το 30% της συνολικής έκτασης στη δυτική Ελλάδα, το οποίο ουσιαστικά αντιπροσωπεύει το 61% της έκτασης που είχε προσφερθεί κατά τον γύρο παραχωρήσεων του 2014.