Προειδοποιήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις που θα είχε στην παγκόσμια οικονομία το ενδεχόμενο μιας χρεοκοπίας των ΗΠΑ έστειλε η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, ζητώντας παράλληλα μια συμφωνία για την αύξηση του «ταβανιού» του ομοσπονδιακού χρέους της χώρας που ανέρχεται σε 31,4 τρισ. δολάρια.
Σε προδημοσίευση ομιλίας που θα κάνει σε συνάντηση με τους υπουργούς Οικονομικών των G7 στην Ιαπωνία, η Γέλεν είπε ότι «μια χρεοκοπία θα μπορούσε να απειλήσει τα κέρδη που έχουμε καταφέρει μέσω σκληρής δουλειάς τα τελευταία χρόνια, εν μέσω της ανάκαμψης από την πανδημία του κορονοϊού. Παράλληλα, θα σηματοδοτούσε μια παγκόσμια επιβράδυνση που θα πήγαινε σημαντικά πιο πίσω.
Θα μπορούσε να υποσκάψει την παγκόσμια οικονομική ηγεσία των ΗΠΑ και να εγείρει ερωτήματα για τη δυνατότητα που έχουμε να υπερασπιστούμε τα εθνικά συμφέροντα ασφαλείας μας» πρόσθεσε η Γέλεν, σύμφωνα με το Reuters.
Σημειώνεται πως ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δήλωσε χθες Τετάρτη ότι, αν το Κογκρέσο δεν καταφέρει να αναλάβει δράση προτού τελειώσουν τα χρήματα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης – κάτι που ενδέχεται να συμβεί ήδη από την 1η Ιουνίου--, η αμερικανική οικονομία θα κινδυνεύσει με ύφεση.
Η Γέλεν υπογράμμισε ότι τα πολιτικά παιχνίδια των Ρεπουμπλικανών με το θέμα ισοδυναμούν «με μια κρίση την οποία δημιουργήσαμε μόνοι μας» και ότι απλώς και μόνο η απειλή της στάσης πληρωμών ενδέχεται να οδηγήσει σε υποβάθμιση του αξιόχρεο του αμερικανικού κράτους, όπως συνέβη στη διάρκεια της διαμάχης του 2011 για το όριο του ομοσπονδιακού δανεισμού.
Παράλληλα ενδέχεται να αυξήσει τα επιτόκια των υποθηκών, των πιστωτικών καρτών και των δανείων αυτοκινήτων, σημείωσε η Γέλεν.
Ο Μπάιντεν επιμένει ότι το Κογκρέσο έχει συνταγματικό καθήκον να αυξήσει το όριο δανεισμού, που ήδη ανέρχεται στα 31,4 τρισ. δολάρια (28,6 τρισ. ευρώ), χωρίς όρους. Όμως οι Ρεπουμπλικανοί, που ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων συνδέουν την αύξηση αυτή με μεγάλες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες.
Εξάλλου ο Αμερικανός πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παρότρυνε χθες Τετάρτη τους Ρεπουμπλικάνους να προκαλέσουν στάση πληρωμών, αν δεν εξασφαλίσουν «τεράστιες» περικοπές δημοσίων δαπανών από την κυβέρνηση Μπάιντεν.