Αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο για τη διακίνηση του χύμα τσίπουρου προανήγγειλε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλης Αποστόλου. Μάλιστα, η κυβέρνηση προσανατολίζεται το νέο καθεστώς φορολόγησης της παραγωγής των λεγόμενων διήμερων αποσταγματοποιών να αφορά και την κάλυψη των οικογενειακών αναγκών. Ωστόσο δεν θα προβλέπεται η εξομοίωση του φόρου μεταξύ του χύμα με το εμφιαλωμένο τσίπουρο αλλά θα επιχειρηθεί δίκαιη αντιμετώπιση. Σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς σήμερα το τσίπουρο των διήμερων διακινείται ουσιαστικά αγροτικό προϊόν με φορολογική επιβάρυνση μόλις 0,59 ευρώ το λίτρο ενώ ο φόρος στην άνυδρη αιθυλική αλκοοόλη είναι περίπου στα 25 ευρώ το λίτρο.
Στις προθέσεις του υπουργείου είναι να μπει φραγμός στην παράνομη διακίνηση διότι εκτός από τα χαμένα έσοδα για το Δημόσιο εγκυμονεί κινδύνους και για την δημόσια υγεία .
Το νέο πλαίσιο θα προβλέπει τη διατήρηση της δυνατότητας παραγωγής με ατέλεια μιας μικρής ποσότητας, αλλά η συνολική παραγωγή των διήμερων θα υποχρεούται να μπαίνει στα επίσημα κανάλια διακίνησης. Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του ΙΟΒΕ τα παράθυρα που σήμερα υπάρχουν στη νομοθεσία κοστίζουν στο Δημόσιο περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ σε ετήσια βάση από διαφυγόντες φόρους από όλη την εφοδιαστική αλυσίδα.
Μόνο το 2014 όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΣΕΑΟΠ και του ΙΟΒΕ, διακινήθηκαν λαθραία 8,2 εκατ. φιάλες αλκοολούχων με τα διαφυγόντα έσοδα από ΕΦΚ και ΦΠΑ να φθάνουν τα 130 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση ενώ διακινήθηκαν 24 εκατ. λίτρα χύμα «τσίπουρου διημέρων», με τις απώλειες φορολογικών εσόδων να υπολογίζονται σε 300 εκατ. ετησίως και τις δηλωμένες ποσότητες να ανέρχονται περίπου στα 7 εκατ. λίτρα.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση είναι σε φάση διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το θέμα της φορολόγησης και του εμφιαλωμένου τσίπουρου ευελπιστώντας ότι τελικά καταφέρει να πάρει την άδεια της ΕΕ ώστε να διατηρήσει την έκπτωση 50% στον ΕΦΚ και για το τσίπουρο όπως και για το ούζο. Η Κομισιόν το προηγούμενο διάστημα είχε ζητήσει για λόγους ανταγωνισμού αλλά και συμμόρφωσης με το κοινοτικό δίκαιο να καταργηθεί η έκπτωση για το τσίπουρο καθώς δεν μπορεί τα κράτη μέλη να έχουν δύο παραδοσιακά προϊόντα σε ειδικό καθεστώς φορολόγησης. Η ελληνική πλευρά προβάλλει ως επιχείρημα το γεγονός ότι το τσίπουρο είναι υποπαράγωγο του κρασιού.