Με τη λήψη των έκτακτων μέτρων από την εμφάνιση της πανδημίας, ο ισολογισμός του Ευρωσυστήματος έχει εκτοξευθεί από περίπου 4,7 τρισ. ευρώ στις αρχές του έτους σε πάνω από 6,9 τρισ. ευρώ το Δεκέμβριο (την ίδια περίοδο, ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ελλάδος έχει αυξηθεί από περίπου 110 δισ. ευρώ σε περίπου 175 δισ. ευρώ).
Το παραπάνω ανέφερε σε χαιρετισμό του στο 4ο Συνέδριο Προσομοίωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας.
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, η αποτελεσματικότητα της άμεσης και ουσιαστικής νομισματικής παρέμβασης, μπορεί να διαπιστωθεί από την εξομάλυνση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών και την ενίσχυση των μακροοικονομικών μεγεθών. Με βάση εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το πακέτο των μέτρων αυτών αναμένεται να αυξήσει το ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ κατά 1,3% και τον πληθωρισμό κατά 0,8% την περίοδο 2020 – 2022, ενώ παράλληλα συνέβαλε στη διατήρηση ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας.
O διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε εκτενώς στο πρόγραμμα PEPP (Pandemic Emergency Purchase Programme - PEPP) που διαδραματίζει διττό ρόλο, συμβάλλοντας τόσο στη σταθερότητα των αγορών, όσο και στην ενίσχυση της νομισματικής χαλάρωσης.
Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι αγοράζοντας ομόλογα απευθείας από τις τράπεζες, αλλά και από επιχειρήσεις, η ΕΚΤ θέτει στη διάθεσή τους περισσότερα κεφάλαια. Με αυτό τον τρόπο, μειώνεται το κόστος δανεισμού, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τη ροή πιστώσεων και τονώνονται η κατανάλωση και οι επενδύσεις.
Η αξία των χρεογράφων που διακρατούνται από το Ευρωσύστημα στο πλαίσιο του APP (πρόκειται για το πρόγραμμα Asset Purchase Programme – APP, αγοράς τίτλων που είχε ξεκινήσει το 2015 για τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής που πλέον εντείνεται με το πρόγραμμα ΡΕΡΡ) αγγίζει σήμερα σχεδόν τα 3 τρισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των επιπρόσθετων αγορών που αποφάσισε η ΕΚΤ τον Μάρτιο (120 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2020). Αυτό το ποσό ενισχύεται από την αξία των χρεογράφων που έχουν αγορασθεί στο πλαίσιο του PEPP και υπερβαίνει τα 700 δισ. ευρώ κατά το 2020. Οι καθαρές αγορές τίτλων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος θα συνεχιστούν με ευελιξία τουλάχιστον έως το τέλος Μαρτίου 2022 και σε κάθε περίπτωση μέχρι να κριθεί ότι η κρίση της πανδημίας έχει παρέλθει, έως το συνολικό ποσό των 1,85 τρισ. ευρώ. Επιπλέον, λόγω της ανάγκης για παρατεταμένη στήριξη, η ΕΚΤ έχει αποφασίσει ότι τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση των αποκτηθέντων τίτλων θα επανεπενδύονται κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023.
Ο διοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε επίσης στην ιδιαίτερη σημασία που είχε για τη σταθεροποίηση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών στην Ελλάδα και η χορήγηση παρέκκλισης (waiver) από τις απαιτήσεις ελάχιστης πιστοληπτικής διαβάθμισης, που ισχύουν στο υπάρχον πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (Public Sector Purchase Programme – PSPP), στους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου ώστε να ενταχθούν στο έκτακτο πρόγραμμα PEPP.
Επίσης, αναφέρθηκε στις πρόσθετες, έκτακτες πράξεις του Ευρωσυστήματος (μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης των τραπεζών λόγω της πανδημίας (PELTROs) και ουσιαστική βελτίωση των όρων της τρίτης σειράς των στοχευμένων πράξεων μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLΤRO-III) για την εξασφάλιση της απαραίτητης ρευστότητας των τραπεζών και τη χρηματοδότησή τους ώστε να χορηγούν δάνεια με ευνοϊκά επιτόκια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Σε αυτές τις μακροπρόθεσμες πράξεις (των οποίων το συνολικό ύψος χρηματοδότησης διαμορφώνεται σήμερα στα 1,75 τρισ. ευρώ) το επιτόκιο δανεισμού των τραπεζών καθορίστηκε σε αρνητικά επίπεδα, που στην περίπτωση των TLΤRO-III είναι δυνατόν να φθάσει έως -1% εφόσον οι τράπεζες διατηρούν σταθερό το ρυθμό αύξησης του δανεισμού προς τον ιδιωτικό τομέα (PELTROs: -0,25%).
«Δεν πρέπει να εφησυχάζουμε»
Παρά τα μέτρα νομισματικής πολιτικής, ωστόσο, ο διοικητής της ΤτΕ τόνισε ότι δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. «Διανύουμε αυτή την περίοδο το δεύτερο κύμα της πανδημίας, το οποίο αυξάνει εκ νέου την αβεβαιότητα στους πολίτες. Εκτιμούμε ότι η αβεβαιότητα αυτή θα παραμένει υψηλή μέχρι την αποτελεσματική και γενικευμένη χρήση του εμβολίου, που αναμένεται στα μέσα του 2021. Έως τότε, τα απαραίτητα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης εντείνουν τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας και δυσχεραίνουν την ανάκαμψη. Για τους λόγους αυτούς, η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική χρειάζεται να παραμείνουν διευκολυντικές και να ενισχύουν η μία την άλλη, συνεχίζοντας να στηρίζουν τα εισοδήματα των πολιτών, την παραγωγή και την κατανάλωση σε όλη τη ζώνη του ευρώ. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είμαστε έτοιμοι να προσαρμόσουμε δεόντως τα εργαλεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να εξασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα κινείται σταθερά σε επίπεδα συνεπή με το στόχο μας για τη σταθερότητα των τιμών και ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ θα ανακάμψει», είπε ο κ. Στουρνάρας.