Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα συνεχίζει να «τρέχει» ταχύτερα από ότι στην ΕΕ. Ωστόσο τα αναλυτικά στοιχεία… πίσω από τον γνωστό δείκτη τιμών που βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο αποκαλύπτουν την ακτινογραφία των προϊόντων και των υπηρεσιών που τροφοδοτούν τις ανατιμήσεις στην Ελλάδα αλλά και αυτών που τη συγκρατούν.
Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 11,4% τον Αύγουστο, έναντι 10,1% ανόδου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη πιο μεγάλη ελληνική «βιομηχανία», στον τουρισμό, οι ανατιμήσεις στο κλάδο των ξενοδοχείων, ενοικιαζόμενων δωματίων και γενικότερα των υπηρεσιών διαμονής στην Ελλάδα είναι υψηλές μεν λόγω της κρίσης τιμών, αλλά ελαφρά χαμηλότερες από ότι ο μέσος όρος της ΕΕ: καταγράφεται κατά 16,4% άνοδος τον Αύγουστο σε ετήσια βάση, έναντι 17,5% ανόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (σ.σ. αλλά και 24,8% ανόδου στην Ισπανία).
Ομοίως στην εστίαση (εστιατόρια, καφέ κλπ) η άνοδος τιμών είναι 5% στην Ελλάδα, έναντι 7,8% στην ΕΕ. Αλλά και τα πακέτα διακοπών στην Ελλάδα αυξάνονται κατά 12,7%, έναντι 15,4% κατά μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι μεταφορές
Τα παραπάνω νέα θα ήταν καλά πολύ καλά για τον τουρισμό και τη διεθνή ανταγωνιστικότητά του αν δεν υπήρχε και ένα άλλο στοιχείο: η άνοδος τιμών στις μεταφορές. Οι ανατιμήσεις στις διεθνείς πτήσεις στην Ελλάδα φτάνουν στο 85,9%, ενώ κατά μέσο όρο στην ΕΕ είναι 42,7%. Η άνοδος είναι από τις υψηλότερες πανευρωπαϊκά (σ.σ. στην Ιταλία η ανατίμηση αγγίζει το 128%, αλλά στη Κύπρο μόνο το 29,5% και στην Ισπανία το 21,4%).
Γενικά, μετά τη τιμή του αερίου γενικά το κόστος μεταφορών κάθε είδους σχεδόν καταγράφει στην Ελλάδα μία από τις πιο υψηλές αυξήσεις. Ανάλογη είναι η εικόνα και για τις εγχώριες πτήσεις (39,3% άνοδος έναντι 9,9% στην ΕΕ), και για άλλες μεταφορικές υπηρεσίες. Στις θαλάσσιες μεταφορές το κόστος αυξήθηκε κατά 25,4%, έναντι 15,4% ανόδου στην ΕΕ πάντα με βάση τα στοιχεία της Eurostat που αφορούν στον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών.
Στην ενέργεια χτυπάει κόκκινο η τιμή του φυσικού αερίου με άνοδο 221% στην Ελλάδα έναντι 62,5% μέσου όρου. Ο λόγος για μία τιμή που είναι μεν από τις υψηλότερες πανευρωπαϊκά, αλλά αρμόδια στελέχη εξηγούν πως στη χώρα μας το καλοκαίρι ελλείψει θέρμανσης έχει μικρό «αντίκρισμα» ο εν λόγω δείκτης και πιο σημαντικός είναι ως «καμπανάκι» για τον Οκτώβριο.
Στα υγρά καύσιμα και σε συναφή είδη, η ανατίμηση είναι ελαφρά πιο υψηλή από τον μέσο όρο:33,4% από 27,4% στην ΕΕ. Ο συνολικός δείκτης ενέργειας καταγράφει επίσης πιο μεγάλη άνοδο (κατά 50,4% έναντι 37,5% στην ΕΕ), συγκρατούμενός από τις τιμές ηλεκτρισμού στην Ελλάδα (άνοδος κατά 38,5%, σχεδόν όσο και ο μέσος όρος της ΕΕ που είναι στο 35,7% λόγω της εφαρμογής του μηχανισμού επιδοτήσεις ηλεκτρικού ρεύματος).
Η εικόνα στα τρόφιμα
Στα τρόφιμα έχει ενδιαφέρον πως ενώ η μέση ανατίμηση είναι μεν διψήφια αλλά χαμηλότερη από τον μέσο όρο στην ΕΕ (σ.σ. η μέση τιμή στο ράφι έχει αυξηθεί κατά 13,2% στην Ελλάδα, έναντι 14,3% ανόδου τιμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση) σε κάποια είδη χτυπά «κόκκινο».
Ανάμεσα στις υψηλότερες ανατιμήσεις είναι βασικά είδη διατροφής τα οποία προκαλούν ισχυρό πλήγμα στο καλάθι της νοικοκυράς, δεδομένου και του πιο μεγάλου ποσοστού του εισοδήματος του που δίνει ο Έλληνας για κατανάλωση.
Στο ελαιόλαδο η αύξηση της τιμής πώλησης φτάνει στο 23,7%, έναντι 11,8% κοινοτικού μέσου όρου. Στις πατάτες η άνοδος τιμής στην Ελλάδα φτάνει στο 23,2% έναντι 11,3% ανόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ανάλογα υψηλότερες στην Ελλάδα είναι οι ανατιμήσεις στα ψαρικά είδη, στα δημητριακά, αλλά και στο ψωμί που αντιμετωπίζει άνοδο τιμής κατά 22,8% έναντι 18% μέσου όρου.
«Χρυσό» ανατιμήσεων στη διασκέδαση
Στη διασκέδαση, παρά τη μείωση του ΦΠΑ οι τιμές σε σινεμά, θέατρα και συναυλίες έχει αυξηθεί κατά 13,9% στην Ελλάδα έναντι 3,5% ανόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και είναι η υψηλότερη πανευρωπαϊκά.
Συνολικά τα βιομηχανικά αγαθά στην Ελλάδα ανατιμήθηκαν κατά 19,6%, έναντι 14,8% μέσης ανόδου στην ΕΕ.
Στον αντίποδα ηλεκτρολογικός και τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός μειώνεται και μάλιστα ταχύτερα στην Ελλάδα από ότι στα άλλα κράτη συγκρατώντας για την ακρίβεια. Σε κάποια άλλα είδη οι αυξήσεις είναι μεν διψήφιες αλλά χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ. Αυτό ισχύει σε είδη όπως ο καφές (άνοδος κατά 13,3% στην Ελλάδα, έναντι 16,9% σε επίπεδο ΕΕ), στη ζάχαρη (κατά 27% στην Ελλάδα και κατά 33,4% στην ΕΕ), αλλά και σε γαλακτοκομικά προϊόντα.