Η χθεσινή απόφαση της – δεύτερης κατά σειρά - αύξησης επιτοκίων κατά 0,75% από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), ήταν αυτό που περίμεναν οι αγορές και γι’ αυτό η άμεση αντίδραση ήταν κατ’ αρχάς θετική.
Η συνέχεια όμως αναμένεται… διαφορετική καθώς την κατ’ αρχήν ανακούφιση από την ικανοποίηση της προσδοκίας, ακολουθεί ο προβληματισμός για τα επόμενα βήματα της Fed.
Και η συνέχεια έχει πολλά ερωτηματικά και αβεβαιότητες.
Ο διοικητής της τράπεζας, Τζερόμ Πάουελ, μεταξύ άλλων ανέφερε ότι «μπορεί να… γίνει σκόπιμο να επιβραδυνθεί ο ρυθμός των αυξήσεων» επιτοκίων στην συνέχεια.
Το πρώτο ερώτημα είναι γιατί μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο;
Θα είναι η πτώση του πληθωρισμού ή η ύφεση η βασική αιτία για μια τέτοια απόφαση;
Η αντίδραση των αγορών σε κάθε μία από τις δύο αιτίες θα είναι διαφορετική.
Η Fed δεν έδωσε απάντηση, αλλά τα στατιστικά οικονομικά στοιχεία δείχνουν κάτι σχετικά παράδοξο: ο πληθωρισμός τιμών έχει εγκατασταθεί στο «δομικό» του κομμάτι στην οικονομία των ΗΠΑ, ήτοι εκεί που δύσκολα στην συνέχεια αποσύρεται, ενώ ταυτόχρονα – και ανεξάρτητα από την εικόνα στην απασχόληση – η οικονομική επιβράδυνση και η ύφεση είναι επίσης εδώ.
Κατά συνέπεια το κλείσιμο της φάσης αύξησης των επιτοκίων με τον πληθωρισμό να παραμένει στο υψηλότερο σημείο της, είναι τόσο περίεργο όσο και η συνέχιση των αυξήσεων των επιτοκίων εν μέσω ύφεσης.
Συμπέρασμα; Η αβεβαιότητα είναι το πιο σταθερό στοιχείο στην τρέχουσα συγκυρία, όσο αφορά τα επόμενα βήματα της Fed.
Και σ’ αυτό αργά ή γρήγορα θα αντιδράσουν οι αγορές.
Οι αγορές γνωρίζουν ότι πριν από την αλλαγή της νομισματικής πολιτικής, λαμβάνεται πάντα υπόψη το ενδεχόμενο μιας βαθιάς ύφεσης.
Οι συνέπειες για ευρώ και ΕΚΤ
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον το ευρώ δείχνει να αντιμετωπίζεται με πολύ προσοχή από τις αγορές, με αποτέλεσμα να ακολουθεί προσωρινά τουλάχιστον τις προβλέψεις της «τεχνικής» αντοχής του απέναντι στο δολάριο.
Η τάση όμως παραμένει παρά τα απότομα σκαμπανεβάσματα αυτή της διολίσθησης έναντι του δολαρίου...
Η ενεργειακή κρίση ευθέως πλέον απειλεί καταστρέψει την ευρωπαϊκή οικονομία. Και καθώς η διατάραξη των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού ως αποτέλεσμα γεωπολιτικών εντάσεων υπερβαίνει πλέον τα όρια αποκλειστικά της ενεργειακής κρίσης οι διαστάσεις της «ζημιάς» γίνονται ανεξέλεγκτες τόσο στο οικονομικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο.
Στα ζητήματα αυτά προστίθεται τελευταία και η αύξηση των τιμών των τροφίμων, η οποία αν και δεν εμπλέκει άμεσα την Αμερική, εν τούτοις προσθέτει «πίεση» σε πολλούς από τους εμπορικούς εταίρους της ξεκινώντας από την Ευρώπη.
Η θέση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέσα στο περιβάλλον αυτό μοιάζει να πλησιάζει με πρωτοφανή ταχύτητα το σημείο του…αδιέξοδου.
Αν η ΕΚΤ ακολουθήσει την Fed σε ταχύτητα αύξησης των επιτοκίων επιδιώκοντας ανάσχεση των πληθωριστικών πιέσεων θα προκαλέσει επιτάχυνση της υφεσιακής διαδικασίας σε συνθήκες όπου ήδη τροφοδοτείται το ενδεχόμενο μίας νέας κρίσης χρέους στο εσωτερικό της νομισματικής ένωσης (κατακερματισμός της αγοράς ομολόγων κ.λ.π.).
Με την διαφορά ότι η ΕΚΤ δεν ελέγχει σχεδόν κανένα από τους παράγοντες που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Δεν μπορεί να ελέγξει το τι θα κάνει η Gazprom και πόσο θα αυξηθούν οι τιμές του φυσικού αερίου, δεν μπορεί να ελέγξει την τροφοδοσία μέσω των αλυσίδων λιπασμάτων και τροφίμων, δεν μπορεί να ελέγξει καν το πώς θα συνεχισθεί ή όχι ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι συνέπειές του…
Η περίεργη αλλαγή διατύπωσης από την Fed
Χαρακτηριστικό της αβεβαιότητας και του «αγνωστικισμού» που κυριαρχεί στην σχέση νομισματικής και οικονομικής πολιτικής με τις γεωπολιτικές ανατροπές στην διεθνή σκηνή είναι ένα σημείο της ανακοίνωσης της Fed.
Ένα από τα σημεία που άλλαξαν χωρίς καμία εξήγηση στην χθεσινή ανακοίνωση της νομισματικής επιτροπής της Fed (FOMC) έναντι της προηγούμενης του Ιουνίου, ήταν ο χαρακτηρισμός του τι συμβαίνει στην Ουκρανία.
Η Fed χωρίς να δώσει καμία εξήγηση στην τελευταία ανακοίνωση καταργεί τον χαρακτηρισμό «εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία» και τον αντικαθιστά με τον όρο «πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία».
Σε ερώτηση του Insider.gr, που απευθύνθηκε σε αρμόδιο διπλωματικό παράγοντα για το τι σημαίνει αυτή αλλαγή, η απάντηση ήταν ότι κανείς δεν έχει δώσει κάποια σχετική διευκρίνιση, αλλά «αυτό που μπορεί να υποτεθεί είναι ότι η αλλαγή του όρου εισβολή με τον όρο πόλεμο, υποδεικνύει μία προσέγγιση που αφορά σε μία διαδικασία με διάρκεια, απροσδιόριστη βέβαια … ».
Μια τέτοια διευκρίνιση προφανώς διευρύνει τόσο χρονικά όσο και ποιοτικά τις συνέπειες των γεωπολιτικών αλλαγών που συνδέονται με αυτό το γεγονός. Και την αβεβαιότητα που το συνοδεύει για τους εμπλεκόμενους, που όσο αφορά την Ευρώπη και το Ευρώ αναδεικνύουν την συνεχιζόμενη ενεργειακή και επισιτιστική κρίση σε παράγοντα μακράς διάρκειας…