Στο περιθώριο των συζητήσεων που γίνονται αυτές τις ημέρες στο ΔΝΤ, μία από τις πλέον «καυτές» είναι αυτή που αφορά στο πόσο γρήγορα θα ακολουθήσει η ΕΚΤ την Fed στο χρονοδιάγραμμα αύξησης των επιτοκίων.
Από την πλευρά των παρόντων Κεντρικών Τραπεζιτών της ΕΚΤ στις εργασίες της Συνόδου του ΔΝΤ, μεταξύ των οποίων και του κ. Νάγκελ της Bundesbank η πρόθεση είναι σαφής: η αύξηση των επιτοκίων πρέπει να ξεκινήσει το καλοκαίρι και να εμποδίσει την περαιτέρω διολίσθηση του Ευρώ έναντι του Δολαρίου.
Στην ίδια κατεύθυνση φαίνεται να κινείται και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Ντε Γκίντος ο οποίος μαζί και με τον Κεντρικό Τραπεζίτη του Βελγίου αναφέρονται στον Ιούλιο σαν τον μήνα που θα πρέπει να αρχίσει η στροφή της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Μέσα στον Ιούλιο να μπει τέλος στις καθαρές αγορές χρέους μέσω του APP και σε... λίγες εβδομάδες να ακολουθήσει η πρώτη – κατά 0,25% - αύξηση επιτοκίων.
Οι λόγοι είναι πολλοί, αλλά δύο είναι οι αιτίες που το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα εμφανίζεται ως το πλέον πιθανό ή ακριβέστερα αναγκαίο.
Μέχρι τον Ιούλιο η Fed θα έχει ήδη κινηθεί στην κατεύθυνση αυτή, θα έχει οπωσδήποτε πραγματοποιήσει αύξηση των βασικών επιτοκίων ίσως και περισσότερο από 0,5%, το δολάριο κατά συνέπεια θα έχει ενισχυθεί περαιτέρω και οι συνέπειες θα φανούν στην διολίσθηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ.
Το πόσο σημαντικό είναι αυτό για την ΕΚΤ αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι χρειάσθηκε να βγουν δύο και τρεις Ευρωπαίοι κεντρικοί τραπεζίτες για να δηλώσουν τις προθέσεις της ΕΚΤ για αύξηση επιτοκίων προκειμένου να ανακοπεί και να αναστραφεί εν μέρη, η διολίσθηση του Ευρώ, που έχει γίνει άλλη μία – ισχυρή – Κερκόπορτα ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων στην Ε.Ε.
Ο δεύτερος λόγος βέβαια είναι η αναμενόμενη αύξηση του πληθωρισμού και τον Απρίλιο σε βασικές οικονομίες της Ευρωζώνης που θα επηρεάσουν καθοριστικά και τον συνολικό ευρωπαϊκό δείκτη.
Ενδιαφέρον είναι ότι μεταξύ των μελών της διοίκησης της ΕΚΤ – τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου έχουν αραιώσει τις δημόσιες δηλώσεις τους – φαίνεται να κυριαρχεί η άποψη ότι ο ρόλος της ΕΚΤ πλέον δεν μπορεί να είναι ο κύριος για το θέμα της ανάπτυξης και πρέπει να περιορισθεί στον στόχο της σταθερότητας των τιμών, ήτοι της ανάσχεσης του πληθωρισμού.
Βέβαια, τα διαθέσιμα στοιχεία, μέχρι σήμερα, από το 1929 και εντεύθεν δείχνουν μία ισχυρή συνέπεια στην ακολουθία «πληθωρισμός - σύσφιξη νομισματικής πολιτικής – ύφεση – πτώση πληθωρισμού».
Και φαίνεται ότι και αυτή την φορά είναι αδύνατη η απόκλιση από την ακολουθία αυτή. Πολύ περισσότερο μάλιστα που η επιδείνωση της οικονομικής πορείας και ανάπτυξης επηρεάζεται ακόμα και σήμερα από τις συνέπειες της πανδημίας και του πολέμου στην πρόκληση ρήξεων και ασυμμετρίας στην διεθνή ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, λόγω των προβλημάτων στην ομαλή λειτουργία των διεθνών τροφοδοτικών αλυσίδων.
Σε κάθε περίπτωση όλα δείχνουν ότι και οι αγορές έχουν αρχίσει να προεξοφλούν αυτή την «στροφή». Και ετοιμάζονται για τον συντονισμό – έστω και με μικρή υστέρηση χρόνου – της ΕΚΤ με τις κινήσεις της Fed, αναγνωρίζοντας ότι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες ανεξάρτητα από τις συνέπειες στην πραγματική οικονομία, δεν μπορούν να διακινδυνεύσουν μία κρίση στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και ειδικά στο δεύτερο σε μέγεθος και σημασίας διεθνές αποθεματικό νόμισμα το Ευρώ...
Το θέμα βέβαια είναι το πως η προσαρμογή των αγορών θα επηρεάσει με βίαιο ή ομαλό τρόπο τις αποδόσεις στις αγορές ομολόγων και θα απειλήσει ή όχι με «κατακερματισμό» της ευρωπαϊκή αγορά χρέους υποχρεώνοντας την ΕΚΤ να παρέμβει διορθωτικά και με τι «κόστος»...