Στα 60 εκατ. ευρώ ανήλθε η αξία των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών στο εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2020, σημειώνοντας πτώση σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Σύμφωνα με το Σύστημα Αθέτησης Υποχρεώσεων της «Τειρεσίας» στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2020 οι ακάλυπτες επιταγές ανήλθαν σε αξία στα 45,3 εκατ. ευρώ, ενώ σε τεμάχια ανήλθαν σε 3.078. Οι απλήρωτες συναλλαγματικές ανήλθαν στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2020 στα 14,5 εκατ. ευρώ. Συνολικά οι απλήρωτες συναλλαγματικές που σφραγίσθηκαν στο εξάμηνο ανήλθαν σε 9.496 τεμάχια.
Ωστόσο, αυτή η εικόνα είναι πλασματική δεδομένου πως λόγω της κρίσης του κορονοϊού επιταγές μεγάλης αξίας μπήκαν σε αναστολή πληρωμής για 75 ημέρες από τη λήξη τους. Πολλές από τις επιταγές αυτές δεν θα πληρωθούν με τη λήξη της προστασίας, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί δραματικά ο αριθμός των ακάλυπτων επιταγών.
Ευρύτερα η πλειονότητα των επιχειρήσεων και ειδικότερα των μικρομεσαίων έδειξε απροθυμία στη χρήση του μέτρου της αναστολής προθεσμιών πληρωμής επιταγών για 75 ημέρες.
Μόλις το 10% του συνόλου, δηλαδή η μία στις δέκα επιχειρήσεις, εκμεταλλευτήκαν το συγκεκριμένο μέτρο που πρόσθεσε η κυβέρνηση ως όπλο στη φαρέτρα των μέτρων κατά του κορονοϊού για τις επιχειρήσεις.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις και ειδικότερα αυτές με τζίρο άνω των 300.000 ευρώ και ο κλάδος του εμπορίου ήταν εκείνες που είδαν το μέτρο αυτό ως ευκαιρία για να αντιμετωπίσουν την κρίση που δημιούργησε η πανδημία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επιχειρήσεις που έκαναν μεγαλύτερη χρήση του μέτρου ήταν οι εμπορικές (17,3%), και οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο (17,1% – πάνω από 300.000 ευρώ τζίρο) και τον αριθμό εργαζομένων (13,7% – πάνω από 5 εργαζομένους).
Πάντως τα μεγέθη των ακάλυπτων επιταγών και των απλήρωτων συναλλαγματικών στο εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου 2020δεν θυμίζουν σε τίποτα την εικόνα προ δεκαετίας. Για την ιστορία αξίζει να σημειωθεί ότι στο διάστημα Ιανουάριος 2010- Ιούνιος 2010 είχαν εισαχθεί στο σύστημα του Τειρεσία 86 χιλιάδες ακάλυπτες επιταγές συνολικής αξίας 797 εκατ. ευρώ και 65.000 συναλλαγματικές που αντιπροσωπεύαν απλήρωτες οφειλές 108,2 εκατ. ευρώ.