Σημαντικό μέρος των χρηματοδοτικών αναγκών του τρέχοντος έτους πρόκειται να καλυφθεί από δάνεια του Ταμείου Aνάκαμψης (NGEU), αναφέρει το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έστειλε στις Βρυξέλλες το ΥΠΟΙΚ. Εκτιμώντας πως η Ελλάδα θα πετύχει φέτος την επαναφορά στην επενδυτική βαθμίδα αλλά και τη δημιουργία επαρκών πλεονασμάτων και ταχεία μείωση του χρέους.
Εξηγεί πως ποσό 1,8 δισ. ευρώ έχει ήδη εκταμιευθεί τον Ιανουάριο του 2023 και τα εν λόγω δάνεια «έχουν σημαντική συνεισφορά στη διατήρηση της σταθμισμένης μέσης διάρκειας του ελληνικού δημόσιου χρέους, κοντά στα είκοσι χρόνια, καθώς και στη διατήρηση του χαμηλού και σταθερού κόστους εξυπηρέτησης του συνολικού χαρτοφυλακίου του χρέους».
Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας περιγράφεται το δημοσιονομικό πλαίσιο των επόμενων ετών με κεντρικό στόχο την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ (2,5% του ΑΕΠ είναι ο στόχος το 2026 αν δεν ληφθούν υπόψη οι πρόσθετες παρεμβάσεις που δεν ενσωματώνονται λόγω των επικείμενων εκλογών). Δηλαδή υπάρχει ένας χώρος της τάξης του 0,4%-0,5% ετησίως για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών ή για παρεμβάσεις μόνιμων ελαφρύνσεων με τη σημερινή κυβέρνηση να κοστολογεί το πακέτο που έχει εξαγγείλει σε 0,1% του ΑΕΠ για το 2024 και σε 0,3% για τα επόμενα έτη.
Για το Ταμείο Ανάκαμψης, εξηγεί πως έχει κομβικό ρόλο στην ανάγκη μετατόπισης του αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας προς μια σύνθεση παραγωγής που βασίζεται περισσότερο στις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Εκτιμά πως το ταμείο Ανάκαμψης προβλέπεται να έχει σωρευτικό αντίκτυπο 3,5% στην αύξηση της πραγματικής παραγωγής την περίοδο 2023-2026 με το 0,3% του οφέλους να προέρχεται από επιχορηγήσεις, 0,7% από το σκέλος των δανείων και 2,4% (δηλαδή πολύ μεγάλο όφελος) από τις μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο.
Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου προβλέπεται να αυξηθεί κατά μέσο όρο 9,2% την περίοδο 2024-2026, πλησιάζοντας τα επίπεδα πριν από την οικονομική κρίση το 2026. Και εδώ, ο βασικός παράγοντας «αναμένεται να είναι η αποτελεσματική χρήση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης με ισχυρά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα για το σύνολο της οικονομίας». Επίσης, η αναμενόμενη αποκλιμάκωση των επιτοκίων από το 2024 και μετά, εκτιμάται πως θα στηρίξει την επενδυτική δραστηριότητα και εκτός του Ταμείου Ανάκαμψης…
Η δαπάνη από το Ταμείο Ανάκαμψης στο σκέλος των επιδοτήσεων αναμένεται από το 0,5% του ΑΕΠ το 2022 να ανέβει φέτος στο 1,5% του ΑΕΠ και να φτάσει το 2024 στο 2%, το 2025 στο 2,2% και το 2026 στο 2,1%. Η ροή από την ΕΕ μέσω των «δόσεων» επιδοτήσεων ήταν 1,3% του ΑΕΠ το 2021, στα 0,8% το 2022 και υπολογίζεται σε 1,6% φέτος και σε 1,5% το 2024 (1,4 % το 2025 και 1,3% το 2026). Στα δάνεια, η «ροή» από την ΕΕ ήταν 0,9% του ΑΕΠ ετησίως την προηγούμενη 2ετία, 0,8% φέτος και το 2024, 1.5% του ΑΕΠ το 2025 (διπλή δόση) και 0,7% το 2026 που ολοκληρώνεται η περίοδος διαθεσιμότητας των κονδυλίων που συνδέονται με ορόσημα και στόχους. Στο κείμενο του ΥΠΟΙΚ αναφέρεται πως μέχρι το τέλος Μαρτίου είχαν εγκριθεί και ενταχθεί στο σκέλος των επιδοτήσεων 617 έργα και υποέργα, συνολικού προϋπολογισμού 17,86 δισ. ευρώ συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Αντίστοιχα αναφέρεται ο απολογισμός στα δάνεια στα οποία έχουν υποβληθεί 381 επενδυτικά σχέδια, τα οποία έχουν συνολικό προϋπολογισμό 12,12 δισ. ευρώ.