Την αβεβαιότητα που προκαλεί στην πορεία της ελληνικής οικονομίας ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις του διεθνώς υπογραμμίζει το ΙΟΒΕ, στην τελευταία έκθεση του για το οικονομικό κλίμα που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Το ινστιτούτο καταγράφει μείωση του δείκτη οικονομικού κλίματος για τον Μάρτιο (στις 113,2 μονάδες από 114 μονάδες τον Φεβρουάριο), αλλά και σημαντική επίπτωση στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία, ύστερα από ένα δίμηνο ανόδου, υποχώρησε έντονα τον Μάρτιο, στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 16 μηνών.
Όσον αφορά τα νοικοκυριά, προς το παρόν αυτές έγκεινται κυρίως στην έντονη αύξηση των τιμών, η οποία τον Μάρτιο διευρύνθηκε σημαντικά, από τα ενεργειακά προϊόντα, σε πολλές κατηγορίες τροφίμων και άλλα καταναλωτικά προϊόντα.
Η υποχώρηση του πραγματικού εισοδήματος και της ζήτησης από αυτή την εξέλιξη και οι πιθανές επενέργειές της, π.χ. στην απασχόληση, καθώς και όποιες άλλες πολιτικοοικονομικές εξελίξεις λόγω του πολέμου, που θα εξαρτηθούν κυρίως από τη διάρκειά του, θα αποτελέσουν τον πλέον καθοριστικό παράγοντα των προσδοκιών των νοικοκυριών στους επόμενους μήνες» σημειώνεται στην έκθεση.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, στην ερώτηση που τέθηκε το Μάρτιο σε Έλληνες καταναλωτές για την αντίληψη που είχαν για την πορεία των τιμών, οι απαντήσεις ήταν ανάλογα…. «υψηλές» με αυτές που είχαν καταγραφεί το 2008. Ο δείκτης θετικών και αρνητικών απαντήσεων στον δείκτη που ορίζει τον λεγόμενο «αντιληπτό πληθωρισμό» έφτασε στο 84,3 από -5,6 ένα χρόνο πριν. Με το ιστορικό υψηλό να έχει καταγραφεί τον Ιανουάριο του 2008 στις 84,8 μονάδες, δηλαδή μία… ανάσα από την αντίληψη που υπάρχει σήμερα στην αγορά για το πως κινούνται οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών.
Για παράδειγμα, τον Ιούλιο του 2021 στην Ελλάδα ο δείκτης προσδοκιών για την «τσέπη» του καταναλωτή ήταν στο 15,7 έναντι 29,2 κοινοτικού μέσου όρου. Τώρα που έχει φτάσει στο 84,3 στην Ελλάδα, ο μέσος όρος της ΕΕ είναι στο 61. Επιπλέον, κανένα άλλο κράτος δεν έχει καταγράψει τόσο υψηλή άνοδο όσο η Ελλάδα.
Απαισιοδοξία των καταναλωτών
Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες επιδεινώθηκαν τον Μάρτιο στις -48,1 μονάδες. Το 69% (από 59%) των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 2% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση.
Ακόμα, για τους επόμενους 12 μήνες το 67% (από 54%) των νοικοκυριών αναμένει εκ νέου ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 5% προβλέπει μικρή βελτίωση.
Επιπλέον, το 70% των καταναλωτών (από 57%) προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας το επόμενο 12μηνο, έναντι του 19% το οποίο αναμένει σταθερότητα.
Σημαντική πτώση κατέγραψε η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.), καθώς το 58% των καταναλωτών (από 43%) προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 8% (από 6%) αναμένει το αντίθετο.
Για την πρόθεση αποταμίευση το επόμενο 12μηνο, το ο 85% (από 80%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 14% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή.
Ακόμα, σχεδόν το 75% των Ελλήνων αναμένει αύξηση των τιμών το επόμενο 12μηνο, καθώς το ο 74% (από 57%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 11% (από 18%) αναμένει σταθερότητα.
