Επιβράδυνση κατέγραψε ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο στο οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022, κυρίως εξαιτίας των επιδράσεων της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του επιπέδου των τιμών αλλά και λόγω του γεγονότος πως ο εν λόγω κλάδος υπεραπέδωσε το 2021, όπως τονίζει η Eurobank στην εβδομαδιαία έκθεση «7 Ημέρες Οικονομίας».
Αναλυτικότερα στην έκθεση τονίζεται πως, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου, ένα μέγεθος που δείχνει τις πωλήσεις του εν λόγω κλάδου σε σταθερές τιμές και παρουσιάζει ισχυρή θετική συσχέτιση με την ιδιωτική κατανάλωση, ενισχύθηκε κατά 0,9% MoM / 4,3% ΥοΥ τον Αύγουστο 2022 από 1,5% MoM / 1,4% ΥοΥ τον Ιούλιο 2022. Για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου-Αυγούστου 2022 κατέγραψε αύξηση 4,6% ΥοΥ από 9,0% ΥοΥ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Σύμφωνα με την Eurobank, η εν λόγω επιβράδυνση, πέραν των επιδράσεων της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του επιπέδου των τιμών, ήταν σε έναν βαθμό αναμενόμενη, καθότι ο εν λόγω κλάδος υπεραπέδωσε το 2021. Συγκεκριμένα, ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο το 2021 υπερέβη τα προ πανδημίας επίπεδα, ήτοι του 2019, κατά 6,1%.
Σε ό,τι αφορά τον όγκο των πωλήσεων στις επί μέρους κατηγορίες καταστημάτων για τον μήνα Αύγουστο 2022, θετικά ξεχώρισαν οι κατηγορίες των τροφίμων, ποτών και καπνού, των φαρμακευτικών και καλλυντικών, των επίπλων, ηλεκτρικών ειδών και οικιακού εξοπλισμού και των βιβλίων, χαρτικών και λοιπών ειδών. Η ένδυση και υπόδηση σημείωσε την υψηλότερη μηνιαία αύξηση με 6,5%, εν μέρει και λόγω των θερινών εκπτώσεων, καλύπτοντας σχεδόν το σύνολο των απωλειών των δύο προηγούμενων μηνών. Παρά ταύτα, σε ετήσια βάση, είχε τη χειρότερη επίδοση από όλες τις κατηγορίες καταστημάτων με συρρίκνωση 3,4%. Τέλος, τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets) και τα πολυκαταστήματα κατέγραψαν μείωση του όγκου των πωλήσεων σε μηνιαία βάση κατά 1,6% και 0,7% αντίστοιχα, ενώ σε ετήσια βάση η επίδοσή τους ήταν σχετικά ισχνή.
Βάσει των παραπάνω αποτελεσμάτων εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών για κατανάλωση, τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο 2022, παρουσίασαν ανθεκτικότητα στις πληθωριστικές πιέσεις και στην αύξηση της αβεβαιότητας. Σε αυτό, πέραν των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης κατά της ενεργειακής κρίσης, συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις της πανδημίας. Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων της ΕΛΣΤΑΤ, η κατανάλωση των νοικοκυριών το δεύτερο τρίμηνο 2022 αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 20,1% (€6,3 δισ.), ενώ το διαθέσιμο εισόδημα μόλις κατά 1,7% (€0,5 δισ.).
Ως εκ τούτου, η αποταμίευση των νοικοκυριών από το θετικό έδαφος των €1,1 δισ. (3,4% ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος) το δεύτερο τρίμηνο 2021 συρρικνώθηκε στο αρνητικό έδαφος των 4,7 δισ. (14,2% ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος) το δεύτερο τρίμηνο 2022. Βάσει των στοιχείων των εν λόγω λογαριασμών αποδεικνύεται ότι οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, €8,9 δισ. σωρευτικά από το δεύτερο τρίμηνο 2020 μέχρι το δεύτερο τρίμηνο 2021, χρηματοδότησαν σε υψηλό βαθμό την ανάκαμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών. Σημειώνεται ότι από το τρίτο τρίμηνο 2021 μέχρι το δεύτερο τρίμηνο 2022 οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ήταν αρνητικές στα €9,3 δισ.).