Αποστολή στο Στρασβούργο
Την ελληνική προσπάθεια για πιο χαμηλά πλεονάσματα από το 2023 στήριξε ο Εμανουέλ Μακρόν, στην τριτολογία του στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αναφέρθηκε ονομαστικά στην Ελλάδα και στην πολύ υψηλή δαπάνη που επωμίζεται λόγω των αμυντικών δαπανών, ένα από τα πεδία στα οποία η ελληνική κυβέρνηση ζητά αλλαγή στο τρόπο «καταμέτρησης» στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης που ξεκινά σε επίπεδο ΕΕ.
Μιλώντας για την ανάγκη επενδύσεων τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και εθνικό επίπεδο ο κ. Μακρόν δήλωσε ότι η Ελλάδα «έχει επωμιστεί μεγάλο μέρος των δαπανών άμυνας παρότι συμβάλλει στην συλλογική ασφάλεια».
«Για να βγούμε από την κρίση σίγουρα πρέπει να επενδύσουμε, να καινοτομήσουμε, να επενδύσουμε στις παραγωγικές μας βιομηχανίες, να στηρίξουμε τις αγροτικές περιοχές, τη μεσαία και την εργατική τάξη. Για όλα αυτά θα πρέπει να έχουμε κοινές επενδύσεις, ευρωπαϊκές επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία, στην άμυνα. Θα πρέπει όμως να βάλουμε χρήματα το τραπέζι. Κοιτάξτε για παράδειγμα την Ελλάδα, η Ελλάδα έχει επωμιστεί μεγάλο μέρος των δαπανών άμυνας παρότι κάποιοι από εμάς είναι πολύ μακριά από το ΝΑΤΟϊκό στόχο του 2% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες. Κι όμως οι δαπάνες αυτές αφορούν την συλλογική ασφάλεια για αυτό και πρέπει να δούμε τους δημοσιονομικούς όρους αυτού του στόχου», τόνισε ο Γάλλος πρόεδρος.
Η ανάγκη για τέτοιου είδους επενδύσεις – στην άμυνα, στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής – πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη στις διαβουλεύσεις για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τόνισε ο κ. Μακρόν.
«Οι σχετικές απόψεις διίστανται, λόγω των διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων, κάποιοι είναι υπέρ ενός μεγάλου ανοίγματος και μιας νέας πολιτικής ενώ άλλοι ζητούν να επανέλθουμε σε δημοσιονομικούς κανόνες του παρελθόντος» σημείωσε ο κ. Μακρόν, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν θέλει να προδικάσει την συζήτηση που θα ακολουθήσει στο εξάμηνο της γαλλικής προεδρίας.
«Για να έχουμε όμως μία Ευρώπη με καλύτερη τεχνολογική πρόοδο θα πρέπει να επενδύσουμε για να έχουμε μια Ευρώπη με ισχυρή άμυνα, επίσης πρέπει να επενδύσουμε για να αποτρέψουμε την κλιματική αλλαγή επίσης θα πρέπει να επενδύσουμε. Ακόμα όμως κι αν διαφωνούμε ως προς το ρυθμό και το μέγεθος των επενδύσεων και δεδομένου ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις θα πρέπει να συνοδευτούν κι από δημόσιες για να υπάρξει αναπτυξιακό αποτέλεσμα, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι αυτές οι επενδύσεις δεν γίνονται κατά τον ίδιο τρόπο από όλα τα κράτη-μέλη. Θα πρέπει λοιπόν να είμαστε υπέρ των επενδύσεων αλλά αν θέλουμε να έχουμε στόχους φιλόδοξους για το κλίμα, για την κοινωνική πολιτική και για την βιομηχανία θα πρέπει να υποστηρίξουμε κατά προτεραιότητα τις επενδύσεις σε σημαντικούς τομείς, τις δημόσιες επενδύσεις αλλά και μια νέα μακροοικονομική πολιτική η οποία θα προκύψει μετά από συζήτηση και συγκεκριμένους στόχους», σημείωσε ο Γάλλος πρόεδρος δίνοντας μια ιδέα για το πώς το Σύμφωνο σταθερότητας μπορεί να μετεξελιχθεί από θεσμικό εργαλείο/φόβητρο σε μοχλό ανάπτυξης για την μετά-Covid19 ευρωπαϊκή οικονομία.
Η ελληνική θέση
Σημειώνεται πως η ελληνική πλευρά, έχει κάνει σαφείς εδώ και καιρό τις θέσεις της στο πεδίο των νέων δημοσιονομικών κανόνων ζητώντας πέραν της υποχρέωσης μείωσης του χρέους κατά 1/20 το χρόνο και μία σειρά από άλλες παρεμβάσεις, από τις οποίες το όφελος εκτιμάται πως μπορεί να είναι σημαντικό. Θεωρεί πως πρέπει να υπάρχει μεν δημοσιονομική ισορροπία ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη, αλλά με ρεαλιστικούς στόχους που να προκαλούν «ασφάλεια» και στις αγορές. Και να τροφοδοτούνται από το ΑΕΠ αλλά και από την τόνωση που θα προσφέρει στην οικονομία η μείωση φόρων και εισφορών.
Η ελληνική πλευρά ζητά να υπάρχει ειδική μεταχείριση δαπανών που συνδέονται με την άμυνα της Ευρώπης (για αμυντικές δαπάνες ή για το μεταναστευτικό), αλλά και να εξαιρούνται δαπάνες για πράσινες ή ψηφιακές επενδύσεις, να υπάρχει εθνική «ιδιοκτησία» των παρεμβάσεων που θα οδηγήσουν σε δημοσιονομική ισορροπία, στο πρότυπο των μεταρρυθμίσεων που επιλέγησαν για το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς και να υπάρχει ευελιξία στον στόχο για το πλεόνασμα, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση που ισχύει κάθε φορά (ανάλογα δηλαδή με τον οικονομικό κύκλο).
Το θέμα συζητήθηκε στη σύνοδο του Eurogroup τη Δευτέρα με ένα χρονοδιάγραμμα που εκτείνεται έως τον Οκτώβριο Νοέμβριο. Ωστόσο ο κ. Μακρόν, λόγω των εκλογών του Απριλίου – Μαΐου επιθυμεί να κάνει σαφή τη θέση του (σ.σ. έχοντας και την προεδρία της ΕΕ), όπως αυτή έχει γίνει γνωστή και μέσα από την κοινή επιστολή με τον Μάριο Ντράγκι.