Παράλληλα, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» διατηρήθηκε στο 56% (από 57%), ενώ στο 16% (από 11%) ενισχύθηκε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους. Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 19% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διαμορφώθηκε σε 9%.
Τι αναμένει η αγορά
Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΔΥ, οι γεωπολιτικές και οικονομικές εξελίξεις εξαιτίας του πολέμου αναμένεται να αποτελέσουν βασικό παράγοντα διαμόρφωσης των συνθηκών στην ελληνική και την παγκόσμια οικονομία την επόμενη περίοδο. Σε οικονομικό επίπεδο, οι αρχικές επιπτώσεις στο κόστος της ενέργειας, έχουν διευρυνθεί στην προμήθεια ορισμένων καταναλωτικών προϊόντων και πρώτων υλών. Ωστόσο, οι μεσοπρόθεσμες επιδράσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες είναι πρόωρο να εκτιμηθούν.
Οι αντιδράσεις οικονομικής πολιτικής έχουν ξεκινήσει από τις κυβερνήσεις και αφορούν πρωτίστως στην ανάσχεση του υψηλού ενεργειακού κόστους, ενώ οι κεντρικές τράπεζες τηρούν, προς το παρόν, στάση αναμονής με μικρές μεταβολές στα εργαλεία πολιτικής τους. Τυχόν νέες πρωτοβουλίες οικονομικής πολιτικής προσεχώς, και οι προσδοκίες επιχειρήσεων και νοικοκυριών θα εξαρτηθούν κρίσιμα από τις εξελίξεις στον πόλεμο της Ουκρανίας.
- Στη Βιομηχανία, το ήπια αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση υποχώρησε αισθητά, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν οριακά και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες υποχώρησαν αισθητά.
- Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή υποχώρησαν αισθητά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για την απασχόληση εξασθένησαν ήπια.
- Στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις υποχώρησαν σημαντικά, με το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται έντονα, ενώ οι θετικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων εξασθενούν αισθητά.
- Στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων υποχώρησαν αισθητά, εκείνες για τη ζήτηση εξασθένισαν εντονότερα, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης επιδεινώθηκαν ήπια.
- Στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας ενισχύθηκαν έντονα, ενώ οι αντίστοιχες για τη δική τους οικονομική κατάσταση εντός ενός έτους επιδεινώθηκαν ηπιότερα. Παράλληλα υποχώρησαν έντονα οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές και εξασθενεί αισθητά η πρόθεση για αποταμίευση.
Βιομηχανία
Στις επιχειρηματικές προσδοκίες για τη βιομηχανία, οι θετικές προβλέψεις για τις πωλήσεις τους προσεχείς μήνες εξασθένησαν αισθητά, με το ισοζύγιο να διαμορφώνεται στις +37 μον. από +45 και το 46% (από 52%) των επιχειρήσεων να αναμένει άνοδο πωλήσεων το προσεχές χρονικό διάστημα, ενώ το 8% (από 7%) μείωσή τους.
Από την άλλη πλευρά, ο θετικός δείκτης εκτιμήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύθηκε στις +23 μονάδες, με το 39% (από 36%) των ερωτηθέντων να προβλέπει αύξησή τους.
Στις προβλέψεις για την εξέλιξη της παραγωγής τους προσεχείς 3-4 μήνες, το σχετικό ισοζύγιο υποχώρησε αισθητά και διαμορφώθηκε στις +32 μονάδες (από +40), με το 44% (από 46%) των επιχειρήσεων να προβλέπει αύξηση της παραγωγής του το επόμενο τρίμηνο και ένα 12% (από 7%) μείωσή της.
Ο δείκτης προβλέψεων για την απασχόληση επιδεινώθηκε, στις +5 (από +9) μονάδες, με το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπει άνοδο απασχόλησης το προσεχές τρίμηνο να υποχωρεί στο 15% (από 21%) και το 10% (από 12%) να αναμένει μείωσή της.
η) Το ισοζύγιο στις προβλέψεις για τις μεταβολές των τιμών ενισχύθηκε αισθητά, στις +61 (από +51) μονάδες, με το 35% των επιχειρήσεων να μην αναμένουν μεταβολή τους το προσεχές τρίμηνο και το 63% να αναμένει άνοδό τους.
