Η ευρωπαϊκή συμφωνία για την εθελοντική μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ κατά 15% σε σύγκριση με το μέσο όρο κατανάλωσης των προηγούμενων πέντε ετών και οι προβλέψεις για την ενεργοποίηση ενός ενισχυμένου μηχανισμού συναγερμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την επιβολή υποχρεωτικής μείωσης κατά το ίδιο ποσοστό σε περίπτωση σοβαρής έλλειψης αποθήκευσης ή εξαιρετικά υψηλής ζήτησης φυσικού αερίου έχει ταυτόχρονα συμβολική και πρακτική σημασία για τις ευρωπαϊκές χώρες και κατ’ επέκταση για την Ελλάδα.
Οι υπουργοί Περιβάλλοντος και Ενέργειας, υπό την πίεση των εξελίξεων αλλά και παγιωμένων καταστάσεων (περιορισμός των ροών από τον Nord Stream 1 προς την ΕΕ και της γενικότερης αβεβαιότητας ενεργειακής επάρκειας εν όψει του χειμώνα και της βαθιάς χρόνιας εξάρτησης της Ευρώπης από τις ρωσικές εισαγωγές) ενέκριναν την Τρίτη ένα «εξασθενημένο» - σύμφωνα με παράγοντες της διεθνούς αγοράς - σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τον περιορισμό της ζήτησης φυσικού αερίου την Τρίτη μετά από συμβιβαστικές συμφωνίες για τη μείωση των περικοπών για ορισμένες χώρες, καθώς προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν περαιτέρω ρωσικές μειώσεις στην προσφορά.
Το τελικό κείμενο είναι λιγότερο αυστηρό από την αρχική πρόταση της ΕΕ προσφέροντας σχετική ευελιξία στο βαθμό υποχρεωτικής υιοθέτησης του μέτρου σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ενώ βασικός στόχος παραμένει η ενεργειακή απεξάρτηση από την Ρωσία. Ήδη, η τελευταία έχει περικόψει τις προμήθειες φυσικού αερίου προς την Πολωνία, τη Βουλγαρία, τη Φινλανδία, τη Δανία και την Ολλανδία, με την αιτιολογία ότι αρνήθηκαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους σε ρωσικό νόμισμα. Η Λιθουανία, η Λετονία και η Εσθονία συμφώνησαν επίσης αμοιβαία τον Απρίλιο να απορρίψουν το ρωσικό φυσικό αέριο σε ένδειξη αλληλεγγύης προς την Ουκρανία ενώ η προμήθεια της Γερμανίας διακόπηκε κατά τα δύο τρίτα.
Μάλιστα, πριν από μία ημέρα, ως ένδειξη των προθέσεων της Ρωσίας, η Gazprom ανακοίνωσε ότι διακόπτει τη συντήρηση για μία ακόμη τουρμπίνα στον αγωγό Nord Stream 1,κάτι που μεταφράζεται σε μείωση των ροών στο 20% της χωρητικότητας του αγωγού.
Ο Nord Stream 1 είναι ο σημαντικότερος ευρωπαϊκός αγωγός φυσικού αερίου. Διατρέχει τη Βαλτική Θάλασσα από τη Ρωσία έως τη Γερμανία και είναι η κύρια πηγή ρωσικού φυσικού αερίου της Γερμανίας. Παράλληλα, τρεις άλλοι αγωγοί μεταφέρουν ρωσικό αέριο στην Ευρώπη, ενώ ο αγωγός που διέρχεται μέσω Πολωνίας και Λευκορωσίας έχει κλείσει και ένας αγωγός που μεταφέρει αέριο μέσω Ουκρανίας και Σλοβακίας εξακολουθεί να φέρνει μειωμένες ποσότητες φυσικού αερίου παρά τις μάχες, όπως και ένας μέσω Τουρκίας στη Βουλγαρία.
Με δώδεκα χώρες της ΕΕ ήδη αντιμετωπίζουν μειωμένες ρωσικές προμήθειες, οι Βρυξέλλες προέτρεψαν τα κράτη μέλη να προετοιμαστούν εξοικονομώντας φυσικό αέριο και αποθηκεύοντάς το για τον χειμώνα, φοβούμενοι ότι η Ρωσία θα διακόψει εντελώς τις ροές ως αντίποινα για τις κυρώσεις της Δύσης για τον πόλεμο με την Ουκρανία.
