«Η κυβέρνηση, με τη σημερινή της απόφαση για τον κατώτατο μισθό, έδειξε ότι λαμβάνει σοβαρά υπόψη τα εύλογα επιχειρήματα των εργοδοτικών και επιστημονικών φορέων, «παγώνοντας» καταρχήν οποιαδήποτε μεταβολή για το τρέχον έτος. Για να μην υπάρξουν ωστόσο επιπτώσεις στην λειτουργία της επιχειρηματικότητας αμέσως μετά την πανδημία, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι και η προβλεπόμενη από 1-1-2022 αύξηση 2% στον κατώτατο μισθό, θα αντισταθμιστεί από αντίστοιχες παροχές προς τις επιχειρήσεις, όπως είναι οι μειώσεις των φορολογικών συντελεστών ή/και το ύψος των εργοδοτικών εισφορών.». Αυτό επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας, σε δηλώσεις του για τις κυβερνητικές αποφάσεις σχετικά με την αύξηση του κατώτατου μισθού από 1-1-2022 και προσθέτει:
«Μην ξεχνάμε ότι μετράμε ακόμα τον χρόνο «ανάρρωσης» της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας από τις έως τώρα σφοδρές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, η εξέλιξη της οποίας ακόμα δεν μπορεί να προβλεφθεί, όπως επανειλημμένα έχει αποδειχθεί από τον Μάρτιο του 2020.
Με την ελπίδα λοιπόν, στις 31 Δεκεμβρίου, όλες οι επιχειρήσεις να είναι σε θέση να καλύψουν την αύξηση 2% στις ελάχιστες αποδοχές, η ΕΣΕΕ επαναλαμβάνει την πάγια θέση της ότι ο προσδιορισμός του κατώτατου μισθού πρέπει να αποτελεί αποφασιστική αρμοδιότητα των κοινωνικών εταίρων. Καλούμε λοιπόν την κυβέρνηση, εφόσον το 2022 είναι πράγματι έτος ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία, να δρομολογήσει την ίδια χρονιά την επαναφορά του δικαιώματος αυτού εντός του πλαισίου διαβούλευσης για την Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας».