«Φως» στη σαφή και ξεκάθαρα εξαρτώμενη θέση της Ευρώπης από τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, έριξε η σύγκρουση στην Ουκρανία, όπως αναφέρει η ομάδα ανάλυσης της Pictet Wealth Management (Frederik Ducrozet, Jean-Pierre Durante, Julien Holtz και Axel Roserens), τονίζοντας πως οι ευρωπαϊκοί φορείς λήψης αποφάσεων μαθαίνουν πλέον με τον σκληρό τρόπο ότι η άλλη πλευρά μιας τέτοιας μορφής αλληλεξάρτησης (βασικό χαρακτηριστικό της γερμανικής πολιτικής που ξεκίνησε από τον Willy Brandt στα τέλη της δεκαετίας του 1960) είναι η ευαλωτότητα ως προς την αλλαγή των πολιτικών που υιοθετεί και εφαρμόζει η Ρωσία.
Από την έναρξης της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, οι ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη έχουν σταδιακά μειωθεί από 400 εκατομμύρια κυβικά μέτρα την ημέρα (mcm/d) σε λιγότερο από 100 mcm/d. Παρά τις προσπάθειες της Ρωσίας να προσδώσει ένα διαφορετικό «αφήγημα» στις διαταραχές του ενεργειακού εφοδιασμού (τεχνικούς λόγους (συντήρηση) ή πολιτικούς (κυρώσεις)), οι Ευρωπαίοι κατέληξαν γρήγορα στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία ήταν πρόθυμη να χρησιμοποιήσει την ενέργεια ως «όπλο» στη συνεχιζόμενη αντιπαράθεσή της με τη Δύση, και ως εκ τούτου άρχισαν να προετοιμάζονται για μια πιθανή πλήρη διακοπή της ροής ρωσικού φυσικού αερίου.
Η Pictet εκτιμά ότι υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα, της τάξεως του 70%, να υπάρξει μια παρατεταμένη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας και κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η Ουκρανία έχει μια ισχυρή στρατιωτική δυναμική επί του παρόντος, και ως εκ τούτου υπάρχουν ελάχιστα κίνητρα ή προθυμία να διαπραγματευτεί, ειδικά μετά το πέρας της διεξαγωγή των δημοψηφισμάτων προσάρτησης σε ουκρανικές περιοχές που ελέγχονται από τη Ρωσία.
Από την πλευρά της, η Ρωσία είναι πιθανό να περιμένει τον χειμώνα για να ανασυνταχθεί και να επαναξοπλιστεί, ελπίζοντας ότι η πρόσφατη μερική κινητοποίησή της θα βοηθήσει να ανατρέψει το «ρεύμα» στο πεδίο της μάχης. Οι εντάσεις στο ενεργειακό μέτωπο είναι πιθανό να επιμείνουν καθώς ο πρόεδρος Πούτιν εκμεταλλεύεται στο έπακρο την εξάρτηση της Ευρώπης από τις ρωσικές ροές φυσικού αερίου και πετρελαίου, σύμφωνα με την Pictet.
Παράλληλα, ενώ η συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι χαμηλότερη από την εγχώρια παραγωγή και τις εισαγωγές κατά τη θερινή περιόδο, επιτρέποντας στην περιοχή να αναπληρώσει τα αποθέματά της, αυτή η κατάσταση αντιστρέφεται κατά τη διάρκεια του χειμώνα καθώς οι ανάγκες θέρμανσης των κατοικιών – που αντιπροσωπεύουν το 64% της κατανάλωσης ενέργειας των νοικοκυριών – ενισχύονται. Η κατανάλωση φυσικού αερίου είναι κατά μέσο όρο περίπου στα 25 δισ. κυβικά μέτρα το μήνα (bcm/m) από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο, ενώ αυξάνεται απότομα σε περίπου 43 bcm/m από τον Οκτώβριο έως τον Μάρτιο. Το θετικό είναι πως οι ευρωπαϊκές χώρες κατέγραψαν σημαντικά βήματα προόδου στην ενίσχυση των αποθεμάτων τους ενόψει του χειμώνα, με τα επίπεδα αυτών να κυμαίνονται επί του παρόντος γύρω στο 88% της μέγιστης χωρητικότητας.
