Σχέδια για τη φορολόγηση των «ουρανοκατέβατων κερδών» των ηλεκτροπαραγωγών, με εξαίρεση τις μονάδες φυσικού αερίου, δρομολογεί η γερμανική κυβέρνηση, προκειμένου να χρηματοδοτήσει το πακέτο «μαμούθ», ύψους 65 δισ. ευρώ, για τη στήριξη των νοικοκυριών στην ενεργειακή κρίση.
Το μέτρο προανήγγειλε ο Γερμανός Όλαφ Σολτς την Κυριακή, επισημαίνοντας ότι για αυτό τον σκοπό θα επιβληθεί ανώτατο όριο στα κέρδη των αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων, των σταθμών βιομάζας, των μονάδων καύσης άνθρακα και των πυρηνικών σταθμών, αφήνοντας εκτός τις μονάδες αερίου.
Οι μονάδες των παραπάνω τεχνολογιών έχουν συγκυριακά «υπερέσοδα» λόγω των υψηλών επιπέδων στα οποία κινείται η χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που με τη σειρά του οφείλεται στις υψηλές προσφορές των μονάδων αερίου. Οι προσφορές αυτές αντανακλούν την εκτίναξη του λειτουργικού κόστους των μονάδων, εξαιτίας της εκρηκτικής αύξησης των διεθνών τιμών του καυσίμου.
Επομένως, το Βερολίνο εκτιμά ότι η φορολόγηση θα πρέπει να «αγγίξει» όλες τις υπόλοιπες τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής, οι οποίες στη δεδομένη συγκυρία αμείβονται με ιδιαίτερα αυξημένες τιμές για κάθε μεγαβατώρα που παράγουν, χωρίς να έχουν αυξηθεί τα λειτουργικά τους κόστη.
Εξαίρεση του αερίου και από την Κομισιόν
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τις διαρροές, ανάλογη είναι η προσέγγιση και της Κομισιόν στο σχέδιο για φορολόγηση των «υπερεσόδων» που επεξεργάζεται, στην προοπτική αυτό να εφαρμοσθεί σε πανευρωπαϊκή κλίμακα. Έτσι, οι Βρυξέλλες προωθούν την επιβολή εισφοράς από τα κράτη-μέλη στα «υπερέσοδα» όλων των ηλεκτροπαραγωγών, πλην των ιδιοκτητών μονάδων φυσικού αερίου, ώστε να εξευρεθούν πόροι για τη χρηματοδότηση μέτρων στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Πάντως, αν το σχέδιο της Κομισιόν δεν δρομολογηθεί σύντομα, η Γερμανία δηλώνει αποφασισμένη να προχωρήσει στην εφαρμογή του μέτρου σε εθνικό επίπεδο. Έτσι, ο Σολτς ανέφερε πως εάν η ΕΕ δεν εφαρμόσει «εγκαίρως» τη φορολόγηση, τότε η Γερμανία θα προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Ο καγκελάριος επισήμανε ότι έχει πλήρη επίγνωση για το γεγονός ότι πολλοί Γερμανοί ανησυχούν για το μέλλον τους, για τις υψηλές τιμές του ρεύματος του φυσικού αερίου, καθώς για το αυξάνομενο κόστος διαβίωσης. «Λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας όλες αυτές τις ανησυχίες», πρόσθεσε.