Σημαντική μείωση, κατά 30%, καταγράφηκε τον Ιανουάριο στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προκύπτει από το δελτίο που εξέδωσε το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας για τον προηγούμενο μήνα. Πιο συγκεκριμένα, η αγορά Επόμενης Ημέρας «έκλεισε» στα 191,79 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, όταν τον προηγούμενο μήνα είχε διαμορφωθεί στα 276,89 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
«Δείκτης» της αποκλιμάκωσης της ύφεσης αποτελεί το γεγονός ότι η χονδρεμπορική τιμή του Ιανουαρίου είναι έστω και ελαφρώς μικρότερη από αυτήν του αντίστοιχου μήνα του 2022. Κι αυτό γιατί το προηγούμενο έτος είχε κάνει «ποδαρικό» με τιμή 227,3 ευρώ ανά MWh για τον Ιανουάριο.
Η σύγκριση με τον πρώτο μήνα του 2022, αυτή τη φορά για τον όγκο των συναλλαγών στην αγορά Επόμενης Ημέρας, αποκαλύπτει πως και τον Ιανουάριο συνεχίστηκε η μείωση της κατανάλωσης ρεύματος σε ετήσια βάση. Όπως έχει γράψει το Insider.gr, με δεδομένο ότι το σύνολο της παραγωγής και κατανάλωσης ρεύματος στην Ελλάδα «περνά» μέσα από το Χρηματιστήριο Ενέργειας, ο όγκος συναλλαγών αποτυπώνει και τα επίπεδα της κατανάλωσης.
Επομένως, η μείωσή του στις 4.188 Γιγαβατώρες, από τις 5.420 Γιγαβατώρες τον Ιανουάριο του 2022, καταδεικνύει πως και το 2023 συνεχίζεται η πτωτική τάση στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Υπενθυμίζεται ότι η τάση αποκλιμάκωσης έχει ξεκινήσει από τον Ιούλιο και συνεχίζεται αδιάπτωτα έκτοτε. Επομένως, ο Ιανουάριος θα αποτελέσει τον 70 κατά σειρά μήνα με «βουτιά» στην κατανάλωση.
Ακριβότερη πανευρωπαϊκά η ελληνική αγορά
Την ίδια στιγμή, παρά την αισθητή μείωση της χονδρεμπορικής τιμής, η αποκλιμάκωση ήταν μικρότερη απʼ ό,τι στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Ως συνέπεια, η Ελλάδα είχε την ακριβότερη αγορά στην Ε.Ε., και μάλιστα με σημαντική διαφορά με τη δεύτερη Ιταλία, η αγορά της οποίας «έκλεισε» στα επίπεδα των 162 ευρώ ανά MWh.
Ειδικά για τον Ιανουάριο, σημαντικό ρόλο φαίνεται να έπαιξε η υψηλή τιμή αερίου στη χώρα μας, καθώς το μοντέλο τιμολόγησης (month ahead) είχε ως συνέπεια ο προηγούμενος μήνας να «τρέξει» με το κόστος του καυσίμου κλειδωμένο στα 122 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, όταν από τα μέσα περίπου του μήνα η spot τιμή του αερίου στον κόμβο TTF είχε πέσει κάτω στα επίπεδα των 70 ευρώ ανά MWh. Επομένως, οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές ρεύματος, στις οποίες οι spot τιμές του αερίου επηρεάζουν άμεσα τα κόστη ηλεκτροπαραγωγής, κινήθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα από τη χώρα μας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαφορές στο μοντέλο τιμολόγησης του μπορούν να εξηγήσουν ανάλογες μηνιαίες διακυμάνσεις, ωστόσο δεν έχουν επίδραση σε επίπεδο έτους – καθώς η μία αγορά που λόγω αυτού του μοντέλου είναι φθηνότερη κάποιον μήνα, θα είναι ακριβότερη κάποιον άλλο. Όσον αφορά το 2022, η ελληνική αγορά συγκαταλέχθηκε στις 5 ακριβότερες πανευρωπαϊκά, γεγονός που δείχνει πως υπάρχουν και άλλες δομικές παράμετροι της εγχώρια αγοράς, οι οποίες κρύβονται πίσω από τις υψηλές χονδρεμπορικές τιμές στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκεθση του ΟΟΣΑ, μία τέτοια παράμετρος είναι η υψηλή εξάρτηση του μίγματος ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα από το φυσικό αέριο.
Πρωτεία των εισαγωγών
Σε κάθε περίπτωση, οι υψηλές εγχώριες χονδρεμπορικές τιμές τον Ιανουάριο εξηγούν γιατί οι εισαγωγές κάλυψαν σε μεγαλύτερο ποσοστό (30%) τη ζήτηση σε ρεύμα. Στη δεύτερη θέση (με 27%) ήρθαν οι ΑΠΕ, ενώ ακολούθησε το φυσικό αέριο (21%) και ο λιγνίτης (11%).
Όσον αφορά τα μερίδια των προμηθευτών, το ποσοστό της ΔΕΗ σημείωσε πτώση κατά 3 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, διαμορφούμενο σε 60,03% από 63,29% τον Δεκέμβριο. Η σημαντικότερη μείωση προήλθε από την υψηλή τάση, όπου σε σχέση με τον Δεκέμβριο ενισχυμένη εμφανίζεται η Mytilineos (Protergia).
Η Mytilineos (Protergia) συνέχισε να καταλαμβάνει την πρώτη θέση ανάμεσα στους ιδιώτες προμηθευτές, με μερίδιο 10,67% (από 7,6% τον Ιανουάριο). Ακολούθησαν η ΗΡΩΝ με 7,15% (από 7,03%), η Elpedison με 6,27% (από 6,09%), η NRG με 4,65% (από 4,81%), η Αέριο Αττικής με 2,88% (από 2,5%) και η ZeniΘ με 2,13% (από 2,14%).
Στις επόμενες θέσεις βρέθηκαν η Watt & Volt με 2,09% (από 2,16%), η Volterra με 1,82% (από 1,9%), η Volton με 1,03% (από 1,09%), η ΚΕΝ με 0,54% (από 0,6%), η Eunice (WE Energy) με 0,17% (από 0,16%) και η ΕΛΙΝ με 0,17% (από 0,23%).