Η βασική μεταβλητή ωστόσο που είναι και δύσκολο το εκτιμηθεί, είναι τα επίπεδα θερμοκρασίας. Εάν η Ευρώπη βρεθεί αντιμέτωπη με έναν ψυχρότερο από τον μέσο όρο, χειμώνα, η κατανάλωση φυσικού αερίου θα αυξηθεί αναλόγως, εξαντλώντας γρήγορα τα αποθέματα φυσικού αερίου. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή δελτίων, με σημαντικές συνέπειες για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και την οικονομική ανάπτυξη. Οι πληθωριστικές πιέσεις πιθανότατα θα ενταθούν περαιτέρω σε μια περίοδο που η ΕΚΤ ήδη παλεύει να σταθεροποιήσει τις προσδοκίες.
Τα τρία βασικά σενάρια της Pictet για τους επόμενους μήνες
- Μειωμένες ροές ρωσικού φυσικού αερίου (status quo) σε συνδυασμό με έναν ήπιο χειμώνα (15%)
Σε αυτό το σενάριο, οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου θα παραμείνουν στα τωρινά τους επίπεδα (περίπου 19% των ροών του 2021) και οι θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια του χειμώνα θα είναι κοντά στους εποχιακούς μέσους όρους. Παράλληλα, αναμένουν μια μείωση 10% στη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου στην ΕΕ (λίγο χαμηλότερα από τον στόχο του 15% της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Ένα τέτοιο σενάριο θα επέτρεπε στην ΕΕ να αποφύγει την εφαρμογή δελτίων, με τα επίπεδα των αποθεμάτων να υποχωρούν στο 30% της μέγιστης χωρητικότητας έως τα τέλη Μαρτίου. Ωστόσο, αναμένει από τη Ρωσία να εντείνει τον ενεργειακό της «πόλεμο» κατά τη διάρκεια του χειμώνα και επομένως αποδίδει μια μάλλον μικρή πιθανότητα σε αυτό το σενάριο.
- Πλήρης διακοπή των ροών ρωσικού φυσικού αερίου σε συνδυασμό με έναν ήπιο χειμώνα (60%)
Στο δεύτερο σενάριό της κάνει τις ίδιες υποθέσεις όπως και στο πρώτο, εκτός από το μέγεθος των ροών φυσικού αερίου από τους ρωσικούς αγωγούς, που υποθέτει ότι θα φτάσουν σε μηδενικά επίπεδα. Σε αυτό το σενάριο, η ΕΕ θα παρουσίαζε σημαντικά υψηλότερο ενεργειακό έλλειμμα και τα αποθέματά της σε φυσικό αέριο θα υποχωρήσουν γρήγορα, φτάνοντας στο κατώτατο σημείο του 17% τον Μάρτιο – ένα επίπεδο που βρίσκεται στο χείλος της απαίτησης της εφαρμογή δελτίων περιορισμού. Επιπλέον, δεδομένου ότι η ΕΕ δεν είναι μια ομοιογενής και πλήρως διασυνδεδεμένη περιοχή από την οπτική του φυσικού αερίου, ορισμένες χώρες μπορεί να χρειαστεί να μεριμνήσουν ακόμη και αν η συνολική κατάσταση φαίνεται διαχειρίσιμη. Η εφαρμογή δελτίων, όπως επισημαίνει η Pictet, θα έχει σημαντικές συνέπειες για τη βαριά βιομηχανία και την οικονομική ανάπτυξη.
- Πλήρης διακοπή της ροής ρωσικού φυσικού αερίου σε σύνδυασμό με έναν κρύο χειμώνα (25%)
Το τρίτο σενάριο που λαμβάνει η Pictet – ομολογουμένως το πιο σοβαρό και αρνητικό – προϋποθέτει μια πλήρη διακοπή των ροών φυσικού αερίου από τους ρωσικούς αγωγούς προς την ΕΕ κατά τη διάρκεια ενός κρύου χειμώνα που οδηγεί σε αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κοντά στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία πέντε χρόνια. Ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγήσει σε μια πλήρη εξάντληση των αποθεμάτων μέχρι τον Μάρτιο. Τμήματα των βιομηχανιών που έχουν μεγαλύτερες «άμυνες» στις επιπτώσεις των διαταραχών της προμηθειας φυσικού αερίου, θα έπρεπε να μειώσουν δραστικά την παραγωγή ή ακόμη και να κλείσουν εντελώς. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα φαινόμενο χιονοστιβάδας (snowball effect), διαταράσσοντας τις ήδη τεταμένες εφοδιαστικές αλυσίδες, ωθώντας τον πληθωρισμό σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα και τελικά μειώνοντας τη συνολική ζήτηση. Η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων θα μπορούσε να διαβρωθεί σε διεθνή βάση, με ορισμένες από τις πιο ενεργοβόρες εταιρείες να εξετάζουν πιθανώς τη μετεγκατάστασή τους εκτός Ευρώπης.