Και αυτό ήταν λογικό καθώς το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται όχι μόνο για τη θέρμανση των σπιτιών, αλλά και σε πιο «αφανείς» διαδικασίες που συντηρούν τους περισσότερους κλάδους της βιομηχανίας από τις κατασκευές αυτοκινήτων μέχρι τα τρόφιμα. Πολλές εταιρείες δεν μπορούν να στραφούν αμέσως σε άλλες πηγές ενέργειας καθώς δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές ή τα απαραίτητα κεφάλαια για τέτοιες επενδύσεις. Από την άλλη, η Ευρώπη προσπαθεί αυτή τη στιγμή να γεμίσει τις αποθήκες της και όπως φαίνεται σε περίπτωση μεγάλης έλλειψης, θα δοθεί προτεραιότητα στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών των νοικοκυριών και στη διασφάλιση της λειτουργίας των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής και δευτερευόντως στις επιχειρήσεις και τις βιομηχανίες.
Τι σημαίνει η συμφωνία για το φυσικό αέριο για την Ελλάδα
Τα αποθέματα φυσικού αερίου της Ευρώπης είναι πληρωμένα μόνο κατά 65%, σε σύγκριση με τον στόχο του 80% έως την 1η Νοεμβρίου. Αυτή τη στιγμή, τα σχέδιά της είναι να χρησιμοποιεί λιγότερο αέριο για την κατασκευή αποθηκευτικών χώρων, αλλά οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν ήδη θέσει την ήπειρο σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Εάν η Ρωσία διακόψει εντελώς την παροχή φυσικού αερίου, θα μπορούσε να προκαλέσει ένα βαρύ πλήγμα στην ήδη προβληματική ευρωπαϊκή οικονομία. Εναλλακτικά, η ΕΕ προσπαθεί να στραφεί στο πιο ακριβό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από μέρη όπως οι ΗΠΑ και το Κατάρ, τα οποία δεν εξαρτώνται από τους αγωγούς αλλά από τις μεταφορές διά θαλάσσης. Η Γερμανία επιταχύνει την κατασκευή τερματικών σταθμών εισαγωγής LNG, αλλά η κατασκευή τους θα διαρκέσει χρόνια. Και οι παγκόσμιες εγκαταστάσεις εξαγωγής LNG λειτουργούν ήδη με πλήρη δυναμικότητα και το LNG από μόνο του δεν μπορεί να καλύψει το κενό.
Όσον αφορά στην Ελλάδα, η εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο βρίσκεται στο 40% και κατά το δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου μειώθηκε μόλις κατά 4% σύμφωνα με το ΙΕΝΕ. Η στροφή σε εναλλακτικές προμήθειες φυσικού αερίου αλλά και σε άλλες πηγές ενέργειας όπως οι ΑΠΕ αλλά και ο λιγνίτης αποτελούν το κλειδί για να αντιμετωπίσει τους δύσκολους μήνες που έρχονται. Όμως τέτοιου είδους αλλαγές δεν μπορούν να γίνουν από τη μία στιγμή στην άλλη, ειδικά όταν το θεσμικό πλαίσιο σε καίρια θέματα όπως η αποθήκευση είχε μείνει αρκετά πίσω.
Η μείωση κατά 15% της χρήσης του φυσικού αποτελεί κίνητρο για διεύρυνση της εφαρμογής πολιτικών εξοικονόμησης ενέργειας και πράσινων λύσεων ενώ η ευελιξία που προσφέρει ο νέος μηχανισμός, μια ευελιξία που είχε ζητήσει και η Ελλάδα (και οδήγησε κάποιους παράγοντες της διεθνούς αγοράς να μιλούν για «εξασθενημένο» κείμενο), συμβαδίζει με τις πολιτικές κοινωνικής συνοχής και τις ιδιαιτερότητες πολλών κρατών του ευρωπαϊκού Νότου.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, η ελληνική πλευρά ζήτησε και πέτυχε να περιληφθεί στο κείμενο η πρόβλεψη που, κατ' εξαίρεση στο άρθρο 2 και στο άρθρο 5, επιτρέπει τον υπολογισμό της μείωσης κατανάλωσης φυσικού αερίου σε σχέση, όχι με τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας, αλλά συγκρινόμενο με την προηγούμενη χρονιά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι υπολογισμοί των ποσοτήτων ίσως να είναι λίγο πιο κοντά στις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας (καθώς ο υπολογισµός της μείωσης με βάση τους µέσους όρους κατανάλωσης της τελευταίας πενταετίας για την Ελλάδα σηµαίνει µείωση 24% σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα).
Στο ίδιο πνεύμα, η Ελλάδα, μαζί με την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, πέτυχαν να συμπεριληφθεί διάταξη με την οποία, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, μπορούν να εξαιρεθούν από τον υπολογισμό οι ποσότητες φυσικού αερίου που χρησιμοποιούνται από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, κρίσιμες για την ευστάθεια του συστήματος, μία εξέλιξη η οποία προασπίζει στο μέτρο του δυνατού την ενεργειακή επάρκεια της χώρας.