Έως το τέλος του έτους αναμένεται να έχει επισημοποιηθεί ο «χάρτης» των ζωνών στις ελληνικές θάλασσες, στις οποίες υπάρχει η δυνατότητα να αναπτυχθούν offshore αιολικά πάρκα. Η οριστικοποίηση των διαθέσιμων ζωνών θα ανοίξει τον δρόμο για τις πρώτες εγχώριες επενδύσεις για την αξιοποίηση του πλούσιου εγχώριου θαλάσσιου αιολικού δυναμικού, ώστε το αργότερο το επόμενο φθινόπωρο οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές να ξεκινήσουν να «σκανάρουν» τις περιοχές που θα συμπεριληφθούν στον «παρθενικό» κύκλο παραχωρήσεων.
Η επισημοποίηση θα γίνει με την υπογραφή της Κοινής Υπουργικής Απόφασης για το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΥΑΠ), το οποίο θα περιλαμβάνει όλες τις θαλάσσιες ζώνες στις οποίες είναι δυνατή η ανάπτυξη έργων. Νωρίτερα, και σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες στο δεύτερο 15νθήμερο Οκτωβρίου, θα τεθεί σε διαβούλευση τόσο το Εθνικό Πρόγραμμα, όσο και η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για τις ζώνες του «χάρτη».
Προκαταρκτικές εκτιμήσεις τοποθετούσαν στα 40.000 MW τη συνολική ισχύ των πάρκων που μπορούν να φιλοξενηθούν στις διαθέσιμες θαλάσσιες ζώνες της χώρας μας. Το πρώτο βήμα ανάπτυξης του κλάδου προβλέπει τη δημιουργία μονάδων 1.900 MW έως το 2030, όπως αναφέρει το τελευταίο draft για την επικαιροποίηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Σύμφωνα με το draft, ήδη από το 2035 το χαρτοφυλάκιο των offshore πάρκων θα αυξηθεί στα 6.200 MW, με περαιτέρω ενίσχυση τα επόμενα χρόνια, ώστε να φτάσει στα 17.300 MW το 2050.
Δύο φάσεις ανάπτυξης
Σε αυτό το πλαίσιο, το Εθνικό Πρόγραμμα θα προβλέπει μία πρώτη φάση ανάπτυξης υπεράκτιων πάρκων (για την επίτευξη του στόχου του 2030), και ένα δεύτερο στάδιο για τον στόχο του 2050 – με ενδιάμεσο «σταθμό» τα 6.200 MW του 2035. Ως συνέπεια, η επισημοποίηση του «χάρτη» (με την υπογραφή της ΚΥΑ) θα εκκινήσει τις διαδικασίες με τις οποίες θα οριοθετηθούν οι περιοχές εντός των ζωνών που προορίζονται για την πρώτη φάση ανάπτυξης και τα 1.900 MW.
Οι διαδικασίες αυτές θα οδηγήσουν στη διενέργεια των διαγωνισμών για την ανάδειξη των επενδυτών οι οποίοι θα αναλάβουν να αναπτύξουν τα έργα. Οι διαγωνισμοί τοποθετούνται στο πρώτο εξάμηνο του 2027, με τις παραχωρήσεις των θαλάσσιων «οικοπέδων» να οριστικοποιούνται περίπου έναν χρόνο αργότερα. Έτσι, από το πρώτο μισό του 2028, οι επενδυτές που θα προκριθούν από τις δημοπρασίες θα αρχίσουν να δρομολογούν την κατασκευή των έργων τους.
«Θέση» στο χαρτοφυλάκιο των 1.900 MW έχουν δύο έργα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης, καθώς με ρύθμιση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η εν λόγω περιοχή έχει ήδη επιλεγεί ως πιλοτική για την κατασκευή offshore πάρκων συνολικών πάρλων ισχύος περί τα 600 MW. Τα έργα θα αναπτυχθούν από την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και τον Όμιλο Κοπελούζου, που διαθέτουν ήδη άδειες παραγωγής για πρότζεκτ στην περιοχή, ισχύος 485 MW και 216 MW αντίστοιχα.
Τα δύο αυτά έργα είναι και τα μόνα που θα λάβουν διοικητικά καθορισμένες τιμές αποζημίωσης για την ηλεκτροπαραγωγή τους. Εκτιμάται ότι θα είναι και τα πρώτα που θα υλοποιηθούν, νωρίτερα από το 2030, καθώς πρόκειται να ξεκινήσουν άμεσα οι έρευνες για την οριστικοποίηση της θέσης και των υπόλοιπων τεχνικών παραμέτρων των πάρκων.
Επενδυτικός «μαγνήτης» οι ελληνικές θάλασσες
Σημαντικό πλεονέκτημα της Ελλάδας αποτελεί το γεγονός ότι το εγχώριο θαλάσσιο αιολικό δυναμικό είναι από τα πιο πλούσια σε όλη την περιοχή της Μεσογείου. Μάλιστα, όπως αναφέρουν στελέχη τα οποία έχουν γνώση του Εθνικού Προγράμματος, οι μόνες άλλες συγκρίσιμες σε απόδοση περιοχές βρίσκονται νότια της Γαλλίας, όπου όμως τα θαλάσσια βάθη είναι ακόμη μεγαλύτερα.
