Προτάσεις με στόχο την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Ελλάδα και την εξασφάλιση «επαρκούς και ισότιμης πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη», περιλαμβάνει μεταξύ άλλων το «εαρινό» πακέτο συστάσεων της Κομισιόν, που ανακοινώθηκε την Τετάρτη (24/5).
Στο πλαίσιο αυτό, συνιστά την παροχή ισχυρότερων κινήτρων για τη συμμετοχή επαρκούς αριθμού οικογενειακών γιατρών (σ.σ. προσωπικών γιατρών), προκειμένου να επιτευχθεί πλήρης πληθυσμιακή κάλυψη και εγγραφή των πολιτών μέχρι την έναρξη της πλήρους εφαρμογής του συστήματος παραπομπών (gatekeeping), τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Η Κομισιόν τονίζει ότι οι δημόσιες δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη στην Ελλάδα είναι κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), ενώ οι πληρωμές των ασθενών από την «τσέπη» τους είναι οι δεύτερες υψηλότερες στην ΕΕ, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης εξακολουθεί να είναι νοσοκομειοκεντρικό, με τις δαπάνες θεραπευτικής φροντίδας να επικεντρώνονται στις νοσηλείες. Επιπλέον, η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ όλων των κρατών - μελών όσον αφορά στη δημόσια δαπάνη για φάρμακα, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Οι δημόσιες δαπάνες για τη μακροχρόνια και προληπτική φροντίδα είναι σημαντικά χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ και δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τη μακροχρόνια φροντίδα.
«Για να αντιμετωπιστεί αυτό, η Ελλάδα εφαρμόζει ένα πρόσφατα υιοθετηθέν σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, για τη μείωση της εξάρτησης από τη νοσοκομειακή περίθαλψη και την αύξηση της αποτελεσματικότητας της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης», σημειώνει.
Παράλληλα, επισημαίνει ότι η πλήρης ανάπτυξη της μεταρρύθμισης της Πρωτοβάθμιας Υγείας παρεμποδίζεται από την έλλειψη οικογενειακών γιατρών, καθώς ο αριθμός τους δεν επαρκεί για να καλύψει ολόκληρο τον πληθυσμό. «Η επαρκής κάλυψη είναι απαραίτητη για την πλήρη εισαγωγή ενός αποτελεσματικού και ολοκληρωμένου συστήματος, βασισμένου σε gatekeeping, το οποίο έχει νομοθετηθεί να ξεκινήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2023», αναφέρει η Κομισιόν.
Στην κατεύθυνση αυτή, επισημαίνει ότι είναι καθοριστικής σημασίας η παροχή ισχυρότερων κινήτρων για την αύξηση του αριθμού των οικογενειακών γιατρών και την επίτευξη πλήρους κάλυψης και εγγραφής του πληθυσμού, προκειμένου να διασφαλιστεί επαρκής και ισότιμη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
«Αντιστέκονται» τα ληξιπρόθεσμα των νοσοκομείων
Σύμφωνα με τη 2η αποτίμηση της Ελλάδας στο καθεστώς της μεταπρογραμματικής εποπτείας, που ανακοινώθηκε επίσης την Τετάρτη, επιπλέον πρόοδος απαιτείται όσον αφορά στις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, οι οποίες «θα πρέπει να παρακολουθούνται περαιτέρω», με την υγεία να παραμένει ένα από τα πιο φλέγοντα πεδία.
Ενώ οι καθυστερούμενες κύριες συντάξεις έχουν εκκαθαριστεί σε γενικές γραμμές, ο στόχος απομείωσης των υπόλοιπων οφειλών έχει χαθεί. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιανουαρίου το υπόλοιπο των καθαρών ληξιπρόθεσμων οφειλών έφτασε τα 637 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 71 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με το επίπεδο του Αυγούστου 2022 «και συνεπάγεται απόκλιση από τον στόχο των 500 εκατ. ευρώ». Τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία αντιστοιχούν στο 90% της απόκλισης. Όπως αναφέρεται, «παρά την παροχή επαρκούς ρευστότητας στα νοσοκομεία, το απόθεμα των καθαρών ληξιπρόθεσμων οφειλών παραμένει υψηλό, υποδεικνύοντας ορισμένα διαρθρωτικά προβλήματα».
Η Κομισιόν «ποντάρει» στην πλήρη εφαρμογή της μεταρρύθμισης της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ), σημειώνοντας ότι «θα μπορούσε δυνητικά να βοηθήσει στην επιτάχυνση της εκκαθάρισης ληξιπρόθεσμων οφειλών», καθώς «η κεντρικοποιημένη προμήθεια αναμένεται να επιταχύνει τις πληρωμές των δαπανών των νοσοκομείων, δεδομένου ότι θα γίνονται κεντρικά και όχι από το καθένα νοσοκομείο».
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με σχετική υπουργική απόφαση, η εφαρμογή του νέου μοντέλου προμηθειών από την ΕΚΑΠΥ, αναμένεται να ξεκινήσει την 1η Ιουλίου 2023.
Photo: Shutterstock