Λιανεμπόριο
Στο λιανικό εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις τους ενισχύονται περαιτέρω στις -19 μονάδες (από -6 μονάδες), ενώ και οι μέχρι τον προηγούμενο θετικές προβλέψεις για την εξέλιξη των πωλήσεων στο επόμενο τρίμηνο είναι πλέον αρνητικές στις -10 μονάδες. Από την άλλη πλευρά, τα αποθέματα διατηρούνται σε χαμηλά για την εποχή επίπεδα, στις -15 (από -8 μονάδες), ενώ παράλληλα οι νέες παραγγελίες εμφανίζουν πλέον υποχώρηση (-7 από +10 μονάδες).
Οι προβλέψεις για την απασχόληση διατηρούνται θετικές αν και εξασθενούν (+15 από +32 μονάδες), ενώ ως προς τις τιμές, το 63% αναμένει άνοδο, ενδεικτικό των πληθωριστικών πιέσεων. Ως προς το βαθμό αβεβαιότητας που επικρατεί στο οικονομικό περιβάλλον, τον Μάρτιο το 57,9% θεωρεί ότι η μελλοντική ανάπτυξη μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, πολύ υψηλότερα από τον προηγούμενο μήνα
46,7%).
Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στα Τρόφιμα – Ποτά – Καπνός υποχώρησε αισθητά τον Μάρτιο και διαμορφώθηκε στις 48,2 (από 54,7) μονάδες, αρκετά χαμηλότερα σε σχέση με το περυσινό επίπεδο (87,4 μον.). Οι ήδη αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις εντάθηκαν περαιτέρω (-53 από τις -30 μονάδες), ενώ και οι αρνητικές προσδοκίες για τις πωλήσεις της επόμενης περιόδου ενισχύθηκαν στις -52 μονάδες (από τις -29).
Τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν αισθητά (+23 από +47 μον.), ενώ παράλληλα υποχώρησαν έντονα οι παραγγελίες προς προμηθευτές (-17 από +30 μον.).
Έντονη επιδείνωση παρατηρείται στο ισοζύγιο των προβλέψεων για την απασχόληση, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις +35 (από +64) μονάδες, ενώ οι προβλέψεις τιμών αν και υποχωρούν παραμένουν έντονα πληθωριστικές (στις +27 μονάδες ο δείκτης από +51).
Υπηρεσίες
Στις υπηρεσίες, ο δείκτης των εκτιμήσεων για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων αποκλιμακώθηκε αισθητά, στις +23 μονάδες (από +38), όπως και ο δείκτης εκτιμήσεων για την τρέχουσα ζήτηση που κινήθηκε εντονότερα πτωτικά και διαμορφώθηκε στις +21 (από +39) μονάδες. Στο ίδιο πτωτικό κλίμα και οι αισιόδοξες προβλέψεις για τη ζήτηση του επόμενου τριμήνου που υποχώρησαν ήπια στις +44 (από +50) μονάδες, αλλά και οι προβλέψεις για την απασχόληση στις +23 (από +32) μονάδες.
Αντίθετα στις τιμές, το σχετικό ισοζύγιο υποδηλώνει αύξησή τους, έστω και οριακή, καθώς διαμορφώνεται στις +35 (από +34) μονάδες. Το 26% των επιχειρήσεων δηλώνει απρόσκοπτη επιχειρηματική λειτουργία, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο των επιχειρήσεων (32%) επισημαίνει ως βασικότερο εμπόδιο στη λειτουργία του την πανδημική κρίση αλλά και τον πόλεμο στην Ουκρανία και αντίστοιχα το 20% των επιχειρήσεων τη χαμηλή ζήτηση.
Στην ερώτηση σχετικά με το βαθμό αβεβαιότητας που επικρατεί στο οικονομικό περιβάλλον, το 57% θεωρεί ότι η μελλοντική ανάπτυξη μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, υψηλότερα σε σχέση με το 54% τον προηγούμενο μήνα.