Μια ματιά στο πρόγραμμα δανεισμού του ΟΔΔΗΧ το 2023, αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι τα «χαρτιά» του ελληνικού δημόσιου χρέους θα είναι κάτι... σπάνιο στις αγορές.
Τα «νούμερα» μιλάνε από μόνα τους.
Οι συνολικές ανάγκες αναχρηματοδότησης του χρέους υπολογίζονται σε μόλις 13,7 δισ. ευρώ. Αλλά το ελληνικό δημόσιο δεν σκοπεύει να «δανεισθεί» παρά μόνο 7 δισ. ευρώ από τις αγορές, ήτοι σχεδόν τα μισά.
Πολλοί μεγάλοι επιχειρηματικοί Όμιλοι στην Ευρωζώνη έχουν προγράμματα αναχρηματοδότησης χρέους δεκαπλάσια σε σύγκριση με αυτό του ελληνικού δημοσίου.
Τι συμβαίνει; Η εξήγηση μπορεί να αναζητηθεί και να «διαβαστεί» ανάμεσα στις γραμμές των ανακοινώσεων της ΕΚΤ.
Η αύξηση των επιτοκίων αυξάνει – και θα συνεχίσει να αυξάνει μέσα στο 2023 - το κόστος δανεισμού και αναχρηματοδότησης τόσο του χρέους όσο και της χρηματοδότησης των επενδύσεων.
Για τον λόγο αυτό το ελληνικό δημόσιο περιορίζει ακόμα περισσότερο τον δανεισμό του στις διεθνείς αγορές και διευρύνει διακριτικά αλλά σταθερά τον δανεισμό του στο εσωτερικό μέσω εκδόσεων εντόκων γραμματίων τα οποία λόγω της βραχυπρόθεσμης διάρκειάς τους διατηρούν ένα χαμηλό κόστος αναχρηματοδότησης.
Από το σύνολο των 13,7 δισ. ευρώ των δανειακών αναγκών, μόλις τα 7 δισ. ευρώ θα καλυφθούν με εκδόσεις ή τα ανοίγματα προηγούμενων εκδόσεων ομολόγων, σε ένα συνδυασμό που να μην αφήνει κατά το δυνατόν μεγάλα κενά στις διαφορετικές διάρκειες της καμπύλης.
Πάνω από 6 δισ. ευρώ «καθαρά» για το 2023, θα καλυφθούν με εκδόσεις εντόκων γραμματίων τα οποία στην ουσία είναι ένα εργαλείο που το τραπεζικό σύστημα χρησιμοποιεί σαν εργαλείο ενίσχυσης της ρευστότητας σε ένα πολύ «σφιγμένο» από την ΕΚΤ σύστημα το επόμενο έτος...
Σε κάθε περίπτωση στην «κατανομή» αυτή έχουν παίξει ρόλο και οι ανεπίσημες ενημερώσεις από πλευράς ΕΚΤ για το πώς θα κινηθεί το πρόγραμμα επανεπένδυσης των λήξεων του PEPP. Μέχρι στιγμής στα χαρτοφυλάκια της ΕΚΤ βρίσκονται περί τα 39 δισ. ευρώ ελληνικών τίτλων χρέους.
Κάποια από αυτά λήγουν μέσα στο 2023 και το ελληνικό δημόσιο για να μην αφήσει περιθώρια πιέσεων από τις αγορές πρέπει να μπορεί να «ταΐσει» και την ΕΚΤ...
Με αυτά τα δεδομένα και με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν γίνει «υπολογιστικά» λάθη στον Προϋπολογισμό ή ότι οι γενικότερες οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις δεν θα προκαλέσουν έκτακτες ανάγκες προσφυγής στις αγορές, τα «χαρτιά» του ελληνικού χρέους θα είναι εξαιρετικά... δυσεύρετα στις αγορές.
Βέβαια αυτό θα δημιουργήσει κάποια πίεση στις τράπεζες που ίσως και να βγει προς όφελός τους καθώς θα σπρώξει μέρος της αγοράς προς τα εκεί, αλλά σε κάθε περίπτωση τα ελληνικά ομόλογα έχουν όλες τις προϋποθέσεις να γίνουν «συλλεκτικά» το 2023...
Αυτό αναμφίβολα θα διευκολύνει τις διαδικασίες βελτίωσης της διαβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης μέσα στο Α εξάμηνο του 2023. Ίσως μάλιστα και να εκτονώσει σε σημαντικό βαθμό τις πιέσεις, που έτσι κι αλλιώς αναδύονται από τον εκλογικό κύκλο, που βρίσκεται ήδη η οικονομία.