Σε κίνδυνο κατάπτωσης, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το δημόσιο χρέος, θέτει τις εγγυήσεις του «Ηρακλή», η απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών να μην παρέμβει για να λύσει άμεσα την εμπλοκή που δημιουργούν οι αντικρουόμενες αποφάσεις του Αρείου Πάγου στο θέμα της εκτέλεσης πλειστηριασμών από τις εταιρείες διαχείρισης για λογαριασμό των επενδυτών που έχουν αγοράσει τις τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων.
Ενώ η σοβαρότητα του θέματος είχε τονιστεί από τις τράπεζες και ιδίως από τις εταιρείες διαχείρισης που έχουν επωμιστεί με την υλοποίηση των ανακτήσεων από τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή» σε συζητήσεις με τα Υπουργεία Οικονομικών και Δικαιοσύνης και αναμενόταν νομοθετική παρέμβαση για να επιλυθεί άμεσα το ζήτημα, ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ένιψε τας χείρας του, προτιμώντας να μην επωμιστεί το πολιτικό κόστος μιας απόφασης. Θυσιάζει, έτσι, την ομαλή λειτουργία της διαχείρισης των τιτλοποιήσεων και θέτει σε κίνδυνο τις ανακτήσεις που προβλέπονται από τα business plans στα οποία έχουν δεσμευτεί οι Εταιρείες Διαχείρισης κατόπιν συμφωνίας με το Ελληνικό Δημόσιο. Πράγμα που θέτει σε άμεσο κίνδυνο τις κρατικές εγγυήσεις που συνοδεύουν τις τιτλοποιήσεις και οι οποίες θα καταπέσουν αν δεν επιτευχθούν οι στόχοι των business plans.
Με άλλα λόγια, δηλαδή, αποφεύγοντας την ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας, ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας αποδέχεται να πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος (με την κατάπτωση των εγγυήσεων) το «μάρμαρο» για τα κόκκινα δάνεια οφειλετών που μεταβιβάστηκαν σε funds και οι οποίοι, πατώντας σε αντικρουόμενες δικαστικές αποφάσεις, μπορούν να παγώσουν τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.
Σημειώνεται ότι ο Υπουργός Οικονομικών αναλαμβάνει το ρίσκο αυτό σε μία περίοδο που η Eurostat έχει ανοίξει θέμα εκ προοιμίου εγγραφής των κρατικών εγγυήσεων του «Ηρακλή» στο δημόσιο χρέος. Και παράλληλα, με την απόφαση αυτή διαχωρίζει τους δανειολήπτες με μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους «τυχερούς» των οποίων τα δάνεια έχουν μεταβιβαστεί σε funds και άρα μπορούν, με την αρωγή δικηγόρων, να παγώσουν τους πλειστηριασμούς και σε «άτυχους» που έχουν τα δάνειά τους στις τράπεζες και ακολουθούν την προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία. Και αυτά, όταν έχει προηγηθεί μεγάλη προσπάθεια αποκατάστασης της κουλτούρας πληρωμών και το ίδιο το Υπουργείο Οικονομικών έχει νομοθετήσει τον νέο πτωχευτικό νόμο που στηρίζεται και διακηρύσσει την ομαλή διενέργεια των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης για την αντιμετώπιση του ζητήματος του ιδιωτικού χρέους.
Υπενθυμίζεται ότι η εμπλοκή στο ζήτημα των πλειστηριασμών έχει προκύψει από αντικρουόμενες αποφάσεις Τμημάτων του Αρείου Πάγου για το κατά πόσον οι εταιρείες διαχείρισης νομιμοποιούνται να προχωρούν σε πλειστηριασμούς, εκπροσωπώντας τα funds που έχουν αγοράσει τιτλοποιημένα κόκκινα δάνεια. Ειδικότερα, μέσα στην τρέχουσα χρονιά, ο Άρειος Πάγος έχει εκδώσει τρεις αποφάσεις (822/2022, 1102/2022 και 1343/2022), με την πρώτη να απαγορεύει στις εταιρείες διαχείρισης να προχωρούν σε πλειστηριασμούς τιτλοποιημένων δανείων και τις άλλες δύο να το επιτρέπουν.
Η παρέμβαση του Υπουργείου Οικονομικών είχε ζητηθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκειμένου να αποσαφηνιστεί η ερμηνεία των δύο νόμων για τις τιτλοποιήσεις, του παλαιότερου 3156/2003 και του νεότερου 4904/2015, οι οποίοι αφήνουν ερμηνευτικό κενό στο θέμα των πλειστηριασμών.
Πλέον το θέμα καλείται να λύσει η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κάτι όμως που θα απαιτήσει μήνες, παγώνοντας για το διάστημα αυτό τη διενέργεια πλειστηριασμών από τους servicers για τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή». Σύμφωνα με πληροφορίες, στα business plans που έχουν συντάξει οι servicers και έχει αποδεχτεί το Υπουργείο Οικονομικών, οι πλειστηριασμοί και οι ρευστοποιήσεις ενεχύρων δανείων συμβάλλουν σχεδόν στο 30% των ανακτήσεων οφειλών.
Υπενθυμίζεται ότι στον «Ηρακλή» οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν μεταβιβάσει δάνεια (τιτλοποιήσεις) ύψους 47,9 δισ. ευρώ, έναντι των οποίων (έναντι του senior κομματιού των τιτλοποιήσεων) έχουν λάβει κρατικές εγγυήσεις 18,7 δισ. ευρώ.