Το γεγονός αυτό έχει ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων ελληνικών ενεργειακών Ομίλων, οι οποίοι προγραμματίζουν την «είσοδό» τους σε αυτό τον νεοαναδυόμενο κλάδο των ανανεώσιμων πηγών. Μάλιστα, όπως έχει ήδη γράψει το Insider.gr, με δεδομένο πως η σχετική δραστηριότητα απαιτεί υψηλές επενδύσεις, καθώς και τεχνογνωσία, η συνταγή που έχουν ακολουθήσει οι εγχώριες εταιρείες είναι να «συμμαχήσουν» με μεγάλους «παίκτες» του εξωτερικού.
Έτσι, η Mytilineos θα δημιουργήσει joint venture με την Copenhagen Infrastructrure Partners (CIP), ενώ η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή έχει υπογράψει συμφωνία συνεργασίας με την Ocean Winds (κοινοπραξία των εταιρειών EDP Renewables και ENGIE). Επίσης, η Helleniq Energy έχει ενώσει τις δυνάμεις της με τη γερμανική RWE Renewables, ενώ η Intrakat θα συμπράξει με τη βελγική Parkwind. Με διεθνή εταίρο αναμένεται να «πορευθεί» και η ΔΕΗ.
Οι ελληνικές θάλασσες φαίνεται να είναι επίσης στο «κάδρο» πιθανής δραστηριοποίησης και για την νορβηγική Equinor, την Innogy από τη Γερμανία και την Principle Power από την Πορτογαλία.
«Αποτύπωμα» στην εθνική οικονομία
Για την κυβέρνηση, η θαλάσσια αιολική ενέργεια αποτελεί σημαντικό «κλειδί» τόσο για να ενισχυθεί περαιτέρω το μερίδιο των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα, όσο και για να διευρυνθεί το αναπτυξιακό αποτύπωμα που έχει η απανθρακοποίηση στην εθνική οικονομία. Είναι ενδεικτικό ότι ο στόχος του 2030 «μεταφράζεται» στην κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων ύψους 6,3 δισ. ευρώ, σύμφωνα με έρευνα που έχει πραγματοποιήσει η Grant Thornton.
Μάλιστα, από τα επενδυτικά αυτά κεφάλαια, τα 4,3 δισ. ευρώ θα εισρεύσουν απευθείας στην εγχώρια οικονομία. Έτσι, θα δημιουργήσουν έως το τέλος της τρέχουσας 10ετίας έως και 8.220 νέες θέσεις εργασίας.
Παράλληλα, πρόθεση της κυβέρνησης είναι η ανάπτυξη του κλάδου να «τρέξει» με γρήγορα βήματα στη χώρα μας, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί τεχνογνωσία, ειδικά στις πλωτές ανεμογεννήτριες. Σε μία τέτοια περίπτωση, ελληνικές εταιρείες θα εξασφαλίσουν συμμετοχή στην υλοποίηση επενδύσεων ανά την υφήλιο, σε μία τεχνολογία που όπως συμφωνούν όλοι οι ειδικοί, θα αποτελέσει βασικό «όχημα» τα επόμενα χρόνια για την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα.
Δέσμευση ηλεκτρικού «χώρου»
Σε αυτό το πλαίσιο, σκοπός της κυβέρνησης είναι να δοθούν «σήματα» στην επενδυτική κοινότητα, για την ποικιλότροπη στήριξη του κλάδου. Προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί ο μακροπρόθεσμος «οδικός χάρτης» που βρίσκεται υπό κατάρτιση, με συγκεκριμένα ορόσημα ανάπτυξης έργων στις ελληνικές θάλασσες – μέσω τόσο των δύο φάσεων ανάπτυξης που θα προβλέπονται στο Εθνικό Πρόγραμμα, όσο και των συγκεκριμένων κλιμακούμενων στόχων του ΕΣΕΚ, μέχρι τα μέσα του αιώνα.
Επίσης, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας σχεδιάζει να προχωρήσει το αμέσως επόμενο διάστημα σε ρύθμιση, με την οποία θα δεσμεύεται ηλεκτρικός «χώρος» τουλάχιστον 2.000 MW, για τα πάρκα τα οποία θα κατασκευαστούν με ορίζοντα το 2030. Με αυτό τον τρόπο, θα διασφαλιστεί πως θα υπάρχει η απαιτούμενη δυναμικότητα στο ηλεκτρικό σύστημα, ώστε να μπορεί να αξιοποιηθεί η ενέργεια που θα παράγουν τα έργα.
«Σήμα» για επενδυτική βεβαιότητα αποτελεί όμως και η ίδια η δημιουργία του Εθνικού Προγράμματος, καθώς εγγυάται στους επενδυτές πως δεν θα συναντήσουν προσκόμματα στην υλοποίηση των πρότζεκτ τους – προσκόμματα που μόνο σπάνια δεν είναι στην υλοποίηση, για παράδειγμα, χερσαίων αιολικών. Κι αυτό γιατί για κάθε «οικόπεδο» που θα παραχωρείται, θα είναι εκ των προτέρων εξασφαλισμένο πως ακολουθεί όλους τους περιορισμούς που θέτει η περιβαλλοντική νομοθεσία, η εθνική ασφάλεια, η ακτοπλοΐα καθώς και οποιαδήποτε άλλη θαλάσσια δραστηριότητα (τουρισμός, αλιεία).