Προστατευμένες από τις αναταράξεις που φέρνει η άνοδος των επιτοκίων στα ομολογιακά χαρτοφυλάκια και που οδήγησε σε «κραχ» δύο αμερικανικές τράπεζες, είναι οι τράπεζες στην Ελλάδα.
Το διαφορετικό πλαίσιο κανόνων που ισχύει στην Ευρώπη για την λογιστική αποτύπωση των τοποθετήσεων των τραπεζών σε ομόλογα και η αυστηρότερη εποπτεία, παρέχουν αποστάσεις ασφαλείας από την κρίση των αμερικανικών τραπεζών. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες, αν και τους καταλογίζεται στενή σύνδεση με τα κρατικά ομόλογα, έχουν μικρή έκθεση σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου στο ενεργητικό τους, της τάξεως του 15%. Όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς στο insider.gr, σε σύνολο ενεργητικού 300 δισ. ευρώ για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, οι τοποθετήσεις τους σε κρατικούς τίτλους κινούνται στα 50 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 1/6 του ενεργητικού τους.
Τι διαφορετικό ισχύει, όμως, σε ΗΠΑ και Ευρώπη που κάνει διαφορετικό τον αντίκτυπο από την αύξηση των επιτοκίων στα ομολογιακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών; Και γιατί οι ευρωπαϊκές και οι ελληνικές τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν κινδύνους όπως αυτούς που οδήγησαν στο κλείσιμο της Silicon Valley Bank και της Signature Bank και απειλεί με ζημιές ακόμη δέκα τράπεζες;
Οι διαφορετικές άμυνες των ομολογιακών χαρτοφυλακίων εκατέρωθεν είναι αποτέλεσμα της διαφορετικής στρατηγικής που ακολουθούν οι τράπεζες στην κοινή, τριπλή, κατανομή και χρήση των ομολόγων στους ισολογισμούς τους. Ειδικότερα, τα ομόλογα που αγοράζουν οι τράπεζες, μπορούν:
- να γραφτούν στο επενδυτικό χαρτοφυλάκιο (trading), οπότε αποτιμώνται καθημερινά σε τιμές αγοράς (mark to market)
- να μπουν στο χαρτοφυλάκιο διαθέσιμο προς πώληση (available for sale) που σημαίνει ότι η τράπεζα τα έχει αγοράσει για να κερδίσει τον τόκο. Ωστόσο, η τράπεζα μπορεί να πουλήσει τους συγκεκριμένους τίτλους ανά πάσα στιγμή.
- να κρατήσει τα ομόλογα μέχρι τη λήξη τους (held to maturity), αποβλέποντας αποκλειστικά στην απόδοση που προσφέρει το επιτόκιο του ομολόγου και χωρίς να μπορεί να πουλήσει τον τίτλο.
Ο διαχωρισμός των ομολόγων σε trading, available for sale και held to maturity έχει διαφορετική επίπτωση στην κερδοφορία και στα κεφάλαια των τραπεζών. Τα ομόλογα που είναι στο βιβλίο του trading και που αποτιμώνται καθημερινά, επηρεάζουν άμεσα, με κέρδος ή ζημία, τόσο τα αποτελέσματα της τράπεζας, όσο και τα κεφάλαιά της.
Τα ομόλογα που είναι στο βιβλίο των available for sale μπορούν να απομειώσουν την καθαρή θέση της τράπεζας, βάσει της αποτίμησής τους με τιμές αγοράς αν πουληθούν, ωστόσο δεν μετρούν για την κερδοφορία της τράπεζας.
Στα ομόλογα του βιβλίου held to maturity η τράπεζα δεν κάνει καθημερινή αποτίμηση mark to market και οι όποιες διακυμάνσεις στις αγορές, εν προκειμένω λόγω της αύξησης των επιτοκίων, δεν επηρεάζει ούτε τα κεφάλαια ούτε τα αποτελέσματα.
Τα τρία παραπάνω βιβλία ομολόγων είναι κοινά για ΗΠΑ και Ευρώπη. Ωστόσο, υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο πλαίσιο που διέπει την στρατηγική των τραπεζών, καθώς στην ΕΕ ισχύει το λογιστικό πρότυπο IFRS9 και στις ΗΠΑ το USGAAP. Στη μεν ΕΕ, το IFRS9 δεν επιτρέπει την μεταφορά ομολόγων από το βιβλίο available for sale στο held to maturity. Η μεταφορά αυτή που απαγορεύεται δια ροπάλου στην Ευρώπη, επιτρέπεται στις ΗΠΑ το λογιστικό πρότυπο IFRS9 και στις ΗΠΑ το USGAAP.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Kαθησυχαστική η Morgan Stanley για τις ευρωπαϊκές τράπεζες - Οι «άμυνες» κόντρα στις αμερικανικές πιέσεις
Επιπλέον, ενώ το IFRS9 στην Ευρώπη επιτρέπει στην τράπεζα να διαχειρίζεται τον επιτοκιακό κίνδυνο στο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, προχωρώντας σε hedging επιτοκίου, η πρακτική αυτή απαγορεύεται στις ΗΠΑ με το λογιστικό πρότυπο USGAAP.
