Η κυβέρνηση έχει λάβει ή δρομολογήσει ήδη για την ενεργειακή κρίση πακέτο μέτρων αξίας 4,336 δισ. ευρώ για το 2022. Επιπλέον δηλώνει πως έλαβε 991 εκατ. ευρώ για το 2021, ενώ αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο «δυνητικών πρόσθετων μέτρων» έως το τέλος του έτους από το αδιάθετο υπόλοιπο του συμπληρωματικού προϋπολογισμού των 2 δισ. ευρώ που προ ημερών ψήφισε η Βουλή.
Σε αυτά, προσθέτει τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας που έχει δρομολογήσει για φέτος, αξίας 4,052 δισ. ευρώ για το 2022, επιπλέον των 16 δισ. ευρώ που έλαβε το 2021. Τα μέτρα τα αναλύει στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2023-2025 που υποβλήθηκε την Παρασκευή από το ΥΠΟΙΚ στο Συμβούλιο της ΕΕ και στην Επιτροπή, με βάση τη σχετική υποχρέωση που έχουν όλα τα κράτη – μέλη.
Αναλυτικά, στο κείμενο αναφέρεται πως οι πληθωριστικές πιέσεις κυρίως λόγω της ενεργειακής κρίσης επιταχύνθηκαν απότομα το 2022 και έτσι υιοθετήθηκαν παρεμβάσεις για τον μετριασμό των ενεργειακών και πληθωριστικών πιέσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα επιδότησης ρεύματος και φυσικού αερίου είχε κόστος 630 εκατ. ευρώ για το 2021 και για φέτος, επί του παρόντος, αναμένεται να φτάσει τα 3,6 δις. ευρώ (για το σύνολο του 2022). Εξηγεί πως το ποσό αυτό κυρίως χρηματοδοτείται από τα έσοδα των δημοπρασιών ρύπων και του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ.
Πέραν του εν λόγω πακέτου, υπάρχει και το δημοσιονομικό σκέλος 722 εκατ. ευρώ: η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης για το 2021 και για το 2022 φτάνει σε κόστος στα 90 εκατ. ευρώ, τα επιδόματα σε 324 εκατ. ευρώ, η επιδότηση του Diesel για τους αγρότες στα 60 εκατ. ευρώ, η προπληρωμένη κάρτα καυσίμων στα 130 εκατ. ευρώ και σε άλλα μέτρα πιο μικρής εμβέλειας διατέθηκαν 118 εκατ. ευρώ. Συνολικά έτσι το πακέτο για την ενεργειακή κρίση του 2021 έφτασε στα 991 εκατ. ευρώ και του 2022 στα 4,33 δις ευρώ.
«Το ξέσπασμα της ουκρανικής κρίσης, από τις 24 Φεβρουαρίου, άλλαξε εντελώς το παγκόσμιο και το ευρωπαϊκό οικονομικό τοπίο» αναφέρεται περιγράφοντας τα μέτρα στήριξης. Μιλά για «καλά στοχευμένη στήριξη σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις που είναι υπερβολικά εκτεθειμένες στην ενεργειακή κρίση (εκπτώσεις καυσίμων, επιδότηση λογαριασμών ηλεκτρικού και φυσικού αερίου νοικοκυριών και επιχειρήσεων και επίδομα θέρμανσης)» που «μπορεί εν μέρει να αντισταθμίσει τον αρνητικό αντίκτυπο των οξέων πληθωριστικών πιέσεων στην ανάπτυξη» μαζί με τα εναπομείναντα μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία, και τα νέα δημοσιονομικά μέτρα ελάφρυνσης (νέα μείωση του ΕΝΦΙΑ και αύξηση του κατώτατου).
Οι προβλέψεις
Το νέο Μεσοπρόθεσμο, όπως παρουσιάστηκε την Παρασκευή στο υπουργικό Συμβούλιο από τον αρμόδιο ΥΠΟΙΚ Χρήστο Σταϊκούρα καταγράφει άνοδο του ΑΕΠ κατά 3,1% φέτος (από 8,3% το 2021), αλλά και ρυθμό ανάπτυξης 4,8% το 2023, 3,5% το 2024 και 3,5% το 2025. Στο πεδίο των τιμών, η βασική εκτίμηση είναι αύξηση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή κατά 5,6% το 2022, ενώ για το 2023 εκτιμάται άνοδος κατά 1,6% και για το 2024-2025 κατά 1,7%.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, στοχεύει σε επιστροφή σε πλεονάσματα από το 2023: ο στόχος για τον επόμενο χρόνο είναι για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,1% του ΑΕΠ, για το 2024 στο 2,1% του ΑΕΠ και για το 2025 στο 2,3% του ΑΕΠ. Αναμένεται επίσης ισχυρή αποκλιμάκωση του χρέους από το 193,3% του ΑΕΠ το 2021 στο 180,2% του ΑΕΠ φέτος, στο 168,6% του ΑΕΠ το 2023 στο 155,2 το 2024 και στο 146,5 του ΑΕΠ το 2025, κάτω δηλαδή από το «όριο» του 150%.
Το σενάριο Β
Η ανάλυση ευαισθησίας που πρέπει να περιέχει το πρόγραμμα επιχειρεί να εξετάσει τον οικονομικό αντίκτυπο από διακυμάνσεις στον πληθωρισμό. Περιέχει το «κακό» σενάριο ταχύτερου κατά 2% πληθωρισμού και το «καλό» σενάριο των επιπτώσεων μίας κατά 1% βραδύτερης ανόδου των τιμών φέτος.
Μια πιο απότομη και μεγαλύτερη αύξηση των τιμών στο πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τα εμπορεύματα εντός του 2022, που οδηγεί σε υψηλότερο πληθωρισμό κατά 2 % για το τρέχον έτος (Σενάριο Α) οδηγεί σε βραδύτερο κατά 1% ΑΕΠ. Ο αντίκτυπος σε αυτό το σενάριο θα μεταδοθεί κυρίως μέσω του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και των καταναλωτικών δαπανών, με επιπτώσεις στο διαθέσιμο εισόδημα, στο εμπορικό ισοζύγιο αλλά και με στήριξη στο δημοσιονομικό ισοζύγιο (σ.σ. καθώς το υψηλότερο επίπεδο τιμών ενισχύει το ονομαστικό ΑΕΠ και τα έσοδα). Το ανάστροφο θα ισχύει στο εναλλακτικό σενάριο κατά 1% πιο χαμηλού πληθωρισμού.
Στο έγγραφο περιλαμβάνεται και ανάλυση για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του ασφαλιστικού (σ.σ. με την υποσημείωση πως τα στοιχεία είναι παλαιά), εκτίμηση για μεγάλη μείωση των ληξιπρόθεσμών οφειλών όπως τις μετρά η ΕΕ σε 600 εκατ. ευρώ τον Φεβρουάριο σε σύγκριση με 1 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο του 2021, αλλά και και 1,35 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο του 2020προβλέψη για εκκαθάριση των καταπτώσεων εγγυήσεων το 2023. Επίσης γίνεται αναφορά για επισκόπηση δαπανών στους τομείς των κοινωνικών επιδομάτων και του συστήματος περίθαλψης.