Το μεγάλο ερωτηματικό τόσο για τις εθνικές οικονομίες όσο και για τις αγορές χρήματος τα τελευταία 24ωρα είναι το κατά πόσο το πολύ υψηλό επίπεδο του πληθωρισμού τον Μάρτιο διεθνώς αποτελεί κορύφωση των πληθωριστικών πιέσεων ή όχι.
* Μια θετική απάντηση στο ερώτημα ισοδυναμεί με πρόβλεψη ήπιας «σύσφιξης» της νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες από τον Μάιο ή τον Ιούνιο και προσδοκίες αποφυγής μίας ισχυρής και παρατεταμένης ύφεσης στη συνέχεια.
* Μία αρνητική απάντηση, ήτοι η συνέχιση της ανοδικής σπείρας τιμών διεθνώς σημαίνει πιο σκληρή αντίδραση από τις κεντρικές τράπεζες για την αναχαίτιση των πληθωριστικών πιέσεων και βραχυμεσοπρόθεσμη ύφεση μαζί με πληθωρισμό για τόσο όσο «χρειασθεί» για να καμφθεί η πληθωριστική πίεση.
Ο λόγος που το ερώτημα αυτό έχει τεθεί στο τραπέζι τώρα - και υποστηρίζεται μάλιστα από πολλούς οικονομολόγους η πρώτη εκδοχή απάντησης - έχει να κάνει με το γεγονός ότι τον Μάρτιο κλείνουμε δύο χρόνια από την εκδήλωση της πανδημίας και την απότομη κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας διεθνώς τον Μάρτιο του 2020.
Οι «αισιόδοξοι» αναλυτές θεωρούν ότι ο Μάρτιος έδωσε την κορύφωση της αυξητικής τάσης του ΔΤΚ, με το μεγάλο μέρος της πληθωριστικής κορύφωσης της αλυσίδας εφοδιασμού που συνδέεται με τον covid να εξασθενεί πλέον. Όσο δε για την επιδείνωση που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία θεωρούν ότι δεν θα έχει τόσο μεγάλη διάρκεια όσο αφορά τις επιπτώσεις στις τιμές, ανεξάρτητα από το αν οι εχθροπραξίες κλείσουν σχετικά σύντομα ή η αιμορραγία συνεχίσει επί μακρόν...
Οι εκτιμήσεις αυτές πέραν των εξελίξεων στην ενέργεια, παίρνουν ως βάση την ανάλυση των παραγόντων που συνθέτουν τους δείκτες πληθωρισμού στις ΗΠΑ και κυρίως τις ενδείξεις που προκύπτουν για τα αγαθά των οποίων οι μεταβολές στις τιμές είναι πολύ λιγότερο ελαστικές από εκείνες της ενέργειας, των τροφίμων, κ.λ.π. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αυτές πέραν της προσδοκώμενης σταδιακής απόσυρσης των πληθωριστικών πιέσεων λόγω της πανδημίας, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο διαπιστώνεται μία ελαφρά απομείωση των πιέσεων στις τιμές των προϊόντων με αργή και δύσκολη μεταβολή στις τιμές τους.
Απέναντι στις «αισιόδοξες» αυτές εκτιμήσεις ο αντίλογος υποστηρίζει ότι πέραν της συνεχιζόμενης επιδείνωσης στις τιμές των καυσίμων, πρόκειται να αντιμετωπίσουμε μια ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του πληθωρισμού των τροφίμων, πολύ μεγαλύτερης διάρκειας που αλληλοτροφοδοτείται σε πολλά επίπεδα με εκείνη της ενέργειας στις διεθνείς συναλλαγές.
Οι εκτιμήσεις αυτές επιμένουν ότι οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού συνεχίζουν να κατακερματίζονται υπό το βάρος των κυρώσεων στην Ρωσία, όπως επίσης και από τις ανάγκες επισιτιστικής και ενεργειακής ασφάλειας των κρατών.
Οι κινήσεις που καταγράφονται διεθνώς είναι χαρακτηριστικές.
Πρόσφατα η Σερβία αποφάσισε να απαγορεύσει τις εξαγωγές καλαμποκιού, ενώ η Αργεντινή και η Ινδονησία αύξησαν τους φόρους στις εξαγωγές φυτικών ελαίων. Από το Καζακστάν που είναι ο ένατος μεγαλύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας σιταριού, ανακοινώθηκε ότι περιορίζονται οι εξαγωγές σιτηρών συμπληρώνοντας μία πολύ σοβαρή συρρίκνωση στις διαθέσιμες διεθνώς ποσότητες σιτηρών μετά την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με την Ρωσία και την Ουκρανία.
Χθες το Μαρόκο αποφάσισε να αυξήσει το επίπεδο των αποθεμάτων σιτηρών του αυξάνοντας έτσι μαζί με ανάλογες κινήσεις άλλων χωρών τη δέσμευση σιτηρών. Παράλληλα η εκδήλωση νέων κύκλων της πανδημικής κρίσης στην Κίνα έχει οδηγήσει στην ενεργοποίηση καταστάσεων lockdown στη Σαγκάη και στο λιμάνι της από το οποίο διακινείται (εισαγωγές και εξαγωγές) περισσότερο από το 36% του κινεζικού εμπορίου, γεγονός που ενισχύει τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη.
Και όλα αυτά πέρα από τις συνέπειες από την εφαρμογή των κυρώσεων στη Ρωσία στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Σε κάθε περίπτωση αυτή την εβδομάδα στη συνάντηση του Συμβουλίου της ΕΚΤ θα πρέπει να αποτυπωθεί το κατά πόσον οι διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρώπης έχουν κάποια σταθερή εκτίμηση για την εξέλιξη του πληθωρισμού και αν η κορύφωσή του ήταν τον Μάρτιο ή όχι.
Παρατηρητές στη Φρανκφούρτη, που εμφανίζονται εξοικειωμένοι με τους προβληματισμούς στο Συμβούλιο της ΕΚΤ, υποστηρίζουν ότι η ΕΚΤ προς το παρόν θα αποφύγει να πάρει άμεσα θέση και να απαντήσει στο σχετικό ερώτημα. Θα περιμένει τα δεδομένα του Ιουνίου για να πάρει – έμπρακτα - θέση δρομολογώντας ή αναστέλλοντας, τη διαδικασία αύξησης επιτοκίων μέσα στο τρίτο τρίμηνο του 2022.
Υπάρχει βέβαια και η άποψη ότι η ΕΚΤ έτσι κι αλλιώς, όποια και αν είναι τα στοιχεία που θα έχει στη διάθεσή της, θα περιμένει τις αντιδράσεις της Fed πριν αρχίσει και η ίδια να κινείται σε κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Προς το παρόν πάντως τα μέλη του Συμβουλίου της ΕΚΤ, με εξαίρεση τους Γερμανούς που έχουν αρχίσει περιοδεία σ' ολόκληρη τη χώρα με οχήματα της Bundesbank για να εξηγήσουν την κατάσταση στον κόσμο, «ξορκίζουν» με δηλώσεις τους το ενδεχόμενο εισόδου της ευρω-οικονομίας σε φάση στασιμοπληθωρισμού...