Η κρίση στις αμερικανικές τράπεζες, με πρώτο θύμα την Silicon Valley Bank, ήταν αποτέλεσμα της εξής διαδρομής: οι τράπεζες είχαν αγοράσει αμερικανικά ομόλογα σε χαμηλές τιμές (όταν τα επιτόκια ήταν χαμηλά) και τα είχαν στο χαρτοφυλάκιο available for sale. Με την άνοδο των επιτοκίων και για να μην πάρουν ζημιές από την mark to market αποτίμηση, μετέφεραν τα ομόλογα στο χαρτοφυλάκιο held to maturity, καθώς η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στις ΗΠΑ. Πλην όμως, οι αμερικανικές τράπεζες δεν μπορούσαν (δεν επιτρεπόταν) να καλυφθούν με hedging έναντι της ανόδου των επιτοκίων και έτσι, η πραγματική αξία αυτών των assets υποχωρούσε.
Παράλληλα με το γεγονός αυτό, υπήρξαν ανησυχίες για την ρευστότητα των τραπεζών και σημειώθηκαν εκροές κεφαλαίων που, ελλείψει επαρκούς ρευστότητας, ανάγκασαν τις τράπεζες να πουλήσουν τα ομόλογά τους. Παγίωσαν έτσι την αρνητική αξία που κατέγραφαν τα ομόλογα, ως αποτέλεσμα πήραν μεγάλες ζημιές που επηρέασαν την κεφαλαιακή τους ικανότητα και επάρκεια και οδήγησαν στην παρέμβαση της FED που έβαλε λουκέτο στη Silicon Valley Bank και κατόπιν στη Signature Bank.
Σημειώνεται ότι η SVB είχε πολύ μεγάλη έκθεση στον ισολογισμό της σε ομόλογα (ισολογισμός 210 δισ. δολ. και ομόλογα 120 δισ.), γεγονός που δείχνει αυξημένο ρίσκο. Επιπλέον, ως μικρή τράπεζα, δεν είχε άμεση πρόσβαση σε εργαλεία διευκόλυνσης της FED, αφού η εποπτεία των αμερικανικών τραπεζών κάνει εκπτώσεις στις μικρές τράπεζες (λιγότερη εποπτεία με αντάλλαγμα μεγαλύτερη ευελιξία για τις μικρότερες τράπεζες, συνδυασμός που συνοδεύεται από υψηλότερο ρίσκο).
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τραπεζική κρίση και Ευρωζώνη, ίσως ο ESM βρήκε... δουλειά
Στην ΕΕ η εποπτεία είναι ενιαία και αυστηρή τόσο για τις μεγάλες, όσο και για τις μικρότερες τράπεζες που εποπτεύει η ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση ανάγκης ρευστότητας, όλες οι τράπεζες ανεξαιρέτως έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση της ΕΚΤ και δεν θα εξαναγκάζονταν σε ρευστοποιήσεις περιουσιακών τους στοιχείων υπό πίεση. Αντ΄ αυτού, η κάθε ευρωπαϊκή τράπεζα θα μπορούσε, αντί να πουλήσει όσο – όσο τα ομόλογά της στην αγορά, να τα χρησιμοποιήσει ως ενέχυρο και να δανειστεί ρευστότητα από την ΕΚΤ.
Πέραν αυτού, οι ευρωπαϊκές τράπεζες μπορούν να κάνουν και hedging του επιτοκιακού κινδύνου, διαχειριζόμενες τον κίνδυνο από την άνοδο των επιτοκίων και έτσι, δεν είναι εγκλωβισμένες σε μία ομολογιακή θέση. Καθώς δεν υπάρχει το ίδιο πρόβλημα στην διαχείριση του επιτοκιακού κινδύνου και της ρευστότητας και επιπλέον το εποπτικό πλαίσιο (δηλ. τα stress tests) είναι πολύ πιο αυστηρό στην Ευρώπη, οι ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών, έχουν προστατευτικό δίχτυ στην άνοδο των επιτοκίων. Σημειώνεται ότι χθες τα ελληνικά ομόλογα συνέχισαν να κινούνται ανοδικά, με το δεκαετές λήξεως 15/6/2033 να ενισχύεται κατά μισή ποσοστιαία μονάδα.