Του Γιάννη Αγγέλη
Με ένα αθόρυβο αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικό τρόπο η ΕΚΤ αλλάζει τους όρους χρηματοδότησης του ελληνικού χρέους, διαμορφώνοντας ένα θετικό περιβάλλον αναβάθμισης από τους Οίκους Αξιολόγησης παρά τα υψηλά επίπεδα χρέους.
Στέλεχος της S&P στο οποίο απευθύνθηκε το insider.gr, επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η πρόσφατη αναβάθμιση του ελληνικού χρέους από τη Moody’s εν μέσω βαθύτατης ύφεσης και πανδημίας, έχει να κάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η νομισματική πολιτική της EKT «διαμορφώνει νέους όρους και προϋποθέσεις για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους, οι οποίοι εφ’ όσον επιβεβαιωθούν για μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα, θα οδηγήσουν σε προσεκτικές αναβαθμίσεις, αν δεν προκύψουν άλλες εξελίξεις στην οικονομία που να ανατρέπουν το περιβάλλον αυτό…».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αυτές και υπό προϋποθέσεις, θα ήταν λογικό να αναμένει κανείς ότι θα ακολουθήσουν και άλλα βήματα στην βελτίωση της διαβάθμισης του ελληνικού χρέους στο άμεσο μέλλον.
Οι προϋποθέσεις αυτές, όπως διευκρινίζεται αρμοδίως, έχουν να κάνουν με την ενεργοποίηση του PEPP από τον περασμένο Μάρτιο, την ενσωμάτωση σ’ αυτό και του ελληνικού χρέους παρά τη χαμηλή και non investment grade διαβάθμισή του.
Η ένταξη του ελληνικού χρέους στο PEPP, πέραν της άμεσης συνέπειας αγοράς ελληνικών ομολόγων - ήδη το σχετικό ποσό έχει ξεπεράσει τα 12 δισ. ευρώ, ήτοι σχεδόν το 40% - 50% των διαθέσιμων ελληνικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά - έχει και μία άλλη αφανή διάσταση, η οποία βελτιώνει τις συνθήκες για επανεξέτασης της διαβάθμισης του χρέους.
Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής διευκρινίσεις που έχουν δοθεί από την ΕΚΤ, η λειτουργία του PEPP δεν σταματάει στις 30 Ιουνίου του 2021 ήτοι την ημερομηνία λήξης νέων αγορών. Οι πόροι που έχουν μέσω αυτού επενδυθεί σε ομόλογα θα συνεχίσουν να επαν-επενδύονται επ’ αόριστον μέχρι να ομαλοποιηθούν οι συνθήκες στις αγορές χρέους. Αυτομάτως η διευκρίνηση αυτή δίνει μία εντελώς άλλη διάσταση διάρκειας στην στήριξη που έχει ενεργοποιηθεί, γιατί ισοδυναμεί με την επ’ αόριστον επανεπένδυση των 1,35 τρισ. ευρώ του νυν PEPP.
Αν μάλιστα, όπως αναμένεται την επόμενη εβδομάδα, το PEPP επεκταθεί σε 1,85 τρισ. ευρώ και μέχρι τα τέλη του 2021, η διάρκεια και ο όγκος των επ’ αόριστον επανεπενδυόμενων πόρων επεκτείνεται πέραν του ορίου που ορίζεται ως βραχυ-μεσοπρόθεσμο…
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, στον εξαιρετικά μικρό όγκο που βρίσκεται «ελεύθερο» και υπό διαπραγμάτευση στις αγορές, ήτοι ένα ποσό της τάξης των 20 – 30 δισ. ευρώ, θα συμπιεστεί ακόμα περισσότερο, αφού οι εν δυνάμει «αγορές» της ΕΚΤ (περισσότερα από 30 δισ. ευρώ) είναι μεγαλύτερες από το συνολικά διαθέσιμο χρέος στη δευτερογενή αγορά.
Υπό τις συνθήκες αυτές οι Οίκοι Αξιολόγησης είναι υποχρεωμένοι να αναπροσαρμόσουν τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα τις αξιολογήσεις τους. Πολύ περισσότερο μάλιστα που στα υψηλά κλιμάκια της ΕΚΤ ήδη έχουν αρχίσει συζητήσεις για την ενοποίηση του έκτακτου QE (δηλαδή του PEPP) και του τακτικού QE (ήτοι του APP που δρομολόγησε ο Ντράγκι τον Σεπτέμβριο του 2019), μετά την ομαλοποίηση της αγοράς του χρέους…