«Κατέβασε ταχύτητα» η μεταποιητική δραστηριότητα στην Ελλάδα τον Μάιο, με τον δείκτη PMI της S&P Global να υποχωρεί σε χαμηλό τετραμήνου (51,5 μονάδες), καθώς οι νέες παραγγελίες αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό, αλλά και στη σκιά της αδύναμης ανάπτυξης της απασχόλησης.
Εντούτοις, κατάφερε να διατηρήσει την ανοδική πορεία, τη στιγμή που ο μεταποιητικός PMI για το σύνολο της Ευρωζώνης «διολίσθησε» σε χαμηλό 36 μηνών.
Όσον αφορά στα βασικά ευρήματα της έρευνας για την Ελλάδα, συνεχίστηκε η αύξηση της παραγωγής, αλλά ήταν βραδύτερος ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών, ενώ επίσης κατεγράφη η ασθενέστερη άνοδος απασχόλησης του τελευταίου τριμήνου.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έρευνα της S&P Global, οι εταιρείες του ελληνικού τομέα μεταποίησης υπέδειξαν περαιτέρω αύξηση της απόδοσης στα μέσα του δεύτερου τριμήνου. Η τελευταία βελτίωση της υγείας του τομέα έχασε και πάλι τη δυναμική της μετά την πρόσφατη υψηλή τιμή του Μαρτίου, δέχθηκε ωστόσο τη στήριξη από μία ακόμη μηνιαία αύξηση της παραγωγής, των νέων παραγγελιών και της απασχόλησης. Ο ρυθμός αύξησης των νέων παραγγελιών εξασθένησε, ωστόσο, σε οριακό ποσοστό, ενώ υποχώρησε επίσης και ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στις 51,5 μονάδες τον Μάιο, κάτω από τις 52,4 μονάδες του Απριλίου και στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων μηνών.
«Η ηπιότερη αύξηση των νέων παραγγελιών που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές τον Μάιο επηρέασε αρνητικά την πιο πρόσφατη συνολική ανοδική πορεία. Ο ρυθμός αύξησης υποχώρησε στον βραδύτερο που έχει καταγραφεί κατά την τρέχουσα περίοδο τεσσάρων μηνών συνεχούς αύξησης και, σε γενικές γραμμές, ήταν μόλις οριακός. Στις περιπτώσεις που βελτιώθηκαν οι συνθήκες ζήτησης, αυτό οφειλόταν, σύμφωνα με αναφορές, στη στήριξη που προσέφερε η απόκτηση νέων πελατών. Η αύξηση στο σύνολο των νέων πωλήσεων ενισχύθηκε επίσης από την ισχυρότερη άνοδο των νέων παραγγελιών εξαγωγών που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2022. Η παραγωγή συνέχισε, ωστόσο, να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να μειώσουν τις αδιεκπεραίωτες εργασίες και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των νέων παραγγελιών. Ο ρυθμός αύξησης ήταν σε γενικές γραμμές αντίστοιχος με τον ρυθμό που παρατηρήθηκε τον Απρίλιο και ισχυρότερος από τον μέσο όρο της έρευνας» σημειώνεται στην έκθεση.
Εν τω μεταξύ, καταγράφεται αισιοδοξία σχετικά με τις προοπτικές για την παραγωγή τους επόμενους 12 μήνες. Οι εταιρείες προβλέπουν αύξηση της παραγωγής, αισιοδοξία η οποία πηγάζει από τις ελπίδες για μεγαλύτερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών και τις προγραμματισμένες επενδύσεις σε νέα προϊόντα.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας, η Sian Jones, οικονομολόγος στην S&P Global Market Intelligence, τόνισε: «Σε αντίθεση με την τάση που παρατηρήθηκε σε όλη την Ευρωζώνη, ο ελληνικός τομέας μεταποίησης παρέμεινε σε ανοδική πορεία τον Μάιο. Η παραγωγή αυξήθηκε με σταθερό ρυθμό, η συνολική, ωστόσο, αύξηση υποχώρησε λόγω του βραδύτερου ρυθμού αύξησης των νέων παραγγελιών και της απασχόλησης. Η μεγαλύτερη σταθερότητα στη διαθεσιμότητα των εισροών και η περαιτέρω μείωση του χρόνου παράδοσης προμηθειών είχαν ως αποτέλεσμα οι εταιρείες να συνεχίσουν να μειώνουν τα επίπεδα των αποθεμάτων τους. Οι εταιρείες ήταν επίσης λιγότερο επιφυλακτικές στο να διατηρήσουν τα τρέχοντα αποθέματα εισροών, λόγω της επιβάρυνσης κόστους που μειώθηκε για πρώτη φορά σε διάστημα περίπου τριών ετών. Η χαμηλότερη παγκόσμια ζήτηση για εισροές περιόρισε την τιμολογιακή ισχύ των προμηθευτών, γεγονός στο οποίο οι ελληνικές εταιρείες απάντησαν καταβάλλοντας προσπάθειες για περαιτέρω ώθηση των πωλήσεων, καθώς οι τιμές πώλησης μειώθηκαν για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2020. Τον τελευταίο καιρό, οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν επηρεάσει αρνητικά κατά κύριο λόγο τη ζήτηση από την πλευρά των πελατών του εσωτερικού και του εξωτερικού, ενώ κάποια περίοδος ανάπαυλας από την κατάσταση αυτή μπορεί να επιβεβαιώσει τις ελπίδες που εκφράζουν οι εταιρείες ότι η παραγωγή θα συνεχίσει να αυξάνεται τους επόμενους μήνες».
Σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη, ο PMI υποχώρησε στις 44,8 μονάδες από τις 45,8 μονάδες του Απριλίου, παραμένοντας κάτω από τα κρίσιμα επίπεδα των 50 μονάδων που διαχωρίζουν την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση.
Σημειωτέον ότι από τις 8 χώρες που εξετάζει η έρευνα, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα, όπου αυξήθηκε η παραγωγή, αν και με χαμηλότερο ρυθμό.