Δύσκολοι χειμώνες - Αποτελεί το LNG «σανίδα σωτηρίας»;
Η Pictet μάλιστα κάνει λόγο και για περαιτέρω δυσκολίες και εύθραυστες ισορροπίες τα επόμενα χρόνια στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα χωρίς το ρωσικό αέριο. Ό,τι κι αν συμβεί αυτό το χειμώνα, η Ευρώπη είναι πιθανό να μπει στην άνοιξη με χαμηλά αποθέματα φυσικού αερίου. Οι ευρωπαϊκές αρχές θα βρεθούν αντιμέτωπες τότε με μια νέα πρόκληση: την ταχεία αύξηση των αποθεμάτων φυσικού αερίου πριν από τον επόμενο χειμώνα. Έτσι, παρά τις νέες δυνατότητες εισαγωγής LNG και τα μέτρα εξοικονόμησης φυσικού αερίου, οι μειωμένες ροές από τη Ρωσία θέτουν την Ευρώπη σε κίνδυνο να εισέλθει στον χειμώνα του 2023 - 2024 με ανεπαρκή αποθέματα φυσικού αερίου.
Στο βασικό της σενάριο, αναμένει ότι τα αποθέμετα φυσικού αερίου στην ΕΕ θα μειωθούν στο 17% της χωρητικότητας τον Απρίλιο, που συνήθως σηματοδοτεί την έναρξη της περιόδου συσσώρευσης αποθεμάτων. Από εκεί και πέρα, η πρόσθετη χωρητικότητα εισαγωγής θα διατίθεται σε δύο «κύματα», κυρίως χάρη στην παράδοση των πλωτών μονάδων αποθήκευσης και επαναεριοποίησης LNG (FSRU):
- Το Wave 1 θα παρέχει 28 δισ. κυβικά μέτρα δυναμικότητας εισαγωγής φυσικού αερίου ετησίως πριν από το επόμενο καλοκαίρι (κυρίως στη Γερμανία, την Ολλανδία, τη Φινλανδία και την Ιταλία).
- Το Wave 2 θα παρέχει 19 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως από τον ερχόμενο Οκτώβριο και μετά (4 δισ. κυβικά μέτρα στη Γαλλία και 15 δισ. κυβικά μέτρα στη Γερμανία).
Μέχρι το τέλος του 2023, η δυναμικότητα εισαγωγής LNG στην Ευρώπη αναμένεται να φθάσει τα 180 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως. Ωστόσο, παρά την τεράστια προσπάθεια που καταβάλλεται, η πρόσθετη χωρητικότητα εισαγωγής είναι απίθανο να συνδεθεί εγκαίρως για την ανοικοδόμηση επαρκών αποθεμάτων φυσικού αερίου πριν από το χειμώνα.
Στο βασικό της σενάριο, η Pictet αναμένει ότι τα αποθέματα φυσικού αερίου της ΕΕ θα φτάσουν το 40% της χωρητικότητας έως τον επόμενο Σεπτέμβριο. Εξάλλου, η εξασφάλιση επαρκών δυνατοτήτων επαναεριοποίησης LNG είναι μόνο η μία όψη του νομίσματος. Για να ισορροπήσει η αγορά, πρέπει επίσης να υπάρχει επαρκής προσφορά. Τα αποδεδειγμένα παγκόσμια αποθέματα φυσικού αερίου, τα οποία υπολογίζονται σε περίπου 188 τρισ. κυβικά μέτρα είναι, θεωρητικά, επαρκή. Ωστόσο, η ικανότητα υγροποίησης του αερίου είναι περιορισμένη. Ένα τυπικό έργο LNG χρειάζεται τουλάχιστον πέντε χρόνια για να ολοκληρωθεί και το επόμενο μεγάλο σκέλος πρόσθετης δυναμικότητας εφοδιασμού αναμένεται το 2025 - 2026. Αυτό σημαίνει ότι η απότομη διακοπή των εξαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι πιθανό να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο παγκόσμιο ισοζύγιο προσφοράς - ζήτησης φυσικού αερίου έως τουλάχιστον το 2025. Η προφανής συνέπεια είναι οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου για κάποιο χρονικό διάστημα.